Βιβλιογραφική αναφορά: CATOBEVIT Ενέσιμο διάλυμα για βοοειδή, άλογα, σκύλους και γάτες

Φαρμακοδυναμική

Φαρμακοθεραπευτική ομάδα: πεπτική οδός και μεταβολισμός, συμπληρώματα μεταλλικών στοιχείων, άλλα μεταλλικά προϊόντα, συνδυασμοί.
Kωδικός ATCvet: QA12CX99

Η βουταφωσφάνη αποτελεί πηγή οργανικού φωσφόρου για τον μεταβολισμό των ζώων. Μεταξύ άλλων, ο φώσφορος είναι σημαντικός για τον ενεργειακό μεταβολισμό. Είναι απαραίτητος για τη γλυκονεογένεση καθώς τα περισσότερα ενδιάμεσα προϊόντα αυτής της διαδικασίας πρέπει να είναι φωσφορυλιωμένα. Οι άμεσες φαρμακολογικές επιδράσεις της βουταφωσφάνης πέρα από την απλή υποκατάσταση φωσφόρου έχουν επιπλέον επισημανθεί.

Η κυανοκοβαλαμίνη είναι ένα συνένζυμο στη βιοσύνθεση της γλυκόζης από το προπιονικό οξύ. Επιπλέον χρησιμεύει ως συμπαράγοντας σε ένζυμα που είναι σημαντικά για τη σύνθεση λιπαρών οξέων και είναι σημαντική για τη διατήρηση της φυσιολογικής αιμοποίησης, την προστασία του ήπατος, και τη διατήρηση του μυϊκού ιστού, του υγιούς δέρματος, του εγκεφάλου και του μεταβολισμού στο πάγκρεας. Ανήκει στην κατηγορία των υδατοδιαλυτών βιταμινών Β που συντίθενται από τη μικροβιακή χλωρίδα στο πεπτικό σύστημα των ζώων (προστόμαχος μηρυκαστικών και παχύ έντερο). Λόγω των ιδιοτήτων των μικροβίων, η σύνθεση συνήθως δεν παράγει επαρκείς ποσότητες για να καλύψει τις ανάγκες ολόκληρου του ζωικού οργανισμού. Σημαντικές ελλείψεις παρατηρούνται σπανίως, ακόμη και σε περίπτωση ανεπαρκούς παροχής κυανοκοβαλαμίνης.

Ο ακριβής τρόπος δράσης της κυανοκοβαλαμίνης και της βουταφωσφάνης σε συνδυασμό δεν είναι πλήρως κατανοητός. Διάφορες επιδράσεις της κυανοκοβαλαμίνης και της βουταφωσφάνης σε συνδυασμό επί του μεταβολισμού των λιπιδίων των βοοειδών έχουν παρατηρηθεί σε κλινικές μελέτες που περιλαμβάνουν μειωμένα επίπεδα στον ορό μη εστεροποιημένων λιπαρών οξέων και βυδροξυβουτυρικού οξέος που σχετίζονται με την κέτωση.

Φαρμακοκινητική

Μετά από ενδοφλέβια χορήγηση σε βοοειδή, η βουταφωσφάνη κατανέμεται εντός του εξωαγγειακού χώρου μέσα σε λίγα λεπτά και απεκκρίνεται ταχέως από τον οργανισμό αμετάβλητη. Ο χρόνος ημίσειας ζωής της αποβολής είναι 83 έως 116 λεπτά. Ένα μέσο ποσοστό της μητρικής ουσίας της τάξεως του 77% ανακτάται στα ούρα, εντός δώδεκα ωρών μετά από ενδοφλέβια χορήγηση. Μόνο ίχνη βουταφωσφάνης ανευρίσκονται στο γάλα. Δεν ανιχνεύθηκε μεταβολική αποικοδόμηση. Η βουταφωσφάνη απορροφάται ταχέως και αποβάλλεται μετά από παρεντερική χορήγηση σε όλα τα είδη ζώων-στόχους.

Ο μεταβολισμός της κυανοκοβαλαμίνης είναι σύνθετος και συνδέεται στενά με εκείνον του φολικού οξέος και του ασκορβικού οξέος. Η βιταμίνη Β12 αποθηκεύεται σε σημαντικές ποσότητες στο ήπαρ, ενώ επιπλέον σημεία αποθήκευσης περιλαμβάνουν τον νεφρό, την καρδιά, τον σπλήνα και τον εγκέφαλο. Ο χρόνος ημίσειας ζωής της βιταμίνης Β12 σε ιστό είναι 32 ημέρες. Στα μηρυκαστικά, η βιταμίνη Β12 απεκκρίνεται κυρίως στα κόπρανα και σε μικρότερες ποσότητες στα ούρα.