Να μη χορηγείται σε περιπτώσεις υπερευαισθησίας στο δραστικό συστατικό ή σε κάποιο από τα έκδοχα.
Να μη χορηγείται σε περίπτωση γαστρεντερικής διάτρησης ή απόφραξης.
Να μη χορηγείται σε περίπτωση γαστρεντερικής αιμορραγίας.
Καμία.
Η δόση πρέπει να προσαρμόζεται αναλόγως σε ζώα με νεφρική ή ηπατική ανεπάρκεια (λόγω του αυξημένου κινδύνου εμφάνισης ανεπιθύμητων ενεργειών). Να αποφεύγεται η χορήγηση σε ζώα με επιληψία. Να χορηγείται επακριβώς η συνιστώμενη δόση, ιδιαιτέρως στις γάτες και τις μικρόσωμες φυλές σκύλων.
Μετά από παρατεταμένο έμετο, να λαμβάνεται μέριμνα για θεραπεία αναπλήρωσης των υγρών και ηλεκτρολυτών.
Σε περίπτωση που κατά λάθος κάνετε αυτοένεση, να αναζητήσετε, αμέσως ιατρική βοήθεια και να επιδείξετε στον ιατρό το φύλλο οδηγιών χρήσης ή την ετικέτα του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος.
Σε περίπτωση τυχαίας διαβροχής του δέρματος ή των οφθαλμών, ξεπλύνετε αμέσως με άφθονη ποσότητα νερού. Εάν παρατηρήσετε ανεπιθύμητες ενέργειες, αναζητήστε αμέσως ιατρική συμβουλή και δείξτε στον ιατρό το φύλλο οδηγιών χρήσης ή την ετικέτα.
Πλύνετε τα χέρια μετά τη χορήγηση του προϊόντος στο ζώο.
Δεν ισχύει.
Σκύλοι:
Σπάνια (1 έως 10 ζώα/10.000 υπό θεραπεία ζώα): | Ανησυχία1, Επιθετικότητα1, Επίμονο γαύγισμα1, Αταξία (έλλειψη συντονισμού) 1 , Μη φυσιολογική κίνηση1, Μυϊκός τρόμος1, Στερνική κατάκλιση1 |
Πολύ σπάνια (<1 ζώο/10.000 υπό θεραπεία ζώα, συμπεριλαμβανομένων των μεμονωμένων αναφορών): | Αλλεργική αντίδραση |
1 Οι παρατηρούμενες εξωπυραμιδικές εκδηλώσεις είναι παροδικές και παρέρχονται με τη διακοπή της θεραπείας.
Γάτες:
Πολύ σπάνια (<1 ζώο/10.000 υπό θεραπεία ζώα, συμπεριλαμβανομένων των μεμονωμένων αναφορών): | Ανησυχία1, Επιθετικότητα1, Επίμονο νιαούρισμα1, Αταξία (έλλειψη συντονισμού)1, Μη φυσιολογική κίνηση1, Μυϊκός τρόμος1, Στερνική κατάκλιση1, Αλλεργική αντίδραση |
1 Οι παρατηρούμενες εξωπυραμιδικές εκδηλώσεις είναι παροδικές και παρέρχονται με τη διακοπή της θεραπείας.
Ωστόσο, σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, παρατηρήθηκαν περισσότερο σοβαρές αντιδράσεις, οι οποίες χρειάστηκαν κτηνιατρική φροντίδα.
Η αναφορά ανεπιθύμητων συμβάντων είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της ασφάλειας ενός κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος. Οι αναφορές πρέπει να αποστέλλονται, κατά προτίμηση μέσω κτηνιάτρου, είτε στον κάτοχο της άδειας κυκλοφορίας είτε στην εθνική αρμόδια αρχή μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς. Ανατρέξτε επίσης στην τελευταία παράγραφο του φύλλου οδηγιών χρήσης για τα αντίστοιχα στοιχεία επικοινωνίας.
Από τις εργαστηριακές μελέτες σε πειραματόζωα δεν διαπιστώθηκαν ενδείξεις τερατογένεσης ή εμβρυοτοξικότητας. Ωστόσο, οι μελέτες σε πειραματόζωα είναι περιορισμένες και η ασφάλεια της δραστικής ουσίας δεν έχει διερευνηθεί στα ζώα στόχους.
To προϊόν να χορηγείται μόνον σύμφωνα με την εκτίμηση οφέλους-κινδύνου από τον υπεύθυνο κτηνίατρο.
Σε περιπτώσεις γαστρίτιδας να αποφεύγεται η ταυτόχρονη χορήγηση αντιχολινεργικών φαρμάκων (ατροπίνη), καθώς είναι δυνατό να εξουδετερώσουν τη δράση της μετοκλοπραμίδης στη γαστρεντερική κινητικότητα.
Σε περιπτώσεις συνυπάρχουσας διάρροιας, δεν υπάρχει αντένδειξη στη χορήγηση αντιχολινεργικών φαρμάκων.
Η ταυτόχρονη χρήση της μετοκλοπραμίδης με νευροληπτικά παράγωγα της φαινοθειαζίνης (ακεπρομαζίνη) και βουτυροφαινόνες αυξάνει τον κίνδυνο εξωπυραμιδικών εκδηλώσεων (βλέπετε κεφάλαιο 3.6).
Η μετοκλοπραμίδη μπορεί να ενισχύσει τη δράση των κατασταλτικών του κεντρικού νευρικού συστήματος. Σε περίπτωση ταυτόχρονης χρήσης, συνιστάται η χορήγηση της μικρότερης δόσης της μετοκλοπραμίδης, για την αποφυγή υπερβολικής ηρέμησης.
Λόγω έλλειψης μελετών ασυμβατότητας, το παρόν κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν δεν πρέπει να αναμιγνύεται με άλλα κτηνιατρικά φαρμακευτικά προϊόντα.