Φαρμακοθεραπευτική ομάδα: Παράγοντες που δρουν στο σύστημα ρενίνης-αγγειοτενσίνης, αναστολείς του Μετατρεπτικού Ενζύμου της Αγγειοτενσίνης, συνδυασμοί
ATCvet code: QC09BA07
Η σπειρονολακτόνη και οι δραστικοί μεταβολίτες της (συμπεριλαμβάνονται οι 7-α-θειομέθυλοσπειρονολακτόνη και κανρενόνη) δρουν ως ειδικοί ανταγωνιστές της αλδοστερόνης συνδεόμενοι ανταγωνιστικά στους υποδοχείς αλατοκορτικοειδών που βρίσκονται στους νεφρούς, καρδιά και αιμοφόρα αγγεία. Στους νεφρούς, η σπειρονολακτόνη αναστέλλει την κατακράτηση νατρίου που προκαλείται από την αλδοστερόνη με αποτέλεσμα αύξηση της αποβολής νατρίου και επομένως νερού και κατακράτηση καλίου. Η απορρέουσα ελάττωση του εξωκυττάριου όγκου μειώνει το καρδιακό προφορτίο και την πίεση στον αριστερό κόλπο. Το αποτέλεσμα είναι βελτίωση της καρδιακής λειτουργίας. Στο καρδιαγγειακό σύστημα, η σπειρονολακτόνη προλαμβάνει τις επιβλαβείς δράσεις της αλδοστερόνης. Αν και ο ακριβής μηχανισμός δράσης της αλδοστερόνης δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί επακριβώς, προκαλεί η αλδοστερόνη ίνωση του μυοκαρδίου, ιστικές μεταβολές του μυοκαρδίου και των αγγείων και δυσλειτουργία του ενδοθηλίου. Σε πειραματικά πρότυπα σε σκύλους, καταδείχθηκε ότι μακροχρόνια θεραπεία με έναν ανταγωνιστή της αλδοστερόνης προλαμβάνει την προοδευτική δυσλειτουργία της αριστερής κοιλίας και μετριάζει τις ιστικές μεταβολές της σε σκύλους με χρόνια καρδιακή ανεπάρκεια.
Η βεναζεπρίλη υδροχλωρική είναι προ-φάρμακο που υδρολύεται in vivo στο δραστικό μεταβολίτη της, βεναζεπριλάτη. Η βεναζεπριλάτη είναι ιδιαίτερα ισχυρός και εκλεκτικός αναστολέας του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης (ΜΕΑ), εμποδίζοντας έτσι τη μετατροπή της μη δραστικής αγγειοτενσίνης I στη δραστική αγγειοτενσίνη II. Με αυτό τον τρόπο, αναστέλλει τα αποτελέσματα της δράσης της αγγειοτενσίνης II, συμπεριλαμβανομένης της αγγειοσύσπασης των αρτηριών και φλεβών, της κατακράτησης νατρίου και νερού από τους νεφρούς.
Το προϊόν προκαλεί στους σκύλους μακράς διάρκειας αναστολή της δράσης στο πλάσμα του ΜΕΑ, με περισσότερο από 95% αναστολή ως μέγιστο αποτέλεσμα και σημαντική δράση (>80%) παραμένουσα 24 ώρες μετά τη χορήγηση.
Ο συνδυασμός σπειρονολακτόνη-βεναζεπρίλη είναι επωφελής καθώς και οι δύο ουσίες δρουν στο σύστημα ρενίνη-αγγειοτενσίνη-αλδοστερόνη (RAAS) αλλά σε διαφορετικά επίπεδα κατά μήκος της αλληλουχίας.
Η βεναζεπρίλη, εμποδίζοντας το σχηματισμό της αγγειοτενσίνης-II, αναστέλλει τα επιβλαβή αποτελέσματα της αγγειοσύσπασης και της ενεργοποίησης της απελευθέρωσης αλδοστερόνης. Εν τούτοις, η απελευθέρωση αλδοστερόνης δεν ελέγχεται πλήρως από τους αναστολείς ΜΕΑ, διότι η αγγειοτενσίνη-II παράγεται επίσης από οδούς εκτός ΜΕΑ, όπως της χυμάσης (φαινόμενο γνωστό ως «aldosterone breakthrough»). Η έκκριση της αλδοστερόνης μπορεί επίσης να ενεργοποιηθεί από παράγοντες άλλους εκτός της αγγειοτενσίνης-II, ιδίως από την αύξηση του καλίου στο αίμα (Κ+) ή από την αδρενοκορτικοτρόπο ορμόνη (ACTH). Επομένως, για την επίτευξη μια πιο πλήρους αναστολής των επιβλαβών συνεπειών από την υπερδραστηριότητα του συστήματος ρενίνηαγγειοτενσίνη-αλδοστερόνη κατά την καρδιακή ανεπάρκεια, συνιστάται να χορηγούνται ανταγωνιστές της αλδοστερόνης, όπως η σπειρονολακτόνη, ταυτόχρονα με αναστολείς ΜΕΑ για να ανακόπτεται ειδικά η δράση της αλδοστερόνης (ανεξαρτήτως πηγής παραγωγής της), διαμέσου συναγωνιστικού ανταγωνισμού στους υποδοχείς αλατοκορτικοειδών.
