Φαρμακοθεραπευτική ομάδα: Αντιβακτηριακό για συστηματική χρήση / πλευρομουτιλίνες / τιαμουλίνη
Κωδικός ATCvet: QJ01XQ01
Η τιαμουλίνη είναι ένα βακτηριοστατικό ημισυνθετικό αντιβιοτικό που ανήκει στην ομάδα των πλευρομουτιλινών και δρα στο επίπεδο του ριβοσώματος αναστέλλοντας τη βακτηριακή πρωτεϊνική σύνθεση.
Η τιαμουλίνη έχει επιδείξει ένα υψηλό επίπεδο δραστικότητας in vitro έναντι των ειδών Μυκοπλάσματος των χοίρων και των πτηνών, καθώς και έναντι Gram θετικών αερόβιων (στρεπτόκοκκοι και σταφυλόκοκκοι), αναερόβιων (κλωστρίδια), Gram αρνητικών αναερόβιων (Brachyspira hyodysenteriae, Brachyspira pilosicoli) και Gram αρνητικών αερόβιων (Pasteurella multocida).
Η τιαμουλίνη έχει αποδειχθεί ότι δρα στο επίπεδο του 70S ριβοσώματος και οι αρχικές θέσεις δέσμευσης βρίσκονται στην υπομονάδα 50S. Φαίνεται ότι αναστέλλει την παραγωγή της μικροβιακής πρωτεΐνης με την παραγωγή βιοχημικά ανενεργών συμπλόκων έναρξης τα οποία εμποδίζουν την επιμήκυνση της πολυπεπτιδικής αλυσίδας.
Σε ευρωπαϊκά απομονωθέντα στελέχη Brachyspira hyodysenteriae που συλλέχθηκαν μεταξύ 1990 και 2012, η ελάχιστη ανασταλτική συγκέντρωση (MIC) κυμάνθηκε από ≤0,016 µg/ml έως >16 µg/ml, με τιμή MIC50 της τάξης των ≤0,063 µg/ml έως 4 µg/ml και τιμή MIC90 της τάξης των ≤0,016 µg/ml έως >16 µg/ml.
Σε ευρωπαϊκά απομονωθέντα στελέχη Brachyspira pilosicoli, η MIC κυμάνθηκε από (βιβλιογραφία από το 2006-2008-2012) ≤0,008-64 µg/ml, με τιμές MIC50 της τάξης των ≤0,062 µg/ml έως 0,125 µg/ml και τιμές MIC90 της τάξης των 0,25 µg/ml έως 8 µg/ml.
Ο έλεγχος ευαισθησίας της Lawsonia intracellularis είναι δύσκολος, δεδομένου ότι πρόκειται για υποχρεωτικά ενδοκυτταρικό μικροοργανισμό. Τα δεδομένα αναφορικά με την MIC της τιαμουλίνης που προσδιορίστηκαν για τα διαθέσιμα στην ΕΕ στελέχη της Lawsonia (βιβλιογραφία από το 2017) είναι όλα χαμηλότερα από την εκτιμώμενη περιεκτικότητα του ειλεού σε τιαμουλίνη της τάξης των 0,63 μg/ml.
Σε ευρωπαϊκά απομονωθέντα στελέχη, η τιαμουλίνη έδειξε υψηλή δραστικότητα εναντίον του Mycoplasma hyopneumoniae, με τιμή MIC50 της τάξης των 0,016 µg/ml, τιμή MIC90 της τάξης των 0,062 µg/ml, και εύρος MIC από 0,002-0,125 µg/ml (βιβλιογραφία από το 2014).
Στα νεότερα ευρωπαϊκά στελέχη (2005-2013) και στα παλαιότερα παγκόσμια απομονωθέντα στελέχη (πριν το 1997), το εύρος των τιμών MIC ήταν παρόμοιο για το Mycoplasma gallisepticum, κυμαινόμενο από 0,001 – 0,037 µg/ml με τιμές MIC50S της τάξης των 0,001 και 0,008 µg/ml και τιμές MIC90S της τάξης των 0,025 και 0,031 µg/ml. Δεν βρέθηκαν ανθεκτικά στελέχη. Για το Mycoplasma synoviae, οι MICS κυμαίνονται από 0,05 έως 0,5 µg/ml με τιμές MIC50S της τάξης των 0,1 µg/ml και τιμές MIC90 της τάξης των 0,25 µg/ml.
