Να μην χρησιμοποιηθεί σε σκύλους βάρους μικρότερο των 5 kg.
Να μην χρησιμοποιηθεί σε περιπτώσεις υπερευαισθησίας στα δραστικά συστατικά ή σε οποιοδήποτε από τα έκδοχα.
Βλέπε επίσης κεφάλαιο 3.5 “Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση”.
Συνιστάται η ταυτόχρονη θεραπεία όλων των ζώων που ζουν στο ίδιο σπίτι.
Όταν έχει επιβεβαιωθεί μόλυνση από το κεστώδες D. caninum, θα πρέπει να συζητείται με τον κτηνίατρο το ενδεχόμενο ταυτόχρονης θεραπείας έναντι ενδιάμεσων ξενιστών (ψύλλοι και ψείρες) ώστε να αποφευχθεί η επαναμόλυνση. Μπορεί να αναπτυχθεί ανθεκτικότητα των παρασίτων σε οποιαδήποτε ειδική κατηγορία ανθελμινθικών, μετά από συχνή και επαναλαμβανόμενη χρήση ανθελμινθικού αυτής της κατηγορίας.
Η χρήση του προϊόντος θα πρέπει να ακολουθεί την εφαρμογή των κατάλληλων διαγνωστικών μέτρων για μεικτές λοιμώξεις από νηματώδη και κεστώδη λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό και τα χαρακτηριστικά των ζώων (π.χ. ηλικία, κατάσταση υγείας), το περιβάλλον (π.χ. σκύλοι σε κυνοτροφείο, κυνηγετικοί σκύλοι), τη διατροφή (π.χ. πρόσβαση σε ωμό κρέας), την γεωγραφική τοποθεσία και τα ταξίδια. Ο υπεύθυνος κτηνίατρος θα πρέπει να αποφανθεί για την χορήγηση του προϊόντος σε σκύλους που κινδυνεύουν από μεικτές επαναμολύνσεις ή από συγκεκριμένες καταστάσεις (όπως ζωο-ανθρωπονόσους). Για την χρήση του προϊόντος θα πρέπει να ληφθούν υπόψιν τοπικές πληροφορίες για την ανθεκτικότητα των παρασίτων στόχος, όπου δύναται.
H περιττή χρήση αντιπαρασιτικών, ή χρήση που παρεκκλίνει από τις οδηγίες που παρέχονται στο Φύλλο Οδηγιών χρήσης μπορεί να αυξήσει την ανθεκτικότητα και να οδηγήσει σε μειωμένη αποτελεσματικότητα.
Ανθεκτικότητα του Dipylidium caninum στην πραζικουαντέλη, όπως επίσης περιπτώσεις πολλαπλής ανθεκτικότητας του Ancylostoma caninum στην οξίμη της μιλμπεμυκίνης έχουν αναφερθεί στις ΗΠA.
Μελέτες με οξίμη της μιλμπεμυκίνης δηλώνουν ότι το περιθώριο ασφάλειας σε σκύλους της φυλής Collie με μετάλλαξη MDR1(/) ή συγγενείς φυλές είναι μικρότερο συγκριτικά με αυτό των άλλων φυλών. Σε αυτούς τους σκύλους η συνιστώμενη δοσολογία θα πρέπει να παρακολουθείται αυστηρά. Η ανοχή στο προϊόν σε νεαρά κουτάβια από αυτές τις φυλές δεν έχει ερευνηθεί.
Τα κλινικά συμπτώματα σε αυτούς τους σκύλους είναι παρόμοια με εκείνα που παρατηρούνται στο γενικό πληθυσμό των σκύλων όταν υπερδοσολογούνται (βλέπε κεφάλαιο 3.10 «Υπερδοσολογία»).
Η θεραπεία των σκύλων με μεγάλο αριθμό κυκλοφορουσών μικροφιλαριών, μπορεί μερικές φορές να οδηγήσει σε εμφάνιση αντιδράσεων υπερευαισθησίας, όπως ωχροί βλεννογόνοι, έμετος, μυϊκός τρόμος, δύσπνοια ή έντονη σιελόρροια. Αυτές οι αντιδράσεις σχετίζονται με την απελευθέρωση πρωτεϊνών από τις νεκρές ή θνήσκουσες μικροφιλάριες και δεν αποτελούν άμεση τοξική επίδραση του προϊόντος. Συνεπώς η χρήση σε σκύλους που πάσχουν από μικροφιλαριαιμία δεν συνιστάται.
Σε περιοχές που ενδημεί η διροφιλάρια, ή στην περίπτωση που είναι γνωστό ότι ένας σκύλος ταξιδεύει προς ή από περιοχές επικίνδυνες για διροφιλάρια, πριν από τη χρήση του κτηνιατρικού προϊόντος, συνιστάται η συμβουλή του κτηνιάτρου ώστε να αποκλειστεί η παρουσία οποιασδήποτε ταυτόχρονης μόλυνσης από Dirofilaria immitis. Στην περίπτωση θετικής διάγνωσης, ενδείκνυται η θεραπεία με ενηλικοκτόνο πριν τη χορήγηση του προϊόντος.
Δεν έχουν γίνει μελέτες σε σοβαρά εξασθενημένους σκύλους, ή με σοβαρής μορφής νεφρική ή ηπατική δυσλειτουργία. Το προϊόν δεν συνιστάται σε τέτοια ζώα παρά μόνον κατόπιν αξιολόγησης της σχέσης οφέλους/κινδύνου από τον υπεύθυνο κτηνίατρο.
