Φαρμακοθεραπευτική ομάδα: αντιπαρασιτικά προιοντα, εντομοκτόνα και εντομοαπωθητικά
Κωδικός ATCvet: QP53AX19
Η φορμαλδεύδη είναι εξαιρετικά δραστικό βιοκτόνο, το οποίο αλληλεπιδρά με πρωτεΐνες, το DNA και το RNA διακόπτοντας κυτταρικές λειτουργίες. Υψηλές συγκεντρώσεις προκαλούν καθίζηση πρωτεϊνών δημιουργώντας κυτταρικό θάνατο. Επίσης, δρα σαν μεταλλαξιογόνος παράγοντας και ως παράγοντας αλκυλίωσης αντιδρώντας με καρβοξυλικές, σουλφυδρικές και υδροξυλικές ομάδες.
Δεν είναι γνωστό, ακριβώς, ποιος μηχανισμός της φορμαλδεΰδης ευθύνεται για την παρασιτική αδρανοποίηση.
Οι δοκιμές που διεξάγονται επιδερμικώς παρέχουν δεδομένα πολύ χαμηλής επιδερμικής απορρόφησης, επιβεβαιώνοντας ότι το υδατικό διάλυμα φορμαλδεΰδης δεν διαπερνά το δέρμα σε σημαντικό βαθμό, ακόμα και όταν εφαρμόζεται σε αυτό.
Ο χρόνος ημίσειας ζωής στην κυκλοφορία του αίματος ποικίλει μεταξύ 1 και 1,5 λεπτού σε διαφορετικά είδη κατόπιν ενδοφλέβιας χορήγησης, πιθανόν λόγω του ταχύτατου μεταβολισμού του, ο οποίος πρακτικά θα εμπόδιζε τη συστηματική κατανομή της φορμαλδεΰδης.
Η φορμαλδεΰδη μπορεί να μεταβολιστεί μέσω διάφορων οδών: (1) ενσωμάτωση σε μια ομάδα άνθρακα για να χρησιμοποιηθεί στην βιοσύνθεση των πουρινών, (2) σύζευξη της γλουταθειόνης και οξείδωση από το ένζυμο αφυδρογονάση φορμαλδεΰδη και (3) οξείδωση με καταλάση. Επιπροσθέτως, η φορμαλδεΰδη σχηματίζεται ενδογενώς κατά τη διάρκεια του μεταβολισμού αμινοξέων και των ξενοβιοτικών.
Βιβλιογραφικές πληροφορίες που αναφέρονται σε ψάρια δείχνουν ότι η εφαρμογή της φορμαλδεύδης με τη μορφή λουτρών στη συνιστώμενη δόση, ακόμα και σε υψηλότερα επίπεδα δεν παράγει υψηλότερα επίπεδα φορμαλδεύδης στους ιστούς των προς θεραπεία ψαριών από τα ενδογενή επίπεδα των ψαριών ελέγχου.