Φαρμακοθεραπευτική ομάδα: εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRI)
Κωδικός ATCvet: QN06AB03
Η φλουοξετίνη και ο ενεργός μεταβολίτης της, η νορ-φλουοξετίνη έχουν αποδειχθεί ιδιαίτερα επιλεκτικοί αναστολείς της πρόσληψης της σεροτονίνης τόσο in vitro όσο και in vivo. Η φλουοξετίνη δεν δρα ως υπνωτικό. Η φλουοξετίνη αναστέλλει την πρόσληψη κατεχολαμίνης μόνο σε υψηλές συγκεντρώσεις in vitro και δεν έχει επίδραση στην πρόσληψη κατεχολαμίνης in vivo σε δόσεις που χρησιμοποιούνται για την αναστολή της πρόσληψης σεροτονίνης. Ως αποτέλεσμα της αναστολής της πρόσληψης σεροτονίνης, η φλουοξετίνη ενισχύει τη σεροτονινεργική νευρομετάδοση και προκαλεί λειτουργικές επιδράσεις που προκύπτουν από την αυξημένη ενεργοποίηση των σεροτονινεργικών υποδοχέων. Η φλουοξετίνη δεν έχει σημαντική συγγένεια με τους υποδοχείς νευρομετάδοσης, συμπεριλαμβανομένου του μουσκαρινικού χολινεργικού υποδοχέα, των αδρενεργικών υποδοχέων ή των ισταμινεργικών υποδοχέων H1 και δεν έχει άμεσες επιδράσεις στην καρδιά.
Η φλουοξετίνη απορροφάται καλά μετά τη χορήγηση από του στόματος (περίπου 72%) και η απορρόφηση δεν επηρεάζεται από το φαγητό. Η φλουοξετίνη μεταβολίζεται σε νορφλουοξετίνη, έναν ισοδυναμικό SSRI που συμβάλλει στην αποτελεσματικότητα αυτού του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος.
Σε μια μελέτη 21 ημερών, η φλουοξετίνη χορηγήθηκε ημερησίως σε δόση 0,75, 1,5 και 3,0 mg/kg, ανάλογα με το σωματικό βάρος, στα πειραματόζωα Beagles. Η μέγιστη συγκέντρωση πλάσματος (Cmax) και η περιοχή υπό της καμπύλης συγκέντρωσης πλάσματος χρόνου (AUC) για τη φλουοξετίνη ήταν σχεδόν ανάλογη με τη δόση μεταξύ 0,75 και 1,5 mg/kg, με μεγαλύτερη από την αναλογική με τη δόση αύξηση σε 3 mg/kg. Μετά τη χορήγηση, η φλουοξετίνη εμφανίστηκε χωρίς καθυστέρηση στο πλάσμα με μέσες τιμές T max που κυμαίνονταν από 1,25 έως 1,75 ώρες κατά την ημέρα 1 και από 2,5 έως 2,75 ώρες την ημέρα 21. Τα επίπεδα πλάσματος έφθιναν χωρίς καθυστέρηση με μέσες τιμές t½ που κυμαίνονταν από 4,6 έως 5,7 ώρες κατά την ημέρα 1 και από 5,1 έως 10,1 ώρες κατά την ημέρα 21. Τα επίπεδα της νορφλουοξετίνης στο πλάσμα εμφανίστηκαν αργά και απομακρύνθηκαν αργά με τιμές t½ που κυμαίνονταν από 44,2 έως 48,9 ώρες κατά την ημέρα 21. Η Cmax της νορφλουοξετίνης και η AUC ήταν γενικά ανάλογες με τη δόση αλλά αυτές οι τιμές ήταν 3 έως 4 φορές υψηλότερες κατά την ημέρα 21 από ό,τι κατά την ημέρα 1.
Συσσώρευση φλουοξετίνης και νορφλουοξετίνης προέκυψε μετά από πολλαπλές δόσεις και σταθερή κατάσταση συγκέντρωσης εντός 10 ημερών περίπου. Μετά τη χορήγηση της τελευταίας δόσης, τα επίπεδα φλουοξετίνης και νορφλουοξετίνης στο πλάσμα έφθιναν σταθερά με λογαριθμογραμικό (log-linear) τρόπο. Μελέτες απομάκρυνσης σε σκύλους έδειξαν ότι το 29,8% και 44% της δόσης αποβλήθηκαν τόσο με τα ούρα όσο και με τα κόπρανα αντίστοιχα σε 14 ημέρες μετά τη δόση.