Σε σκύλους ηλικίας μικρότερης των 4 εβδομάδων, η μόλυνση από ταινία είναι ασυνήθης. Η θεραπεία ζώων ηλικίας μικρότερης των 4 εβδομάδων με το συνδυασμένο προϊόν μπορεί συνεπώς να μην είναι απαραίτητη.
Τα δισκία είναι εύγευστα. Για να αποφευχθεί η κατά λάθος κατάποση, τα δισκία πρέπει να φυλάσσονται σε μέρος μη προσβάσιμο από τα ζώα.
Πλύνετε τα χέρια μετά τη χρήση.
Το παρόν κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν μπορεί να είναι επιβλαβές σε περίπτωση κατάποσης, ιδιαίτερα από παιδιά. Αποφύγετε την τυχαία κατάποση. Το προϊόν θα πρέπει να χορηγείται και να φυλάσσεται σε ασφαλές μέρος που δεν βλέπουν η προσεγγίζουν παιδιά. Σε περίπτωση τυχαίας κατάποσης των δισκίων, ιδιαίτερα από παιδί, ζητείστε ιατρική συμβουλή άμεσα και δείξτε στο γιατρό το φύλλο οδηγιών χρήσης ή την επισήμανση.
Άτομα με γνωστή υπερευαισθησία σε οποιοδήποτε από τα συστατικά θα πρέπει να αποφύγουν την επαφή με το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν.
Δεν ισχύει.
Η εχινοκοκκίαση είναι επικίνδυνη για τον άνθρωπο. Επειδή πρόκειται για νόσημα υποχρεωτικής δήλωσης για τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας των ζώων, πρέπει να ακολουθούνται ειδικές οδηγίες για τη θεραπεία και την παρακολούθηση, καθώς και για την ασφάλεια των ανθρώπων, από τις αρμόδιες αρχές (ειδικοί επιστήμονες ή εργαστήρια παρασιτολογίας).
Σκύλοι:
Πολύ σπάνια (<1 ζώο/10,000 υπό θεραπεία ζώα, συμπεριλαμβανομένων των μεμονωμένων αναφορών): | Αντιδράσεις υπερευαισθησίας λήθαργος μυϊκός τρόμος, αταξία και σπασμοί έμετοι, σιελόρροια, διάρροια και ανορεξία |
Η αναφορά ανεπιθύμητων αντιδράσεων είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της ασφάλειας ενός κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος. Οι αναφορές πρέπει να αποστέλλονται, κατά προτίμηση μέσω κτηνιάτρου, είτε στον κάτοχο της άδειας κυκλοφορίας είτε στην εθνική αρμόδια αρχή μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς. Βλέπε ενότητα «Στοιχεία επικοινωνίας» του φύλλου οδηγιών.
Η ασφάλεια του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος έχει τεκμηριωθεί κατά τη διάρκεια της κύησης και της γαλουχίας. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε σκύλους κατά την διάρκεια της κύησης ή της γαλουχίας.
Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ζώα αναπαραγωγής.
Δεν παρατηρήθηκαν αλληλεπιδράσεις όταν η μακροκυκλική λακτόνη σελαμεκτίνη χορηγήθηκε κατά τη διάρκεια θεραπείας με το προϊόν.
Αν και δεν συνίσταται, η ταυτόχρονη χορήγηση δισκίων που περιέχουν τον συνδυασμό πραζικουαντέλη/οξίμη της μιλμπεμυκίνης με διάλυμα επίχυσης σε σημείο (spot on) που περιέχει μοξιδεκτίνη και ιμιδακλοπρίδη στις συνιστώμενες δόσεις, μια φορά, ήταν καλα ανεκτή σε μια πειραματική μελέτη από σκύλους φυλής beagle στην ηλικία των 11 μηνών και άνω. Παροδικές νευρολογικές αντιδράσεις (μειωμένη ιδιοδεκτικότητα, χαλαρότητα πρόσθιων και οπισθίων άκρων, έλλειψη συντονισμού, ελαφρύς μυϊκός τρόμος και υψηλός βηματισμός μόνο των οπίσθιων άκρων) παρατηρήθηκαν μετά από ταυτόχρονη χορήγηση και των δύο προϊόντων σε μια άλλη μελέτη που διεξήχθη σε κουτάβια ηλικίας 8-12 εβδομάδων. Ωστόσο, τέτοιες αντιδράσεις δεν παρατηρήθηκαν σε αυτή τη μελέτη μετά τη χορήγηση μόνο του προϊόντος αυτού. Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα αυτού του συνδυασμού δεν έχουν διερευνηθεί σε μελέτες πεδίου.
Λόγω έλλειψης περαιτέρω μελετών, πρέπει να δίνεται προσοχή στην περίπτωση ταυτόχρονης χορήγησης του προϊόντος με άλλες μακροκυκλικές λακτόνες. Επίσης, δεν έχουν διεξαχθεί τέτοιες μελέτες με ζώα σε ηλικία αναπαραγωγής, σε ζώα της φυλής Collie και άλλες συγγενείς φυλές και διασταυρώσεις τους.
Δεν ισχύει.