Η δανοφλοξασίνη είναι ένας αντιμικροβιακός παράγοντας της ομάδας των φθοριοκινολονών. Η αντιμικροβιακή δράση της δανοφλοξασίνης βασίζεται στην αναστολή της DNA-γυράσης των μικροβίων. Επιδεικνύει υψηλή in vitro δραστικότητα έναντι των μικροοργανισμών που προκαλούν συνηθέστερα αναπνευστικές και εντερικές λοιμώξεις στα βοοειδή όπως Μannheimia haemolytica, Pasteurella multocida, Escherichia coli και Salmonella. Η ντανοφλοξασίνη έχει επίσης ισχυρή αντιβακτηριακή δράση κατά των Pasteurella multocida και Actinobacillus pleuropneumoniae που προκαλούν το αναπνευστικό σύνδρομο του χοίρου καθώς και κατά της Escherichia coli που προκαλεί εντερική νόσο στους χοίρους. Η δανοφλοξασίνη επιδεικνύει επίσης in vitro δραστικότητα και κατά του μυκοπλάσματος.
Δύο ένζυμα απαραίτητα για την αντιγραφή του DNA και τη μεταγραφή, DNA- γυράση και τοποϊσομεράση IV, έχουν αναγνωριστεί ως οι μοριακοί στόχοι των φθοριοκινολονών. Η αναστολή του στόχου προκαλείται από τη μη ομοιοπολική δέσμευση των μορίων φθοριοκινολόνης με αυτά τα ένζυμα. Οι διχάλες αντιγραφής και τα μεταγραφικά σύμπλοκα δεν μπορούν να συνεχίσουν πέρα από τέτοια σύμπλοκα ενζύμου-DNA-φθοριοκινολόνης, ενώ η αναστολή της σύνθεσης DNA και mRNA πυροδοτεί γεγονότα τα οποία οδηγούν σε ταχεία, εξαρτώμενη από τη συγκέντρωση του φαρμάκου καταστροφή των παθογόνων βακτηρίων. Ο τρόπος δράσης της ενροφλοξακίνης είναι βακτηριοκτόνος και η βακτηριοκτόνος δραστηριότητα είναι εξαρτώμενη από τη συγκέντρωση.
Η φλουμεκίνη είναι ένα συνθετικό αντιμικροβιακό που ανήκει στην κατηγορία των κινολονών. Η παρουσία του φθορίου στη θέση 9 οδηγεί, σε σύγκριση με τις άλλες κινολόνες, σε μεγαλύτερη δραστικότητα, έναντι των ευαίσθητων μικροοργανισμών. Η φλουμεκίνη δρα μέσω της αναστολής των ενζύμων DNA-τοποϊσομεράσες, των ευαίσθητων μικροοργανισμών και η δράση της είναι βακτηριοκτόνος.
Η μαρβοφλοξακίνη είναι συνθετική μικροβιοκτόνος ουσία της οικογένειας των φθοριοκινολονών, η οποία ενεργεί αναστέλλοντας τη DNA γυράση. Έχει ευρύ φάσμα δράσης, κατά βακτηρίων θετικών κατά Gram (Staphylococcus), βακτηρίων αρνητικών κατά Gram (Εscherichia coli, Pasteurella spp.) και μυκοπλασμάτων (Μycoplasma bovis).
Η ορβιφλοξακίνη είναι ένας συνθετικός βακτηριοκτόνος παράγοντας ευρέος φάσματος που ταξινομείται ως παράγωγο κινολόνης καρβοξυλικού οξέος ή πιο συγκεκριμένα ως μια φθοριοκινολόνη. Η ορβιφλοξακίνη αναστέλλει τη δραστηριότητα των ενζύμων DNA τοποϊσομεράση II (DNA-γυράση) και DNA τοποϊσομεράση IV τα οποία είναι απαραίτητα για τη σύνθεση και τη διατήρηση του βακτηριακού DNA. Η αναστολή αυτή διακόπτει τον διπλασιασμό του βακτηριακού τοιχώματος, οδηγώντας σε ραγδαίο κυτταρικό θάνατο. Η ταχύτητα και ο βαθμός της θανάτωσης είναι ευθέως ανάλογα με τη συγκέντρωση του φαρμάκου. Η ορβιφλοξακίνη έχει in vitro δραστικότητα ενάντια σε ένα ευρύ φάσμα θετικών και αρνητικών κατά Gram μικροοργανισμών.
Ο κύριος τρόπος δράσης των φθοροκινολονών περιλαμβάνει την αλληλεπίδραση με ένζυμα που είναι απαραίτητα για σημαντικές λειτουργίες του DNA, όπως είναι η αντιγραφή, η μεταγραφή και ο ανασυνδυασμός. Οι κύριοι στόχοι της πραντοφλοξακίνης είναι τα ένζυμα βακτηριακή DNA γυράση και τοποϊσομεράση ΙV. Η αναστρέψιμη σύνδεση μεταξύ της πραντοφλοξακίνης και της DNA γυράσης ή DNA τοποϊσομεράσης ΙV στα βακτήρια-στόχους έχει ως αποτέλεσμα την αναστολή των ενζύμων αυτών και τον άμεσο θάνατο του βακτηριακού κυττάρου. Η ταχύτητα και η έκταση της θανάτωσης των βακτηρίων είναι ευθέως ανάλογες προς τη συγκέντρωση του φαρμάκου.