Να μη χρησιμοποιείται σε ζώα με σοβαρή καρδιαγγειακή νόσο, αναπνευστική νόσο, ή ηπατικές ή νεφρικές διαταραχές.
Να μη χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις αποφρακτικών παθήσεων της γαστρεντερικής οδού (όπως συστροφή του στομάχου, έμφραξη, απόφραξη του οισοφάγου).
Να μη χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις γνωστής υπερευαισθησίας στο δραστικό συστατικό ή σε κάποιο από τα έκδοχα.
Να μη χρησιμοποιείται σε ζώα με σακχαρώδη διαβήτη.
Να μη χρησιμοποιείται σε ζώα που βρίσκονται σε κατάσταση καταπληξίας, απισχνασμένα ή σοβαρά εξασθενημένα ζώα.
Να μη χρησιμοποιείται σε ζώα με οφθαλμικά προβλήματα όπου η αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης θα ήταν επιβλαβής.
Να μη χορηγείται ταυτόχρονα με συμπαθομιμητικά ή σουλφοναμίδες και τριμεθοπρίμη.
Βλ. παράγραφο 4.7. «Χρήση κατά την κύηση, τη γαλουχία ή την ωοτοκία».
Η μεδετομιδίνη ενδέχεται να μην παρέχει αναλγησία καθ' όλη τη διάρκεια της περιόδου καταστολής. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να μελετάται το ενδεχόμενο χρήσης επιπλέον αναλγητικών κατά τη διάρκεια επώδυνων χειρουργικών επεμβάσεων.
Θα πρέπει να διενεργείται κλινική εξέταση σε όλα τα ζώα πριν από τη χρήση κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων για καταστολή και/ή γενική αναισθησία.
Όταν το προϊόν χρησιμοποιείται ως προνάρκωση, η δόση του αναισθητικού θα πρέπει να ελαττώνεται αντίστοιχα και να τιτλοδοτείται ανάλογα με την ανταπόκριση, λόγω της σημαντικής μεταβλητότητας των απαιτήσεων μεταξύ ασθενών. Πριν από τη χρήση οποιωνδήποτε συνδυασμών, θα πρέπει να τηρούνται οι προειδοποιήσεις και αντενδείξεις που περιλαμβάνονται στα συνοδευτικά έντυπα προϊόντος για τα άλλα προϊόντα.
Η μεδετομιδίνη μπορεί να προκαλέσει αναπνευστική καταστολή; σε αντίστοιχες περιπτώσεις, ενδέχεται να απαιτείται χειροκίνητος αερισμός και χορήγηση οξυγόνου.
Οι υψηλότερες δόσεις μεδετομιδίνης θα πρέπει να αποφεύγονται σε σκύλους μεγαλόσωμων φυλών. Θα πρέπει να επιδεικνύεται προσοχή κατά το συνδυασμό της μεδετομιδίνης με άλλα αναισθητικά ή κατασταλτικά, λόγω της σημαντικής προστατευτικής αναισθητικής δράσης. Τα ζώα θα πρέπει να είναι νηστικά για 12 ώρες πριν από την αναισθησία.
Το ζώο θα πρέπει να τοποθετείται σε ήρεμο και ήσυχο περιβάλλον προκειμένου να επιτραπεί το μέγιστο κατασταλτικό αποτέλεσμα. Αυτό απαιτεί περίπου 10-15 λεπτά. Μην ξεκινάτε καμία επέμβαση και μη χορηγείτε άλλα φάρμακα προτού επιτευχθεί η μέγιστη καταστολή.
Τα υπό θεραπεία ζώα θα πρέπει να διατηρούνται ζεστά και σε σταθερή θερμοκρασία, τόσο κατά τη διάρκεια της επέμβασης όσο και κατά την ανάνηψη. Ο έμετος και η περιαναισθητική παλινδρόμηση μπορεί περιστασιακά να οδηγήσουν σε παλινδρόμηση γαστρικού περιεχομένου στο στόμα.
Λόγω μειωμένης ροής δακρύων, τα μάτια πρέπει να προστατεύονται από κατάλληλο λιπαντικό (κατάλληλη οφθαλμική αλοιφή ή τεχνητό διάλυμα δακρύων). Τα ζώα θα πρέπει να αφήνονται να ηρεμήσουν πριν από την έναρξη της θεραπείας.
Οι άρρωστοι και καταβεβλημένοι σκύλοι και γάτες θα πρέπει να υποβάλλονται σε προνάρκωση με μεδετομιδίνη μόνο πριν από την έναρξη και τη διατήρηση της γενικής αναισθησίας με βάση μια αξιολόγηση οφέλους/κινδύνου.
Θα πρέπει να επιδεικνύεται προσοχή με τη χρήση της μεδετομιδίνης σε ζώα με καρδιαγγειακή νόσο ή υπερήλικα ζώα ή ζώα με κλονισμένη γενικά την κατάσταση της υγείας τους. Πριν από τη χρήση θα πρέπει να αξιολογείται η ηπατική και νεφρική λειτουργία.
Προκειμένου να ελαττωθεί ο χρόνος ανάνηψης μετά την αναισθησία ή την καταστολή, η επίδραση του προϊόντος μπορεί να αναστραφεί με τη χορήγηση ενός α-2 ανταγωνιστή, όπως η ατιπαμεζόλη.
