Βιβλιογραφική αναφορά: OXMAX Διάλυμα προς έγχυση (2024)

Αντενδείξεις

Να μην χορηγείται σε σκύλους με διαγνωσμένη νεφρική νόσο.

Να μην χρησιμοποιείται σε περίπτωση υπερευαισθησίας στο δραστικό συστατικό ή σε κάποιο έκδοχο.

Να μην χρησιμοποιείται σε ζώα που διατρέχουν κίνδυνο υπερφόρτωσης όγκου (π.χ. ζώα με ολιγουρία/ανουρία ή προχωρημένη καρδιακή νόσο), καθώς αυτό μπορεί να προκαλέσει ανεπιθύμητες ενέργειες που σχετίζονται με την υπερφόρτωση του κυκλοφορικού συστήματος.

Να μην χρησιμοποιείται σε σκύλους που έχουν λάβει προηγούμενη θεραπεία με το εν λόγω κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν ή με άλλους φορείς οξυγόνου που βασίζονται στην αιμοσφαιρίνη βοοειδών, για την αποφυγή πιθανής αντίδρασης τύπου ευαισθησίας μετά από επαναλαμβανόμενη έκθεση.

Ειδικές προειδοποιήσεις

Δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα αποτελεσματικότητας για σκύλους που έχουν επανενυδατωθεί πριν από τη χορήγηση του προϊόντος ή σε περιπτώσεις αναιμίας με φυσιολογικό όγκο αίματος.

Ειδικές προφυλάξεις κατά τη χρήση

Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση σε ζώα

Να χρησιμοποιείται ως εφάπαξ χορήγηση.

Αποφεύγετε την τροφή και το νερό καθ' όλη τη διάρκεια της χορήγησης.

Η ένδειξη σχετικά με τη χρήση καθορίστηκε μετά την ταυτόχρονη χορήγηση του προϊόντος και των κρυσταλλοειδών υγρών ανάνηψης (LRS). Σε περίπτωση μη κρίσιμης κλινικής κατάστασης, το προϊόν δεν πρέπει να χορηγείται σε σκύλους που έχουν ήδη υποβληθεί σε θεραπεία με υγρά για την αποκατάσταση του κυκλοφορικού όγκου.

Λόγω των ιδιοτήτων διαστολής του πλάσματος που έχει το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν, θα πρέπει να εξετάζεται και να παρακολουθείται η πιθανότητα υπερφόρτωσης του κυκλοφορικού και η πιθανότητα πνευμονικού οιδήματος, ιδίως κατά τη χορήγηση συμπληρωματικών ενδοφλέβιων υγρών, ιδιαίτερα κολλοειδών διαλυμάτων.

Οι ενδείξεις υπερφόρτωσης του κυκλοφορικού θα πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά. Η ταχεία αύξηση του όγκου του αίματος μπορεί να ελεγχθεί με επιβράδυνση του ρυθμού χορήγησης. Εάν παρουσιαστεί υπερφόρτωση του κυκλοφορικού συστήματος, διακόψτε αμέσως την έγχυση και εξετάστε το ενδεχόμενο χορήγησης διουρητικών.

Η νεφρική λειτουργία θα πρέπει να παρακολουθείται τόσο κατά τη διάρκεια όσο και μετά τη χρήση του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος. Εάν παρατηρηθούν κλινικά σημεία νεφρικής δυσλειτουργίας, όπως κατάθλιψη, μειωμένη πρόσληψη τροφής, έμετος, πολυουρία ή ολιγουρία, θα πρέπει να αξιολογηθεί η νεφρική λειτουργία. Κατά την αξιολόγηση της νεφρικής λειτουργίας τα αποτελέσματα των χημικών παραμέτρων του ορού θα πρέπει να ερμηνεύονται με προσοχή, καθώς η παρουσία του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος στη συνιστώμενη δόση θεραπείας μπορεί να επηρεάσει τα αποτελέσματα του αζώτου ουρίας στο αίμα (BUN), της κρεατινίνης (CREA), του λόγου BUN/CREA και της ουρίας. Οι δείκτες νεφρικής λειτουργίας μπορεί να μην είναι αξιόπιστοι έως 12 ώρες (ουρία) και έως 4 ημέρες (BUN, λόγος BUN/CREA και CREA). Εάν η νεφρική δυσλειτουργία είναι έκδηλη, πρέπει να χορηγηθεί η κατάλληλη θεραπεία. Η νεφρική λειτουργία μπορεί να εκτιμηθεί με τη χρήση εργαλείων όπως υπερηχογράφημα της κοιλιακής χώρας και ανάλυση ούρων (συγκεκριμένα εξέταση του ιζήματος των ούρων και μέτρηση του ειδικού βάρους των ούρων).

Σε περίπτωση αναφυλαξίας, θα εμφανιστούν κλινικά σημεία που περιλαμβάνουν δερματικό εξάνθημα, οίδημα του προσώπου ή των άκρων, δυσκολία στην αναπνοή και/ή έμετο. Εάν εμφανιστεί αναφυλαξία, τα συμπτώματα αντιμετωπίζονται αμέσως όπως κρίνεται σκόπιμο, για παράδειγμα με αδρεναλίνη ακολουθούμενη από κορτικοστεροειδή.

Κλινική παθολογία

Σε σκύλους με προϋπάρχουσα αιμόλυση, οι συνήθεις αναλύσεις δεν θα είναι σε θέση να διακρίνουν το Oxmax από τη φυσική αιμοσφαιρίνη στο πλάσμα.

