Να μη χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις υπερευαισθησίας στη δραστική ουσία ή σε κάποιο από τα έκδοχα.
Να μη χρησιμοποιείται σε έγκυες ή θηλάζουσες σκύλες.
Να μη χρησιμοποιείται σε ζώα ηλικίας μικρότερης των 10 εβδομάδων ή σωματικού βάρους μικρότερου των 3 kg.
Να μη χρησιμοποιείται σε ζώα που πάσχουν από γαστρεντερική αιμορραγία, αιματολογική δυσκρασία ή αιμορραγικές διαταραχές.
Να μην χρησιμοποιείται ταυτόχρονα με κορτικοστεροειδή ή άλλα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ).
Καμία.
Δεν πρέπει να γίνεται υπέρβαση της συνιστώμενης δόσης. Βλ. παράγραφο 4.9. Η χρήση σε πολύ νεαρά ζώα ή σε ζώα με πιθανή ή επιβεβαιωμένη ανεπάρκεια νεφρικής, καρδιακής, ή ηπατικής λειτουργίας μπορεί να συνεπάγεται πρόσθετο κίνδυνο. Εάν η χρήση δεν μπορεί να αποφευχθεί, οι σκύλοι αυτοί χρειάζονται προσεκτική κτηνιατρική παρακολούθηση.
Να αποφεύγεται η χρήση σε ζώα με αφυδάτωση, υποογκαιμία ή υπόταση καθώς υπάρχει πιθανός κίνδυνος αυξημένης νεφρικής τοξικότητας. Θα πρέπει να αποφεύγεται η ταυτόχρονη χορήγηση δυνητικά νεφροτοξικών φαρμάκων.
Η χρήση αυτού του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος θα πρέπει να γίνεται υπό αυστηρή κτηνιατρική παρακολούθηση όταν υπάρχει κίνδυνος γαστρεντερικής αιμορραγίας ή εάν το ζώο έχει προηγουμένως εμφανίσει δυσανεξία στα ΜΣΑΦ. Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, έχουν αναφερθεί νεφρικές ή/και ηπατικές διαταραχές σε σκύλους στους οποίους χορηγήθηκε η συνιστώμενη δόση θεραπείας. Είναι πιθανόν ένα ποσοστό τέτοιων περιπτώσεων να είχε ασυμπτωματική νεφρική ή ηπατική νόσο πριν την έναρξη της θεραπείας. Ως εκ τούτου, συνιστάται κατάλληλος εργαστηριακός έλεγχος για τον καθορισμό των βασικών νεφρικών ή ηπατικών βιοχημικών παραμέτρων, πριν και περιοδικά κατά τη διάρκεια της χορήγησης.
Η θεραπεία θα πρέπει να διακοπεί εάν παρατηρηθούν κάποια από τα εξής συμπτώματα: επαναλαμβανόμενη διάρροια, έμετος, ίχνη αίματος στα κόπρανα, απότομη απώλεια βάρους, ανορεξία, λήθαργος, διαταραχή των νεφρικών ή ηπατικών βιοχημικών παραμέτρων.
Πλύνετε τα χέρια σας μετά τη χρήση του προϊόντος.
Σε περίπτωση που κατά λάθος υπάρξει κατάποση, να αναζητήσετε αμέσως ιατρική βοήθεια και να επιδείξετε στον ιατρό το εσώκλειστο φύλλο οδηγιών χρήσης ή την ετικέτα του φαρμακευτικού προϊόντος.
Τα διαιρεμένα δισκία θα πρέπει να επιστρέφονται στην αρχική συσκευασία.
Περιστασιακά, έχουν αναφερθεί έμετος και διάρροια. Αυτές οι αντιδράσεις είναι γενικά παροδικής φύσεως και αναστρέψιμες όταν διακόπτεται η θεραπεία. Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, έχουν αναφερθεί νεφρικές ή/και ηπατικές διαταραχές σε σκύλους στους οποίους χορηγήθηκε η συνιστώμενη δόση θεραπείας. Σπάνια, έχουν αναφερθεί διαταραχές του νευρικού συστήματος σε σκύλους που έλαβαν θεραπεία.
Εάν εμφανιστούν ανεπιθύμητες ενέργειες όπως έμετος, επαναλαμβανόμενη διάρροια, ίχνη αίματος στα κόπρανα, απότομη απώλεια βάρους, ανορεξία, λήθαργος, διαταραχή των νεφρικών ή ηπατικών βιοχημικών παραμέτρων, θα πρέπει να διακοπεί η χρήση του προϊόντος και να αναζητηθεί κτηνιατρική συμβουλή. Όπως και με άλλα ΜΣΑΦ, μπορεί να εμφανιστούν σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες και, σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, μπορεί να είναι θανατηφόρες.
Η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών καθορίζεται ως ακολούθως:
Να μη χρησιμοποιείται σε έγκυες ή θηλάζουσες σκύλες.
Εργαστηριακές μελέτες σε κουνέλια έδειξαν μητροτοξικές και εμβρυοτοξικές επιδράσεις σε δοσολογίες που προσέγγιζαν τη συνιστώμενη δόση θεραπείας για τον σκύλο.
Προηγούμενη θεραπεία με άλλα αντιφλεγμονώδη φάρμακα μπορεί να οδηγήσει σε πρόσθετες ή αυξημένες ανεπιθύμητες ενέργειες και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να τηρείται περίοδος χωρίς θεραπεία με τέτοια φάρμακα για τουλάχιστον 24 ώρες πριν από την έναρξη της θεραπείας με το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν. Ωστόσο, για την περίοδο χωρίς θεραπεία, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι φαρμακοκινητικές ιδιότητες των φαρμακευτικών προϊόντων που είχαν χρησιμοποιηθεί προηγουμένως.
Το προϊόν δεν πρέπει να χορηγείται σε συνδυασμό με άλλα ΜΣΑΦ ή γλυκοκορτικοστεροειδή. Το έλκος του γαστρεντερικού σωλήνα μπορεί να επιδεινωθεί με κορτικοστεροειδή σε ζώα που λαμβάνουν μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα.
Ταυτόχρονη θεραπεία με μόρια που ασκούν δράση στη νεφρική ροή, π.χ. διουρητικά ή αναστολείς Μετατρεπτικού Ενζύμου της Αγγειοτενσίνης (ACE), θα πρέπει να τίθεται υπό κλινικό έλεγχο. Θα πρέπει να αποφεύγεται η ταυτόχρονη χορήγηση δυνητικά νεφροτοξικών φαρμάκων, καθώς υπάρχει αυξημένος κίνδυνος νεφρικής τοξικότητας. Καθώς τα αναισθητικά φάρμακα μπορεί να επηρεάσουν την αιμάτωση των νεφρών, η θεραπεία με παρεντερικά υγρά κατά τη διάρκεια της επέμβασης θεωρείται ότι μειώνει τις πιθανές νεφρικές επιπλοκές κατά τη χρήση ΜΣΑΦ κατά την επέμβαση.
Ταυτόχρονη χρήση άλλων δραστικών ουσιών που έχουν μεγάλου βαθμού πρωτεϊνική σύνδεση μπορεί να ανταγωνιστεί τη φιροκοξίμπη ως προς τη σύνδεση και, συνεπώς, να οδηγήσει σε τοξικές αντιδράσεις.
Δεν ισχύει.