Κωδικός ATCvet: QM01AG90
Η φλουνιξίνη (ως μεγλουμινική φλουνιξίνη) είναι ένα ισχυρό μη στεροειδές, μη ναρκωτικό αναλγητικό με αντιφλεγμονώδεις, αντι-ενδοτοξικές και αντιπυρετικές ιδιότητες.
Η φλουνιξίνη είναι μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο με αναλγητική και αντιπυρετική δράση. Η φλουνιξίνη ενεργεί ως αναστρέψιμος, μη εκλεκτικός αναστολέας της κυκλο-οξυγενάσης (και των δύο COX 1 και COX 2 μορφών), ένα σημαντικό ένζυμο στη μεταβολική οδό του αραχιδονικού οξέος που ευθύνεται για την μετατροπή του αραχιδονικού οξέος σε κυκλικά ενδοϋπεροξείδια. Κατά συνέπεια, αναστέλλεται η σύνθεση των εικοσανοειδών, σημαντικών μεσολαβητών της διεργασίας της φλεγμονής που εμπλέκεται σε πυρεξία, στην αντίληψη του πόνου και στη φλεγμονή των ιστών. Η φλουνιξίνη αναστέλλει επίσης την παραγωγή θρομβοξάνης, ενός ισχυρού παράγοντα προ-συσσώρευσης αιμοπεταλίων και αγγειοσύσπασης που απελευθερώνεται κατά τη πήξη του αίματος. Η φλουνιξίνη ασκεί την αντιπυρετική της δράση αναστέλλοντας την σύνθεση της προσταγλανδίνης E2 στον υποθάλαμο. Παρόλο που η φλουνιξίνη δεν έχει άμεση επίπτωση στις ενδοτοξίνες μετά την παραγωγή τους, μειώνει την παραγωγή προσταγλανδίνης και ως εκ τούτου μειώνει τις ποικίλες επιδράσεις του μεταβολισμού των προσταγλανδίνων. Οι προσταγλανδίνες είναι μέρος των πολύπλοκων διεργασιών που εμπλέκονται στην εκδήλωση ενδοτοξικής καταπληξίας.
Φαρμακοκινητικές μελέτες έδειξαν ότι η μεγλουμινική φλουνιξίνη απορροφάται ταχέως και φτάνει σε μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα του αίματος μέσα σε λίγα λεπτά. Ο βαθμός δέσμευσής του με τις πρωτεΐνες του πλάσματος του αίματος είναι πολύ υψηλός. Ο μεταβολισμός της μεγλουμινικής φλουνιξίνης είναι αρκετά περιορισμένος. Το μεγαλύτερο μέρος του φαρμάκου που ανιχνεύεται στο ήπαρ αντιστοιχεί στην αμετάβλητη αρχική του μορφή και στους μεταβολίτες που προέρχονται από υδροξυλίωση. Απεκκρίνεται με τα κόπρανα και τα ούρα. Αν και ο χρόνος ημίσειας ζωής του είναι αρκετά μικρός, ωστόσο το φάρμακο αυτό μπορεί να ασκήσει θεραπευτική δράση για περίπου 24 ώρες εξαιτίας της συσσώρευσής του στα εξιδρωματικά υγρά. Μετά από ενδοφλέβια χορήγηση, η κλινική αποτελεσματικότητα επιτυγχάνεται μετά από 15-30 λεπτά. Η αποτελεσματικότητα παραμένει έως και 24 ώρες μετά τη χορήγηση. Ο χρόνος ημίσειας ζωής μετά την ενδοφλέβια χορήγηση είναι σύντομος: άλογο περίπου 1,5-3 ώρες και βοοειδή περίπου 3-4 ώρες. Για τους χοίρους ο χρόνος ημίσειας ζωής είναι έως και 8 ώρες (μετά από ενδομυϊκή χορήγηση). Το φάρμακο θα αποβληθεί μερικώς μέσω του μεταβολισμού του στο ήπαρ και μερικώς μέσω απέκκρισης της δραστικής ουσίας από τους νεφρούς.
Η φλουνιξίνη είναι τοξική για τα πτωματοφάγα πτηνά, αν και η προβλεπόμενη χαμηλή έκθεση οδηγεί σε χαμηλό κίνδυνο.