Η όξινη φουμαρική τιαμουλίνη απορροφάται καλά στον χοίρο (πάνω από 90%) μετά την από του στόματος χορήγηση και κατανέμεται ευρέως μέσα στο σώμα. Μετά από εφάπαξ χορήγηση από του στόματος δόσεων 10 mg και 25 mg όξινης φουμαρικής τιαμουλίνης/kg σωματικού βάρους, η μέγιστη συγκέντρωση Cmax ήταν 1,03 μg/ml και 1,82 μg/ml στον ορό αντίστοιχα με μικροβιολογικό προσδιορισμό και ο μέγιστος χρόνος Τmax ήταν 2 ώρες και για τις δύο δόσεις. Η τιαμουλίνη έχει αποδειχθεί ότι συγκεντρώνεται στους πνεύμονες, στα πολυμορφοπύρηνα λευκοκύτταρα και επίσης στο ήπαρ, όπου μεταβολίζεται και απεκκρίνεται (70-85%) στη χολή, το δε υπόλοιπο απεκκρίνεται μέσω των νεφρών (15-30%). Η δέσμευση στις πρωτεΐνες του ορού είναι περίπου 30%. Η τιαμουλίνη που δεν έχει απορροφηθεί ή μεταβολιστεί, περνάει από το έντερο στο κόλον. Οι συγκεντρώσεις της τιαμουλίνης στο περιεχόμενο του κόλου έχει εκτιμηθεί ότι είναι 3,41 μg/ml μετά από χορήγηση όξινης φουμαρικής τιαμουλίνης 8,8 mg/kg σωματικού βάρους.
Η όξινη φουμαρική τιαμουλίνη απορροφάται καλά στις όρνιθες (70-95%) μετά από την από του στόματος χορήγηση και φθάνει σε μέγιστες συγκεντρώσεις εντός 2-4 ωρών (Τmax 2,85 ώρες). Μετά από εφάπαξ δόση 50 mg όξινης φουμαρικής τιαμουλίνης/kg σωματικού βάρους, η Cmax ήταν 4,02 μg/ml στον ορό με μικροβιολογικό προσδιορισμό και μετά από δόση 25 mg/kg ήταν 1,86 μg/ml. Στο πόσιμο νερό, η συγκέντρωση όξινης φουμαρικής τιαμουλίνης 250 ppm (0,025%) έδωσε τιμές κυλιομένων επιπέδων στον ορό 0,78 μg/ml (εύρος 1,4-0,45 μg/ml) κατά τη διάρκεια περιόδου χορήγησης 48 ωρών και η συγκέντρωση 125 ppm (0,0125%) έδωσε τιμές 0,38 μg/ml (εύρος 0,65-0,2 μg/ml) σε όρνιθες ηλικίας οκτώ εβδομάδων. Η δέσμευση στις πρωτεΐνες του ορού ήταν περίπου 45%. Η τιαμουλίνη κατανέμεται ευρέως στο σώμα και έχει αποδειχθεί ότι συγκεντρώνεται στο ήπαρ και στους νεφρούς (σημεία απέκκρισης) και στους πνεύμονες (30 φορές το επίπεδο στον ορό). Η απέκκριση γίνεται κυρίως μέσω της χολής (55-65%) και των νεφρών (15- 30%) υπό μορφή μικροβιολογικώς ανενεργών μεταβολιτών κυρίως και είναι ταχεία, με το 99% της δόσης να απεκκρίνεται εντός 48 ωρών.
Η τιαμουλίνη αποικοδομείται μόνο βραδέως στο έδαφος και ενδεχομένως να συσσωρευτεί με το πέρασμα των χρόνων.