Φαρμακοθεραπευτική ομάδα: Συστημικά αντιμυκητιακά, παράγωγα ιμιδαζόλης
ATCvet code: QJ02AB02
Η κετοκοναζόλη είναι ένας αντιμυκητιακός παράγοντας ευρέος φάσματος, που προέρχεται από την ιμιδαζολο-διοξολάνη, που ασκεί μια μυκοστατική και σποροκτόνο δράση στα δερματόφυτα σε σκύλους.
Η κετοκοναζόλη αναστέλλει σε μεγάλο βαθμό το σύστημα του κυτοχρώματος Ρ450. Τροποποιεί τη διαπερατότητα των κυτταρικών μεμβρανών των μυκήτων και αναστέλλει ειδικώς τη σύνθεση της εργοστερόλης, η οποία είναι ένα βασικό συστατικό της κυτταρικής μεμβράνης των μυκήτων, κυρίως με την αναστολή του ενζύμου κυτόχρωμα Ρ450 14-αλφα-διμεθυλάση (P45014DM).
Η κετοκοναζόλη έχει αντι-ανδρογόνο και αντι-γλυκοκορτικοειδή δράση. Αναστέλλει τη μετατροπή της χοληστερόλης σε στεροειδείς ορμόνες όπως η τεστοστερόνη και η κορτιζόλη. Προκαλεί αυτό το αποτέλεσμα μέσω της αναστολής των ενζύμων του κυτοχρώματος Ρ450 που εμπλέκονται στη σύνθεση.
Μέσω της αναστολής του CYP3A4, μειώνεται ο μεταβολισμός πολλών φαρμάκων και αυξάνεται η in vivo βιοδιαθεσιμότητα τους.
Η κετοκοναζόλη αναστέλλει τις αντλίες εκροής των p-γλυκοπρωτεϊνών και μπορεί να αυξήσει την απορρόφηση από το στόμα και την κατανομή στους ιστούς, άλλων φαρμάκων, π.χ. της πρεδνιζολόνης.
Μετά την από του στόματος χορήγηση, τα μέγιστα επίπεδα στο πλάσμα των 22-49 μg/ml (μέση 35 μg/ml) επιτυγχάνονται εντός 1,5 έως 4,0 ωρών (μέση τιμή 2,9 ώρες).
Η απορρόφηση της κετοκοναζόλης ενισχύεται σε όξινο περιβάλλον και τα φάρμακα που αυξάνουν το γαστρικό pH μπορεί να μειώσουν την απορρόφηση. Υψηλά επίπεδα του φαρμάκου απαντώνται στο ήπαρ, τα επινεφρίδια και την υπόφυση, ενώ πιο μέτρια επίπεδα απαντώνται στους νεφρούς, τους πνεύμονες, τον μυελό των οστών και το μυοκάρδιο. Στις συνήθεις δόσεις (10 mg/kg), τα επίπεδα του φαρμάκου που επιτυγχάνονται είναι μάλλον ανεπαρκή στον εγκέφαλο, τους όρχεις και τους οφθαλμούς για τη θεραπεία των περισσότερων λοιμώξεων· απαιτούνται υψηλότερες δοσολογίες. Διαπερνά τον πλακούντα (στους αρουραίους) και απεκκρίνεται στο γάλα.
Η κετοκοναζόλη δεσμεύεται κατά 84% - 99% στα κλάσματα λευκωματινών του πλάσματος. Η κετοκοναζόλη μεταβολίζεται από το ήπαρ σε διάφορους ανενεργούς μεταβολίτες. Απεκκρίνεται κυρίως στη χολή και σε μικρότερο βαθμό στα ούρα. Ο τελικός χρόνος ημίσειας ζωής κυμαίνεται μεταξύ 3 και 9 ωρών (μέσος όρος 4,6 ώρες).