Να μην χρησιμοποιείται σε περίπτωση υπερευαισθησίας στο δραστικό συστατικό ή σε κάποιο από τα έκδοχα.
Να μην χρησιμοποιείται σε ζώα με καρδιακή νόσο ή στα τελευταία στάδια της κύησης.
Ανατρέξτε στην παράγραφο 4.7 «Χρήση κατά την κύηση, τη γαλουχία ή την ωοτοκία».
Καμία.
Συνιστάται η βραδεία ενδοφλέβια χορήγηση (όχι λιγότερο από 1 λεπτό) για να αποφεύγονται οι ανεπιθύμητες ενέργειες που περιγράφονται παρακάτω στην παράγραφο 4.6.
Συνιστάται να μην εγχύονται ενδομυϊκά πάνω από 20 ml σε ένα σημείο εφαρμογής.
Μην τρώτε, μην πίνετε και μην καπνίζετε κατά τον χειρισμό του προϊόντος. Άτομα με γνωστή υπερευαισθησία στη μενβουτόνη πρέπει να αποφεύγουν την επαφή με το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν.
Τυχαία αυτοένεση μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό.
Σε περίπτωση τυχαίας αυτoένεσης, να αναζητήσετε αμέσως ιατρική βοήθεια και να επιδείξετε στον ιατρό το εσώκλειστο φύλλο οδηγιών χρήσεως ή την ετικέτα του φαρμακευτικού προϊόντος.
Μετά από ενδοφλέβια χορήγηση, μπορεί να υπάρξει σιελόρροια, δακρύρροια, τρόμος, ακούσια ούρηση και αφόδευση.
Μετά από ενδομυϊκή χορήγηση, μπορεί να υπάρξει αντίδραση στο σημείο της έγχυσης (οίδημα, αιμορραγία, νέκρωση).
Υπερδιέγερση και αύξηση της αναπνευστικής συχνότητας μπορεί να παρατηρηθούν περιστασιακά.
Σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να παρατηρηθεί προσωρινή κατάκλιση, κυρίως σε βοοειδή μετά από ενδοφλέβια χορήγηση.
Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, μπορεί να υπάρξουν αντιδράσεις αναφυλακτικού τύπου και θα πρέπει να αντιμετωπίζονται συμπτωματικά.
Η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών καθορίζεται ως ακολούθως:
Να μην χρησιμοποιείται κατά την διάρκεια του τελευταίου τρίτου της εγκυμοσύνης.
Αυτό το προϊόν μπορεί να χορηγηθεί σε θηλάζοντα ζώα.
Δεν είναι γνωστή καμία.
Να μην χορηγείται μαζί με διαλύματα που περιέχουν: