Η καρπροφαίνη είναι ένα μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο (ΜΣΑΦ). Παράγεται από φαινυλοπροπιονικό οξύ και ανήκει στην κατηγορία ΜΣΑΦ 2-αρυλοπροπιονικών οξέων. Η καρπροφαίνη έχει αντιφλεγμονώδη, αναλγητική και αντιπυρετική δράση. Όπως και τα περισσότερα άλλα ΜΣΑΦ, η καρπροφαίνη είναι αναστολέας του ενζύμου κυκλο-οξυγενάση του καταρράκτη του αραχιδονικού οξέος.
Η κετοπροφαίνη ανήκει στην ομάδα των μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών παραγώγων του προπιονικού οξέος. Χρησιμοποιείται ως αντιφλεγμονώδες και αναλγητικό.
Η βεδαπροφαίνη είναι ένα μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο (ΝSAID) που ανήκει στην ομάδα των παραγώγων του προπιονικού οξέως. Η βεδαπροφαίνη αναστέλλει την ενζυμική δραστηριότητα για τη σύνθεση των προσταγλανδινών (ένζυμο κυκλοοξυγενάση), με αποτέλεσμα να έχει αντιφλεγμονώδεις, αντιπυρετικές και αναλγητικές ιδιότητες. Μελέτες στον ίππο απέδειξαν ισχυρή αναστολή της σύνθεσης της προσταγλανδίνης Ε2 (PGE2) στο εξίδρωμα καθώς και αναστολή της σύνθεσης της θρομβοξάνης Β2 στον ορό και στο εξίδρωμα.