Να μη χρησιμοποιείται σε κυοφορούντα ζώα όταν δεν επιδιώκεται η πρόκληση διακοπής της κύησης ή τοκετού. Να μη χρησιμοποιείται σε περίπτωση βρογχόσπασμου ή ασθενειών σπαστικής μορφής του γαστρεντερικού συστήματος.
Πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο μιας περιόδου ανερεθιστότητας 4 έως 5 ήμερων κατά τη διάρκεια της οποίας τα βοοειδή δεν θα είναι ευαίσθητα στις ωχρινολυτικές επιδράσεις των προσταγλανδινών.
Χορηγείται με ενδομυϊκή ένεση και υπό τις συνήθεις προφυλάξεις ασηψίας.
Για τη μείωση του κινδύνου αναερόβιων λοιμώξεων, θα πρέπει να δίδεται προσοχή ώστε να αποφεύγεται η ένεση σε υγρές ή ακάθαρτες περιοχές του δέρματος.
Σε ορισμένες περιπτώσεις αναφέρονται τοπικές βακτηριακές λοιμώξεις μετά την ένεση, οι οποίες μπορεί να γενικευτούν, εάν με την ένεση εισχωρήσουν στον ιστό αναερόβια βακτήρια. Όταν χρησιμοποιείται για την πρόκληση τοκετού, η συχνότητα κατακράτησης πλακούντα μπορεί να αυξηθεί, ανάλογα με τον χρόνο της αγωγής.
Να μη χορηγείται κατά τη διάρκεια της κύησης, εκτός εάν στόχος είναι η πρόκληση τερματισμού μιας μη φυσιολογικής κύησης ή η πρόκληση τοκετού.
Το προϊόν δεν έχει αρνητική επίδραση στη γονιμότητα. Δεν έχουν αναφερθεί αρνητικές επιδράσεις σε απογόνους από σπερματέγχυση ή φυσιολογική γονιμοποίηση μετά από θεραπεία με κλοπροστενόλη.
Η ταυτόχρονη χρήση ωκυτοκίνης και κλοπροστενόλης αυξάνει την επίδραση στη συσταλτικότητα των μυών της μήτρας. Η σύνθεση των ενδογενών προσταγλανδινών αναστέλλεται στα ζώα στα οποία χορηγούνται μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα.
Να μην αναμιγνύεται με άλλα κτηνιατρικά φαρμακευτικά προϊόντα.
Μη συμβατό με ισχυρά όξινα/αλκαλικά προϊόντα.