Κωδικός ATCvet: QM01AH92
Η mavacoxib είναι ένα μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο (ΜΣΑΦ/NSAIDs) που ανήκει στην ομάδα Coxib. Η mavacoxib είναι 4-[5-(4-fluorophenyl)3(trifluromethyl)-1H-pyrazol -1-yl]- benzenesulfonamide. Είναι ένα diarylsubstituted της πυραζόλης. Η κύρια οδός δράσης είναι η αναστολή της κυκλο-οξυγενάσης (COX).
Το COX είναι το ένζυμο-κλειδί της μεταβολικής οδού του αραχιδονικού οξέος. Η δράση του κορυφώνεται στη σύνθεση των τοπικών ορμονών και των μεσολαβητών της φλεγμονής, που ονομάζονται εικοσανοειδή, τα οποία περιλαμβάνουν αρκετές προσταγλανδίνες. Υπάρχουν δύο ισομερή του COX, το COX-1, και COX-2. Το COX-1 είναι ένα ευρέως διαδεδομένο συστατικό ένζυμο, το οποίο κυρίως συμμετέχει στη διατήρηση της λειτουργίας των οργάνων και των ιστών, ενώ το COX-2 είναι επαγώγιμο στα σημεία βλάβης των ιστών, αλλά είναι επίσης συστατικό στοιχείο σε ορισμένα όργανα. Το COX-2 ασκεί τον κύριο ρόλο του στη σύνθεση των προσταγλανδινών, που έχουν καθοριστικό ρόλο ως διαμεσολαβητές του πόνου, της φλεγμονής και του πυρετού. Η mavacoxib ενεργεί με επιλεκτική αναστολή της μεσολαβούμενης από COX-2 σύνθεσης των προσταγλανδινών. Γι' αυτό τον λόγο παρουσιάζει αναλγητικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες. Τα προϊόντα του μεταβολισμού του COX-2 συμμετέχουν επίσης στην ωορρηξία, την εμφύτευση και το κλείσιμο του αρτηριακού πόρου. Και τα δύο, COX-1 και COX-2, είναι παρόντα συστατικά στοιχεία του νεφρού και υποτίθεται ότι κατέχουν προστατευτικό ρόλο σε ανεπιθύμητες φυσιολογικές καταστάσεις.
Βάσει των αποτελεσμάτων των συνολικών αιματολογικών αναλύσεων των σκύλων, οι συγκεντρώσεις στο πλάσμα που παράγουν 20% αναστολή του COX-1 και 80% αναστολή του COX-2 ήταν 2,46 µg/mL και 1,28 µg/mL, αντίστοιχα, οπότε η αναλογία ισχύος του IC20COX-1:IC80COX-2 είναι περίπου 2:1, ενώ η αναλογία ισχύος του IC80COX-1:IC80COX-2 είναι περίπου 40:1. Αυτές οι συγκεντρώσεις του IC μπορεί να συγκριθούν με της μέσης στάθμης συγκεντρώσεις της mavacoxib στο πλάσμα κλινικών περιστατικών, των 0,52 και 1,11 µg/mL αντίστοιχα, μετά την πρώτη και πέμπτη δόση. Επομένως, οι κλινικές δόσεις προβλέπεται να παράγουν χαμηλού βαθμού αναστολή του COX-1 και υψηλού βαθμού αναστολή του COX-2.
Η mavacoxib απορροφάται ικανοποιητικά μετά την από του στόματος χορήγηση: η βιοδιαθεσιμότητα ήταν 87% σε σκύλους μετά τη λήψη τροφής και 46% σε συνθήκες νηστείας και η συνιστώμενη δόση βασίστηκε στη χορήγηση με το φαγητό. Οι θεραπευτικές συγκεντρώσεις σε σκύλους μετά τη λήψη τροφής επιτυγχάνονται γρήγορα και οι μέγιστες συγκεντρώσεις επιτυγχάνονται σε λιγότερο από 24 ώρες μετά τη χορήγηση μιας δόσης. Η mavacoxib δεσμεύεται κατά 98% από τις πρωτεΐνες του πλάσματος. Διανέμεται εκτεταμένα σε όλο το σώμα και σχεδόν όλα τα σχετικά με τη mavacoxib υπολείμματα στο πλάσμα αποτελούνται από το μητρικό φάρμακο. Ο ρυθμός της κάθαρσης της mavacoxib είναι αργός και η κύρια οδός αποβολής του μητρικού φαρμάκου είναι η απέκκριση από τη χολή.
Φαρμακοκινητικές μελέτες πολλαπλών δόσεων δεν ανέφεραν ενδείξεις ότι η mavacoxib προκαλεί αυτο-αναστολή ή αυτο-επαγωγικές αλλαγές στην κάθαρσή της, και επιδεικνύει γραμμικές φαρμακοκινητικές με από του στόματος δόσεις, που κυμαίνονται από 2 έως 50 mg/kg. Εργαστηριακές μελέτες σε νεαρούς ενήλικους σκύλους έδειξαν ότι οι μέσες τιμές του χρόνου ημίσειας ζωής κυμαίνονται από 13,8 έως 19,3 ημέρες. Η mavacoxib παρουσίασε μεγαλύτερο χρόνο ημίσειας ζωής σε ιδιόκτητα ζώα πελατών. Φαρμακοκινητικά δεδομένα για τον πληθυσμό προερχόμενα από μελέτες σε σκύλους, με κατ' εξοχήν παλαιότερο πληθυσμό και με βαρύτερους σκύλους σε σύγκριση με τις πειραματικές μελέτες (μέσος όρος ηλικίας 9 ετών) έδειξαν ότι ο μέσος χρόνος ημίσειας ζωής είναι 39 ημέρες, με ένα μικρό υποπληθυσμό (<5%) να έχει μέσο χρόνο ημίσειας ζωής μεγαλύτερο των 80 ημερών, ενώ αντιστοίχως καταγράφηκε αυξημένη έκθεση σε αυτά τα άτομα. Ο λόγος για αυτό το μεγαλύτερο χρόνο ημίσειας ζωής είναι άγνωστος. Κατά την τέταρτη θεραπεία επετεύχθη φαρμακοκινητική σταθερής κατάστασης στα περισσότερα ζώα.