Σε κλινικές μελέτες όπου μελετήθηκε ο χρόνος επιβίωσης σκύλων με συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, βρέθηκε ότι ο σταθερός συνδυασμός των δύο ουσιών αύξησε το προσδόκιμο επιβίωσης με 89% μείωση του σχετικού κινδύνου θνησιμότητας εκτιμούμενης σε σκύλους που θεραπεύτηκαν με σπειρονολακτόνη σε συνδυασμό με βεναζεπρίλη (ως υδροχλωρική) σε σύγκριση με σκύλους που θεραπεύτηκαν με βεναζεπρίλη (ως υδροχλωρική) μόνο (η θνησιμότητα ορίστηκε ως ο θάνατος ή η ευθανασία του ζώου λόγω καρδιακής ανεπάρκειας). Επίσης παρατηρήθηκε ταχύτερη βελτίωση του βήχα και της δραστηριότητας του ζώου και βραδύτερη αποδόμηση του βήχα, των καρδιακών τόνων και της όρεξης.
Μπορεί να παρατηρηθεί ελαφρά αύξηση της αλδοστερόνης στο αίμα ζώων που βρίσκονται υπό θεραπεία. Αυτό πιστεύεται ότι οφείλεται στη δραστηριοποίηση των μηχανισμών ανάδρασης χωρίς την εκδήλωση κλινικά ανεπιθύμητων ενεργειών. Σε υψηλές δόσεις μπορεί να παρατηρηθεί μια δοσοεξαρτώμενη υπερτροφία της μυελώδους μοίρας των επινεφριδίων. Σε μια κλινική μελέτη που διεξήχθη σε σκύλους με χρόνια εκφυλιστική βαλβιδοπάθεια, το 85,9% των σκύλων έδειξαν καλή συμμόρφωση στη θεραπεία (= επιτυχής χορήγηση του 90% των συνταγογραφούμενων δισκίων) για περίοδο τριών μηνών.
Η φαρμακοκινητική της σπειρονολακτόνης βασίζεται στους μεταβολίτες της, καθώς η μητρική ένωση είναι ασταθής στις δοκιμές.
Μετά από χορήγηση σπειρονολακτόνης σε σκύλους από το στόμα, καταδείχθηκε ότι οι τρεις μεταβολίτες έφθασαν σε επίπεδα από 32 έως 49% της χορηγηθείσας δόσης. Η τροφή αυξάνει τη βιοδιαθεσιμότητα σε 80 έως 90%. Μετά από χορήγηση από το στόμα 2 έως 4 mg/kg σ.β., η απορρόφηση αυξάνει γραμμικά πάνω από το εύρος τιμών.
Δεν παρατηρείται συσσώρευση μετά από χορήγηση από το στόμα πολλαπλών δόσεων 2 mg σπειρονολακτόνη ανά kg (με 0,25 mg βεναζεπρίλη υδροχλωρική ανά kg σ.β.) για 7 συνεχόμενες ημέρες. Σε σταθερή συγκέντρωση, οι μέσες τιμές Cmax των 324 μg/l και 66 μg/l των κύριων μεταβολιτών, 7-α-θειομέθυλο-σπειρονολακτόνη και κανρενόνη, επιτυγχάνονται 2 και 4 ώρες μετά τη χορήγηση, αντιστοίχως. Η συγκέντρωση παραμένει σταθερή από τη 2η ημέρα.
Μετά από χορήγηση από το στόμα βεναζεπρίλης υδροχλωρικής, επιτυγχάνεται ταχέως το μέγιστο επίπεδο συγκέντρωσης της βεναζεπρίλης και ταχέως μειώνεται καθώς μεταβολίζεται μερικώς από ηπατικά ένζυμα σε βεναζεπριλάτη. Ως υπόλοιπο υπολογίζεται η αμετάβλητη βεναζεπρίλη και υδρόφιλοι μεταβολίτες. Η διασυστημική βιοδιαθεσιμότητα της βεναζεπρίλης είναι ελλιπής λόγω της ελλιπούς απορρόφησης και της πρώτης οδού μεταβολισμού. Δεν υπάρχει σημαντική διαφορά στη φαρμακοκινητική της βεναζεπριλάτης όταν η βεναζεπρίλη (ως υδροχλωρική) χορηγείται σε σκύλους με την τροφή ή νηστικούς.