Η ατιπαμεζόλη δεν αναστρέφει τη δράση της κεταμίνης. Καθώς η κεταμίνη από μόνη της μπορεί να προκαλέσει σπασμούς στους σκύλους και κράμπες στις γάτες, οι α-2 ανταγωνιστές δεν πρέπει να χορηγούνται σε διάστημα μικρότερο των 30-40 λεπτών έπειτα από τη χορήγηση της κεταμίνης. Θα πρέπει να λαμβάνετε υπόψη ότι η βραδυκαρδία μπορεί να παραμείνει μετά την αναστροφή.
Σε περίπτωση τυχαίας κατάποσης ή αυτoένεσης, να αναζητήσετε αμέσως ιατρική βοήθεια και να επιδείξετε στον ιατρό το εσώκλειστο φύλλο οδηγιών χρήσεως ή την ετικέτα του φαρμακευτικού προϊόντος. ΜΗΝ ΟΔΗΓΕΙΤΕ καθώς μπορεί να υπάρξει καταστολή και μεταβολές στην αρτηριακή πίεση.
Αποφύγετε την επαφή με το δέρμα, τα μάτια ή τους βλεννογόνους.
Πλύνετε το εκτεθειμένο δέρμα αμέσως μετά την έκθεση με μεγάλες ποσότητες νερού.
Απομακρύνετε τα μολυσμένα ρούχα που έρχονται σε άμεση επαφή με το δέρμα.
Σε περίπτωση κατά λάθος επαφής του προϊόντος με τα μάτια, ξεπλύνετε με άφθονο καθαρό νερό. Αν εμφανιστούν συμπτώματα, ζητήστε τη συμβουλή ιατρού.
Θα πρέπει να λαμβάνονται ειδικές προφυλάξεις σε έγκυες γυναίκες που χειρίζονται το προϊόν προκειμένου να αποφεύγεται η αυτοένεση. Συστολές της μήτρας και μειωμένη αρτηριακή πίεση του εμβρύου μπορεί να εμφανιστούν έπειτα από ακούσια συστημική έκθεση.
Η μεδετομιδίνη αποτελεί α-2 αδρενεργικό αγωνιστή. Τα συμπτώματα μετά την απορρόφηση μπορεί να περιλαμβάνουν κλινικές επιδράσεις όπως δοσοεξαρτώμενη καταστολή, αναπνευστική καταστολή, βραδυκαρδία, υπόταση, ξηροστομία και υπεργλυκαιμία. Έχουν επίσης αναφερθεί κοιλιακές αρρυθμίες. Τα αναπνευστικά και τα αιμοδυναμικά συμπτώματα θα πρέπει να αντιμετωπίζονται συμπτωματικά.
Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να εμφανιστούν οι ακόλουθες ανεπιθύμητες ενέργειες:
Σε περιπτώσεις καρδιαγγειακής και αναπνευστικής καταστολής, ενδέχεται να ενδείκνυται υποβοηθούμενος αερισμός και χορήγηση οξυγόνου. Η ατροπίνη μπορεί να αυξήσει τον καρδιακό ρυθμό.
Οι σκύλοι με σωματικό βάρος μικρότερο από 10 kg μπορεί να εμφανίζουν συχνότερα τις ανεπιθύμητες ενέργειες που αναφέρονται παραπάνω.
Έχουν αναφερθεί περιστατικά παρατεταμένης καταστολής και επανεμφάνισης της καταστολής μετά την αρχική ανάνηψη.
Η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών καθορίζεται ως ακολούθως:
Η ασφάλεια του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος δεν έχει αποδειχθεί κατά τη διάρκεια της κύησης και της γαλουχίας. Ως εκ τούτου, μην το χρησιμοποιείτε κατά τη διάρκεια της κύησης και της γαλουχίας.
Η ταυτόχρονη χορήγηση άλλων κατασταλτικών του κεντρικού νευρικού συστήματος πρέπει να αναμένεται ότι θα ενισχύσει τη δράση είτε του ενός είτε του άλλου προϊόντος και θα πρέπει να γίνεται η κατάλληλη προσαρμογή της δόσης. Η μεδετομιδίνη έχει σημαντική προστατευτική αναισθητική δράση (βλ. παράγραφο 4.5. «Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση» της ΠΧΠ). Η δόση ενώσεων όπως η προποφόλη και τα πτητικά αναισθητικά πρέπει να μειωθεί ανάλογα. Ανταγωνισμός της δράσης της μεδετομιδίνης μπορεί γίνει με τη χορήγηση ατιπαμεζόλης.
Η βραδυκαρδία μπορεί να αποτραπεί μερικώς με προηγούμενη χορήγηση (τουλάχιστον 5 λεπτά πριν) ενός αντιχολινεργικού παράγοντα. Ωστόσο, η χορήγηση αντιχολινεργικών παραγόντων για την αντιμετώπιση της βραδυκαρδίας είτε ταυτόχρονα με τη μεδετομιδίνη, είτε έπειτα από καταστολή με μεδετομιδίνη, θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανεπιθύμητες καρδιαγγειακές ενέργειες.
Λόγω έλλειψης μελετών ασυμβατότητας, το παρόν κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν δεν πρέπει να αναμειγνύεται με άλλα κτηνιατρικά φαρμακευτικά προϊόντα.