Φαρμακοθεραπευτική ομάδα: Γενικά αναισθητικά
Κωδικός ATCvet: QN01AX03
Η κεταμίνη αποτελεί ισχυρό διαχωριστικό αναισθητικό παράγοντα. Το προϊόν προκαλεί μια κατάσταση καταληψίας με αμνησία και αναλγησία: ο μυϊκός τόνος διατηρείται, συμπεριλαμβανομένων του φαρυγγικού και του λαρυγγικού αντανακλαστικού. Η καρδιακή συχνότητα, η αρτηριακή πίεση και η καρδιακή παροχή αυξάνονται. Η αναπνευστική καταστολή δεν αποτελεί αντιληπτό χαρακτηριστικό.
Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά μπορεί να τροποποιηθούν αν το προϊόν χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες.
Η κεταμίνη κατανέμεται γρήγορα και σε ολόκληρο τον οργανισμό. Διαπερνά τον πλακούντα, αλλά οι συγκεντρώσεις στο έμβρυο είναι πολύ χαμηλότερες απ' ό,τι η συγκέντρωση στο αίμα της μητέρας. Η δέσμευση πρωτεϊνών στο αίμα είναι περίπου 50%. Η κα τανομή στους ιστούς είναι ακανόνιστη, με υψηλότερες συγκεντρώσεις να έχουν βρεθεί στο ήπαρ και τους νεφρούς. Μεταβολίζεται ταχέως και πλήρως, αλλά ο μεταβολισμός διαφέρει μεταξύ μεμονωμένων ζωικών ειδών. Η απέκκριση γίνεται κυρίως μέσω των νεφρών.
Στα άλογα (έπειτα από εφάπαξ δόση 2,2 mg/kg κεταμίνης IV) παρατηρείται Cmax της τάξης των 685 +/- 147 ng/ml, με επίτευξη της Tmax στις 2 ώρες. Στα βοοειδή (έπειτα από εφάπαξ δόση 5 mg/kg IV) παρατηρείται Cmax της τάξης των 18.135 ng/ml, με επίτευξη της Tmax σε 0,083 ώρα. Στους χοίρους παρατηρείται Cmax της τάξης των 11,6 μg/ml, με την Tmax να επιτυγχάνεται έπειτα από 5 λεπτά και μετά από εφάπαξ δόση 15 mg/kg IM. Στο στοχευόμενο ζωικό είδος του σκύλου και της γάτας, έπειτα από χορήγηση 20 mg/kg IV, τα ανώτατα επίπεδα στους ιστούς είναι 42% της αρχικής δόσης, με την Tmax να επιτυγχάνεται εντός 10 λεπτών.