Μετά από χορήγηση από το στόμα πολλαπλών δόσεων 0,25 mg βεναζεπρίλη υδροχλωρική ανά kg σ.β. (με 2 mg σπειρονολακτόνη ανά kg σ.β.) για 7 συνεχόμενες ημέρες, η μέγιστη συγκέντρωση βεναζεπριλάτης (Cmax 52,4 ng/ml) επιτυγχάνεται σε μέγιστο χρόνο (Tmax) 1,4 ώρες.
Οι μέσοι όγκοι κατανομής (Vss) των 7-α-θειομέθυλο-σπειρονολακτόνης και κανρενόνης είναι περίπου 153 λίτρα και 177 λίτρα, αντιστοίχως. Ο μέσος χρόνος παραμονής των μεταβολιτών κυμαίνεται από 9 έως 14 ώρες και κατανέμονται επιλεκτικά στο γαστρεντερικό σωλήνα, τους νεφρούς, το ήπαρ και τα επινεφρίδια.
Η βεναζεπρίλη και η βεναζεπριλάτη κατανέμονται ταχέως, κυρίως στο ήπαρ και τους νεφρούς.
Η σπειρονολακτόνη μεταβολίζεται ταχέως και πλήρως στο ήπαρ στους δραστικούς της μεταβολίτες, 7-α-θειομέθυλο-σπειρονολακτόνη και κανρενόνη, που είναι οι πρωτεύοντες μεταβολίτες στο σκύλο. Μετά από ταυτόχρονη χορήγηση σπειρονολακτόνης (2 mg/kg σ.β.) και βεναζεπρίλης υδροχλωρικής (0,25 mg/kg σ.β.) οι τελικοί χρόνοι ημίσειας ζωής στο πλάσμα (t½) ήταν 7 ώρες και 6 ώρες για την κανρενόνη και την 7-α-θειομέθυλο-σπειρονολακτόνη, αντιστοίχως.
Οι συγκεντρώσεις της βεναζεπριλάτης μειώνονται σε δύο φάσεις: την αρχική ταχεία φάση που αντιπροσωπεύει την αποβολή του ελεύθερου φαρμάκου και την τελική φάση που αντανακλά την απελευθέρωση της βεναζεπριλάτης της συνδεδεμένης με ΜΕΑ, κυρίως στους ιστούς. Μετά από ταυτόχρονη χορήγηση σπειρονολακτόνης (2 mg/kg σ.β.) και βεναζεπρίλης υδροχλωρικής (0,25 mg/kg σ.β.) ο τελικός χρόνος ημίσειας ζωής στο πλάσμα της βεναζεπριλάτης (t½) ήταν 18 ώρες. Η βεναζεπρίλη και η βεναζεπριλάτη συνδέονται με τις πρωτεΐνες του πλάσματος σε μεγάλο βαθμό και στους ιστούς βρίσκονται κυρίως στο ήπαρ και τους νεφρούς.
Επαναλαμβανόμενη χορήγηση βεναζεπρίλης οδηγεί σε ελαφρά συσσώρευση βεναζεπριλάτης, με τη σταθερή συγκέντρωση να επιτυγχάνεται σε μερικές ημέρες.
Η σπειρονολακτόνη αποβάλλεται κυρίως με τη μορφή των μεταβολιτών της. Η κάθαρση από το πλάσμα του αίματος της κανρενόνης και της 7-α-θειομέθυλο-σπειρονολακτόνης είναι 1,5 l/h/kg σ.β. και 0,9 l/h/kg σ.β., αντιστοίχως. Μετά από χορήγηση από το στόμα στο σκύλο ραδιοσημασμένης σπειρονολακτόνης, 70% της δόσης βρίσκεται στα κόπρανα και 20% στο ούρο.
Η βεναζεπριλάτη αποβάλλεται στους σκύλους με τη χολική απέκκριση και με το ούρο. Η κάθαρση της βεναζεπριλάτης στους σκύλους δεν επηρεάζεται από βλάβη της νεφρικής λειτουργίας και ως εκ τούτου δεν απαιτείται ρύθμιση της δόσης της βεναζεπρίλης σε περιπτώσεις νεφρικής ανεπάρκειας.