Ιστορικό επιληπτικών κρίσεων ή που ευνοούν την εμφάνιση τους, κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις.
Δηλητηρίαση στρυχνίνης, πικροτοξίνης ή αντιχολινεστερασικά.
Υπόταση, αναιμία, υποθερμία.
Βλ. παραγράφους 4.3, 4.5, 4.6, 4.7, 4.8.
Να μη χρησιμοποιείται σε περίπτωση υπερευαισθησίας στο δραστικό συστατικό ή σε κάποιο από τα έκδοχα.
Προσοχή στη χορήγηση σε περιπτώσεις αφυδάτωσης, καταστολής του ΚΝΣ, ηπατικής ή νεφρικής ανεπάρκειας και πνευμονοπάθειας.
Αυξανόμενης της δόσης, δεν αυξάνεται το ηρεμιστικό αποτέλεσμα, αλλά μόνο η διάρκειά του.
Δεν κρίνονται απαραίτητες για το άτομο που χορηγεί το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν.
Σε περίπτωση που κατά λάθος κάνετε αυτoένεση ή υπάρξει κατάποση, να αναζητήσετε αμέσως ιατρική βοήθεια και να επιδείξετε στον ιατρό το εσώκλειστο φύλλο οδηγιών χρήσης ή την ετικέτα του φαρμακευτικού προϊόντος.
Πολύ σπάνια μπορεί να παρατηρηθεί αύξηση της ενδοκρανιακής πίεσης και μείωση του ουδού επιληπτογένεσης, και περιφερειακή αγγειοδιαστολή με αποτέλεσμα υπόταση και υποθερμία.
Σπάνια, μπορεί να προκαλέσει λιποθυμική κρίση και καρδιαγγειακή κατάρρευση, ιδιαίτερα στις βραχυκέφαλες φυλές σκύλων (π.χ. Boxer).
Επίσης, μυδρίαση, παρατεταμένη κατάπτωση, αταξία, ακινησία.
Η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών καθορίζεται ως ακολούθως:
Δεν συνιστάται η χρήση του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος.
Όταν οι φαινοθειαζίνες χορηγούνται σε συνδυασμό με κατασταλτικά του ΚΝΣ (βαρβιτουρικά, υπνωτικά, αναλγητικά, ηρεμιστικά) ή με ανταγωνιστές των μουσκαρινικών υποδοχέων, ενισχύεται η κατασταλτική δράση τους. Μετά τη χορήγηση των φαινοθειαζινών, η δόση των αναισθητικών φαρμάκων που απαιτείται για την εγκατάσταση γενικής αναισθησίας μειώνεται. Οι φαινοθειαζίνες ενισχύουν τη δράση της υδροχλωρικής προκαΐνης. Αυξάνουν την τοξικότητα των οργανοφωσφορικών και δεν πρέπει να χορηγούνται για ένα μήνα μετά την εφαρμογή θεραπείας με οργανοφωσφορικά.
Με αντιόξινα ή αντιδιαρροϊκά μειώνεται η απορρόφηση της ακεπρομαζίνης από το έντερο. Με προπρανολόλη αυξάνονται τα επίπεδα, τόσο της προπρανολόλης, όσο και της ακεπρομαζίνης στο πλάσμα του αίματος. Η ακεπρομαζίνη δεν πρέπει να συνδυάζεται με την αδρεναλίνη.
Δεν είναι γνωστή καμία.