Χημεία και αιματολογία:

Η παρουσία του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος στον ορό μπορεί να επηρεάσει τις χρωματομετρικές μετρήσεις και να οδηγήσει σε λανθασμένες αυξήσεις ή μειώσεις στα αποτελέσματα των χημικών παραγόντων του ορού και των αιματολογικών εξετάσεων, ανάλογα με τη χορηγούμενη δόση, τον χρόνο μετά την έγχυση, τον τύπο του αναλυτή και τα αντιδραστήρια που χρησιμοποιούνται.

Οι μετρήσεις του γαλακτικού οξέος στο αίμα του σκύλου ενδέχεται να επηρεαστούν από την παρουσία του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος. Συνιστάται να ερμηνεύεται με προσοχή η μετρηθείσα συγκέντρωση γαλακτικού οξέος και να χρησιμοποιούνται άλλες παράμετροι σε συνδυασμό με τα επίπεδα του γαλακτικού οξέος για την κλινική αξιολόγηση του ασθενούς.

Πήξη:

Ο χρόνος προθρομβίνης (PT) και ο χρόνος ενεργοποιημένης μερικής θρομβοπλαστίνης (aPTT) μπορούν να προσδιοριστούν με ακρίβεια παρουσία του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος με τη χρήση μηχανικών ή μαγνητικών μεθόδων ή με σκέδαση του φωτός. Οι χρωματομετρικές μέθοδοι μπορεί να μην είναι αξιόπιστες για δοκιμές πήξης παρουσία του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος.

Ανάλυση ούρων:

Η εξέταση του ιζήματος και οι μετρήσεις του ειδικού βάρους παρουσία του κτηνιατρικού φαρμάκου είναι ακριβείς. Οι μετρήσεις με διαγνωστικές ταινίες (π.χ. pH, γλυκόζη, κετόνες και πρωτεΐνη) και η μέτρηση του ειδικού βάρους με τη χρήση διαθλασιμέτρου μπορεί να μην είναι ακριβείς εάν υπάρχει ορατός αποχρωματισμός των ούρων.

Ιδιαίτερες προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνονται από το άτομο που χορηγεί το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν σε ζώα

Εάν μετά από τυχαία αυτοχορήγηση εμφανιστούν ανεπιθύμητες ενέργειες, ζητήστε αμέσως ιατρική βοήθεια και επιδείξτε στον γιατρό το φύλλο οδηγιών χρήσης ή την ετικέτα.

Αυτό το προϊόν περιέχει αιμοσφαιρίνη που προέρχεται από βοοειδή. Σε περίπτωση επαναλαμβανόμενης τυχαίας αυτοένεσης, υπάρχει κίνδυνος εμφάνισης αντιδράσεων που σχετίζονται με το ανοσοποιητικό σύστημα (αντιδράσεις υπερευαισθησίας) σε ευαισθητοποιημένα άτομα. Σε περίπτωση αντιδράσεων υπερευαισθησίας, ζητήστε αμέσως ιατρική βοήθεια και επιδείξτε στον ιατρό το εσώκλειστο φύλλο οδηγιών χρήσης ή την ετικέτα του φαρμακευτικού προϊόντος. Μην χειρίζεστε ή χορηγείτε το προϊόν σε περίπτωση προηγούμενης αντίδρασης υπερευαισθησίας.

Η ακετυλοκυστεΐνη είναι έκδοχο αυτού του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος και έχει συσχετιστεί με αντιδράσεις υπερευαισθησίας σε ανθρώπους μετά από ενδοφλέβια έγχυση. Τα άτομα με γνωστή υπερευαισθησία στην ακετυλοκυστεΐνη θα πρέπει να χορηγούν το κτηνιατρικό φάρμακο με προσοχή.

Ανεπιθύμητες ενέργειες

Αναφέρθηκαν πολύ συχνά διάρροια, μη φυσιολογικός χρωματισμός των κοπράνων, αίμα στα κόπρανα, έμετος, ρίγος, φτέρνισμα, ερυθρότητα στο σημείο της ένεσης και οίδημα στο σημείο της ένεσης.

Συχνά αναφέρθηκαν αποχρωματισμός των βλεννογόνων μεμβρανών (εύρημα νεκροψίας), αποχρωματισμός των ιστών (εύρημα νεκροψίας) και αποχρωματισμός των ούρων.

Η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών καθορίζεται ως ακολούθως:

  • πολύ συχνές (περισσότερα από 1 στα 10 υπό θεραπεία ζώα παρουσιάζουν ανεπιθύμητες ενέργειες)
  • συχνές (περισσότερο από 1 αλλά λιγότερα από 10 ζώα στα 100 υπό θεραπεία ζώα)
  • όχι συχνές (περισσότερο από 1 αλλά λιγότερα από 10 ζώα στα 1.000 υπό θεραπεία ζώα)
  • σπάνιες (περισσότερο από 1 αλλά λιγότερα από 10 ζώα στα 10.000 υπό θεραπεία ζώα)
  • πολύ σπάνιες (λιγότερο από 1 στα 10.000 υπό θεραπεία ζώα, συμπεριλαμβανομένων των μεμονωμένων αναφορών).

Χρήση κατά την κύηση, τη γαλουχία ή την ωοτοκία

Η ασφάλεια του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος δεν έχει τεκμηριωθεί κατά τη διάρκεια της κύησης ή της γαλουχίας.

Το προϊόν να χορηγείται μόνον μόνο σύμφωνα με την εκτίμηση οφέλους-κινδύνου από τον υπεύθυνο κτηνίατρο.

Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης

Δεν είναι γνωστή καμία.

Κύριες ασυμβατότητες

Λόγω έλλειψης μελετών συμβατότητας, το παρόν κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν δεν πρέπει να αναμειγνύεται με άλλα κτηνιατρικά φαρμακευτικά προϊόντα.