Βιβλιογραφική αναφορά: ALPRAMIL 12,5 mg/125 mg Δισκίο (2022)

Αντενδείξεις

Να μη χρησιμοποιείται σε σκύλους με σωματικό βάρος μικρότερο των 5 kg.

Να μη χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις γνωστής υπερευαισθησίας στα δραστικά συστατικά ή σε κάποιο από τα έκδοχα.

Βλ. επίσης το κεφάλαιο 4.5 «Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση».

Ειδικές προειδοποιήσεις

Η χρήση του προϊόντος θα πρέπει να ακολουθεί την εφαρμογή των κατάλληλων διαγνωστικών μέτρων για μικτές λοιμώξεις από νηματώδη και κεστώδη λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό και τα χαρακτηριστικά των ζώων (π.χ. ηλικία, κατάσταση υγείας), το περιβάλλον (π.χ. οικόσιτα σκυλιά, κυνηγετικά σκυλιά), τη διατροφή (π.χ. πρόσβαση σε ωμό κρέας), τη γεωγραφική θέση και τα ταξίδια.

Η χορήγηση του προϊόντος σε σκύλους που κινδυνεύουν από μικτές επαναμολύνσεις ή από ειδικές καταστάσεις κινδύνου (όπως κίνδυνος ζωοανθρωπονόσων) θα πρέπει να αποφασίζεται από τον υπεύθυνο κτηνίατρο.

Προκειμένου να αναπτυχθεί ένα αποτελεσματικό πρόγραμμα παρασιτικού ελέγχου, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι τοπικές επιδημιολογικές πληροφορίες και ο κίνδυνος έκθεσης του σκύλου, και συνιστάται η αναζήτηση επαγγελματικής συμβουλής.

Συνιστάται η ταυτόχρονη θεραπεία όλων των ζώων που ζουν στο ίδιο σπίτι.

Εάν επιβεβαιωθεί λοίμωξη από το κεστώδες D. caninum, ενδείκνυται ταυτόχρονη θεραπεία έναντι των ενδιάμεσων ξενιστών, όπως ψύλλοι και ψείρες, ώστε να αποφευχθεί ενδεχόμενη επαναμόλυνση. Μπορεί να αναπτυχθεί ανθεκτικότητα των παρασίτων σε οποιαδήποτε κατηγορία ανθελμινθικών, μετά τη συχνή και επαναλαμβανόμενη χρήση ανθελμινθικών της συγκεκριμένης κατηγορίας. Η περιττή χρήση αντιπαρασιτικών ή η χρήση που παρεκκλίνει από τις οδηγίες μπορεί να αυξήσει την πίεση επιλογής ανθεκτικότητας και να οδηγήσει σε μειωμένη αποτελεσματικότητα. Σε τρίτες χώρες (ΗΠΑ), έχει αναφερθεί ήδη ανθεκτικότητα του Dipylidium caninum στην πραζικουαντέλη καθώς και περιπτώσεις ανθεκτικότητας σε πολλαπλά φάρμακα του Ancylostoma caninum στην οξίμη της μιλβεμυκίνης.

Ειδικές προφυλάξεις κατά τη χρήση

Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση σε ζώα

Μελέτες με οξίμη της μιλβεμυκίνης καταδεικνύουν ότι το περιθώριο ασφάλειας σε σκύλους φυλής Collie ή σε συγγενείς φυλές που φέρουν μεταλλαγμένο γονίδιο MDR1 (/) είναι χαμηλότερο σε σύγκριση με τον κανονικό πληθυσμό. Σε αυτούς τους σκύλους, η συνιστώμενη δόση θα πρέπει να τηρείται αυστηρά. Η ανοχή του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος σε νεαρά κουτάβια από αυτές τις φυλές δεν έχει διερευνηθεί. Τα κλινικά συμπτώματα σε αυτούς τους σκύλους είναι παρόμοια με εκείνα που παρατηρούνται στον γενικό πληθυσμό των σκύλων (βλ. κεφάλαιο 4.6 «Ανεπιθύμητες ενέργειες (συχνότητα και σοβαρότητα)»).

Η θεραπεία των σκύλων με μεγάλο αριθμό μικροφιλαριών στο αίμα μπορεί μερικές φορές να οδηγήσει στην εμφάνιση αντιδράσεων υπερευαισθησίας, όπως ωχρότητα των βλεννογόνων, έμετος, μυϊκός τρόμος, δύσπνοια ή υπέρμετρη σιελόρροια. Αυτές οι αντιδράσεις σχετίζονται με την απελευθέρωση πρωτεϊνών από τις νεκρές ή θνήσκουσες μικροφιλάριες και δεν είναι άμεση τοξική επίδραση του προϊόντος. Ως εκ τούτου, δεν συνιστάται η χρήση σε σκύλους που πάσχουν από μικροφιλαριαιμία.

