Βιβλιογραφική αναφορά: LINCOMIX Πρόμιγμα για φαρμακούχο τροφή για χοίρους

Φαρμακοδυναμική

Κωδικός ATCvet: QJ01FF02

Η λινκομυκίνη ανήκει στην ομάδα των λινκοσαμιδών των οποίων η αντιβακτηριακή δράση στοχεύει σε gram+ και αναερόβια βακτήρια.

Ανάλογα με την ευαισθησία των βακτηριδίων και τη συγκέντρωση του αντιβιοτικού, η δράση της λινκομυκίνης είναι είτε βακτηριοκτόνα είτε βακτηριοστατική. Το αποτέλεσμα βασίζεται κυρίως στην αναστολή της πρωτεϊνικής σύνθεσης του μικροοργανισμού. Η λινκομυκίνη είναι αποτελεσματική έναντι gram+ βακτηρίων, όπως Staphylococcus, Streptococcus, Corynebacterium, Erysipelothrix και Leptospira. Είναι επίσης αποτελεσματική κατά των αναερόβιων βακτηρίων, συμπεριλαμβανομένων των Clostridia, Bacteroides και Brachyspira. Τα στελέχη Brachyspira hyodysenteriae είναι ανθεκτικά στη λινκομυκίνη και η αντίσταση αυξάνεται σε άλλα στελέχη Brachyspira. Είναι επίσης αποτελεσματική κατά των μυκοπλασμάτων. Η λινκομυκίνη δεν έχει καμία επίδραση σε gram-αερόβια μικρόβια, όπως Klebsiella, Pasteurella, Pseudomonas ή Salmonella. Η ανάπτυξη χρωμοσωμικής αντοχής στη λινκομυκίνη είναι μια πολυφασική διαδικασία. Η αντοχή μπορεί επίσης να προκαλείται από πλασμίδια. Η διασταυρούμενη αντοχή είναι συχνή μεταξύ των μακρολιδίων και της ομάδας αντιβιοτικών της στρεπτογραμμίνης.

Φαρμακοκινητική

Μετά τη χορήγησή της από το στόμα, η λινκομυκίνη απορροφάται από τον γαστρεντερικό σωλήνα και περνά με γρήγορο ρυθμό στην κυκλοφορία του αίματος, με αποτέλεσμα οι συγκεντρώσεις της στον ορό να είναι μετρήσιμες εντός 30 λεπτών της ώρας. Η μέγιστη συγκέντρωσή της στον ορό επιτυγχάνεται εντός 2-4 ωρών, ενώ ανιχνεύεται στον ορό έως και 24 ώρες μετά τη χορήγηση.

Ανιχνεύεται επίσης και στο γάλα. Όταν χορηγείται στις συνιστώμενες δόσεις, οι συγκεντρώσεις της στον ορό παραμένουν πάνω από τις τιμές MIC των περισσότερων gram+ μικροβίων για 6-8 ώρες. Η βιοδιαθεσιμότητά της στους χοίρους είναι περίπου 53%. Αποβάλλεται σε αυτούσια μορφή κυρίως με τα κόπρανα, αλλά και με τη μορφή μεταβολιτών, ιδιαίτερα μέσω της χολής.