Βιβλιογραφική αναφορά: TYLAN Ενέσιμο διάλυμα για βοοειδή και χοίρους

Φαρμακοδυναμική

Φαρμακοθεραπευτική ομάδα: Μακρολίδια - Αντιβιοτικά
ATCvet code: QJO1FA90

Η τυλοζίνη ασκεί την αντιμικροβιακή της δράση με την αναστολή της πρωτεϊνικής σύνθεσης των ευαίσθητων μικροοργανισμών. Το φάσμα δράσης περιλαμβάνει Gram-θετικά βακτήρια, Mycoplasma spp. και ορισμένα Gram-αρνητικά βακτήρια όπως η Pasteurella spp..

Η MIC90 της τυλοζίνης επί των απομονωθέντων βακτηρίων εκ μαστίτιδων στην Ευρώπη, είναι 2 μg/ml για Staphytococcus aureus, Streptococcus agalactiae και Streptococcus dysgalactiae, 1 μg/ml για Streptococcus uberis δοθέντος ότι το ανενεργό σημείο είναι 8 μg/ml. H MIC90 της τυλοζίνης για απομονωθέντα Mycoplasma hyopneumoniae έδειξε ότι είναι 0,125 μg/ml με ανενεργό σημείο τα 4μg/ml. Τα MICs για το Mycoplasma bovis δείχνουν μία διπλή διάθεση στα 0,25 μg/ml και >16 μg/ml.

Μικρός αριθμός στελεχών του Arcanobacterium pyogenes, Fusobacterium necrophorum και Erysipalothrix insidiosa δοκιμάστηκαν και έδειξαν ευαισθησία στην τυλοζίνη (MIC 2 μg/ml μέχρι 6,25 μg/ml και κάτω από 0,083 αντίστοιχα).

Η Pasteurella multocida και n Brachyspira hyopneumoniae δείχνουν ένα ευρύ φάσμα MIC από 8 έως >64 μg/ml με ανενεργ ό σημείο τα 16 μg/ml.

Η τυλοζίνη, εΙναι μακρολίδιο αντιβιοτικό με 16 δακτυλίους. Οι ανθεκτικοί μικροοργανισμοί παρουσιάζουν διασταυρωμένη αντίσταση και με άλλα μακρολίδια: ερυθρομυκίνη, λινκομυκίνη, σπιραμυκίνη και σπεκτινομυκίνη. Η αντίσταση στην τυλοζίνη οφείλεται σε μία τροποποίηση, στο οημείο της ένωσης, από το ριβοσωμάτιο στο αντιβιοτικό.

Φαρμακοκινητική

Μετά από ενδομυϊκή ένεση το υψηλό επίπεδο της τυλοζίνης στο αίμα φθάνει σε 1-2 ώρες μετά την ένεση. Η διάρκεια δράσεως είναι περίπου 12 ώρες.

Επίπεδα τυλοζίνης 1,4-1,6 και 2,2-6,7 μg/ml σημειώθηκαν στον ορό και πνευμονικό ιστό αντιστοίχως μετά από ενδομυϊκή ένεση 8,8 mg/kg Ζ.Β. σε χοίρους. Μετρήσιμες ποσότητες τυλοζίνης ήσαν παρούσες στον ορό και στον πνεύμονα 12 ώρες μετά την ένεση. Οι συγκεντρώσεις της τυλοζίνης ήσαν μεγαλύτερες στον πνευμονικό ιστό απ' ότι στον ορό. Η κύρια οδός αποβολής της τυλοζίνης είναι δια του ήπατος μέσω της χολής και των κοπράνων.

Η τυλοζίνη επίσης αποβάλλεται με το γάλα.