Σε περιοχές επικίνδυνες για διροφιλάρια, ή στην περίπτωση που είναι γνωστό ότι ένας σκύλος ταξιδεύει προς και από περιοχές επικίνδυνες για διροφιλάρια, πριν από τη χρήση του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος, συνιστάται η συμβουλή του κτηνιάτρου ώστε να αποκλειστεί η παρουσία οποιασδήποτε ταυτόχρονης μόλυνσης από Dirofilaria immitis. Στην περίπτωση θετικής διάγνωσης, ενδείκνυται η θεραπεία με ενηλικοκτόνο πριν τη χορήγηση του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος.

Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες σε σοβαρά εξασθενημένους σκύλους ή σε σκύλους με σοβαρή διαταραχή νεφρικής ή ηπατικής λειτουργίας. Η χρήση του προϊόντος δεν συνιστάται σε αυτά τα ζώα εκτός εάν γίνεται σύμφωνα με την εκτίμηση οφέλους/κινδύνου από τον υπεύθυνο κτηνίατρο. Σε σκύλους ηλικίας μικρότερης των 4 εβδομάδων, η μόλυνση από ταινία είναι ασυνήθης. Η θεραπεία ζώων ηλικίας μικρότερης των 4 εβδομάδων με ένα συνδυασμένο προϊόν μπορεί συνεπώς να μην είναι απαραίτητη.

Καθώς τα δισκία είναι αρωματισμένα, θα πρέπει να φυλάσσονται σε ασφαλές μέρος μακριά από τα ζώα.

Ιδιαίτερες προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνονται από το άτομο που χορηγεί το φαρμακευτικό προϊόν σε ζώα

Η κατάποση αυτού του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος μπορεί να είναι επιβλαβής, ειδικά για τα παιδιά.

Αποφύγετε την κατά λάθος κατάποση.

Το προϊόν θα πρέπει να φυλάσσεται σε ασφαλές μέρος.

Σε περίπτωση κατά λάθος κατάποσης, αναζητήστε αμέσως ιατρική συμβουλή και δείξτε στον ιατρό το φύλλο οδηγιών χρήσης ή την ετικέτα.

Να πλένετε τα χέρια μετά τη χρήση.

Άλλες προφυλάξεις

Η εχινοκοκκίαση αποτελεί κίνδυνο για τους ανθρώπους. Επειδή η εχινοκοκκίαση αποτελεί νόσημα υποχρεωτικής δήλωσης στον Παγκόσμιο Οργανισμό για την Υγεία των Ζώων (OIE), πρέπει να λαμβάνονται από τις σχετικές αρμόδιες αρχές, ειδικές κατευθυντήριες οδηγίες για τη θεραπεία και την παρακολούθηση της νόσου και για την προστασία των ανθρώπων.

Ανεπιθύμητες ενέργειες

Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, έχουν παρατηρηθεί σε σκύλους αντιδράσεις υπερευαισθησίας, συστηματικά συμπτώματα (όπως λήθαργος), νευρολογικά συμπτώματα (όπως μυϊκός τρόμος και αταξία) ή/και γαστρεντερικά συμπτώματα (όπως έμετος, διάρροια, ανορεξία και σιελόρροια), μετά τη χορήγηση του συνδυασμού οξίμης της μιλβεμυκίνης και πραζικουαντέλης.

Η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών καθορίζεται ως ακολούθως:

  • πολύ συχνή (περισσότερο από 1 στα 10 υπό θεραπεία ζώα παρουσιάζουν ανεπιθύμητες ενέργειες)
  • συχνή (περισσότερο από 1 αλλά λιγότερο από 10 ζώα στα 100 υπό θεραπεία ζώα)
  • μη συνηθισμένη (περισσότερο από 1 αλλά λιγότερο από 10 ζώα στα 1.000 υπό θεραπεία ζώα)
  • σπάνια (περισσότερο από 1 αλλά λιγότερο από 10 ζώα στα 10.000 υπό θεραπεία ζώα)
  • πολύ σπάνια (λιγότερο από 1 στα 10.000 υπό θεραπεία ζώα).

Χρήση κατά την κύηση, τη γαλουχία ή την ωοτοκία

Το προϊόν μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε σκύλους αναπαραγωγής συμπεριλαμβανομένων των θηλυκών σε κατάσταση εγκυμοσύνης και θηλασμού.

Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης

Η ταυτόχρονη χρήση του προϊόντος με σελαμεκτίνη είναι καλά ανεκτή. Δεν παρατηρήθηκαν αλληλεπιδράσεις όταν η συνιστώμενη δόση της μακροκυκλικής λακτόνης σελαμεκτίνης χορηγήθηκε κατά τη διάρκεια θεραπείας με το προϊόν στη συνιστώμενη δόση. Λόγω έλλειψης επιπλέον μελετών, θα πρέπει να δίνεται προσοχή στην περίπτωση ταυτόχρονης χρήσης του προϊόντος με άλλες μακροκυκλικές λακτόνες. Επίσης, δεν έχουν διεξαχθεί τέτοιες μελέτες σε ζώα σε ηλικία αναπαραγωγής.

Κύριες ασυμβατότητες

Δεν εφαρμόζεται.