Να μην χρησιμοποιείται σε σκύλους με καταστολή του κεντρικού νευρικού συστήματος, επιληπτικές κρίσεις ή άλλες εκσεσημασμένες νευρολογικές βλάβες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πνευμονία από εισρόφηση.
Να μην χρησιμοποιείται σε σκύλους με υποξία, δύσπνοια ή απουσία των αντανακλαστικών του φάρυγγα.
Να μην χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις κατάποσης αιχμηρών ξένων αντικειμένων, διαβρωτικών παραγόντων (οξέων ή αλκαλίων), πτητικών ουσιών ή οργανικών διαλυτών.
Να μην χρησιμοποιείται σε περίπτωση υπερευαισθησίας στο δραστικό συστατικό ή σε κάποιο από τα έκδοχα.
Η αποτελεσματικότητα του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος δεν έχει αποδειχθεί σε σκύλους βάρους κάτω των 1,8 kg ή σε σκύλους ηλικίας κάτω των 4,5 μηνών ή σε ηλικιωμένους σκύλους. Χρησιμοποιήστε το προϊόν μόνο σύμφωνα με την εκτίμηση οφέλους/κινδύνου από τον υπεύθυνο κτηνίατρο.
Με βάση τα αποτελέσματα από κλινικές δοκιμές, οι περισσότεροι σκύλοι αναμένεται να ανταποκριθούν σε μία μόνο δόση του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος. Ωστόσο, για ένα μικρό ποσοστό σκύλων θα απαιτηθεί δεύτερη δόση για την πρόκληση εμέτου. Ένα πολύ μικρό ποσοστό σκύλων ενδέχεται να μην ανταποκριθεί στη θεραπεία παρά τη χορήγηση δεύτερης δόσης. Δεν συνιστάται η χορήγηση περαιτέρω δόσεων σε αυτούς τους σκύλους. Για περισσότερες πληροφορίες, ανατρέξτε στα κεφάλαια 4.9 και 5.1.
Αυτό το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν ενδέχεται να προκαλέσει παροδική αύξηση της καρδιακής συχνότητας για έως και 2 ώρες μετά τη χορήγηση. Η ασφάλεια του προϊόντος δεν έχει μελετηθεί σε σκύλους με διαγνωσμένη καρδιακή νόσο/δυσλειτουργία. Χρησιμοποιήστε το προϊόν μόνο σύμφωνα με την εκτίμηση οφέλους/κινδύνου από τον υπεύθυνο κτηνίατρο.
Η ασφάλεια αυτού του προϊόντος σε σκύλους με κλινικά σημεία λόγω της κατάποσης ξένων υλικών δεν έχει διερευνηθεί.
Η ροπινιρόλη μεταβολίζεται στο ήπαρ. Η ασφάλεια του προϊόντος δεν έχει μελετηθεί σε σκύλους με ηπατική δυσλειτουργία. Χρησιμοποιήστε το προϊόν μόνο σύμφωνα με την εκτίμηση οφέλους/κινδύνου από τον υπεύθυνο κτηνίατρο.
Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα του προϊόντος δεν έχουν μελετηθεί σε σκύλους με οφθαλμική νόσο ή βλάβη. Σε περίπτωση προϋπάρχουσας οφθαλμικής πάθησης με κλινικά σημεία, το προϊόν θα πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο σύμφωνα με την εκτίμηση οφέλους/κινδύνου από τον υπεύθυνο κτηνίατρο.
Άτομα με γνωστή υπερευαισθησία στη ροπινιρόλη πρέπει να αποφεύγουν την επαφή με το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν. Να χορηγούν το προϊόν με προσοχή.
Το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν δεν πρέπει να χορηγείται από έγκυες ή θηλάζουσες γυναίκες. Η ροπινιρόλη ενδέχεται να μειώσει τα επίπεδα της προλακτίνης, λόγω της ανασταλτικής της δράσης στην έκκριση της προλακτίνης ως αγωνιστής της ντοπαμίνης.
Αυτό το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό στα μάτια. Το προϊόν θα πρέπει να χορηγείται με προσοχή. Σε περίπτωση ακούσιας επαφής με τα μάτια ή το δέρμα, ξεπλύνετε αμέσως την πάσχουσα περιοχή με άφθονο φρέσκο νερό. Εάν εμφανιστούν συμπτώματα, ζητήστε ιατρική συμβουλή και δείξτε το φύλλο οδηγιών χρήσης ή την ετικέτα στον ιατρό.
Πολύ συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες: Παροδική ήπια ή μέτρια οφθαλμική υπεραιμία, οφθαλμικές εκκρίσεις, προβολή του 3ου βλεφάρου και βλεφαρόσπασμος.
Παροδικός ήπιος λήθαργος και αυξημένη καρδιακή συχνότητα.
Συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες: Παροδικό ήπιο οίδημα επιπεφυκότα, οφθαλμικός κνησμός, ταχύπνοια, τρόμος, διάρροια, αταξία και μη συντονισμένες κινήσεις. Παρατεταμένος έμετος (για περισσότερα από 60 λεπτά), ο οποίος θα πρέπει να αξιολογηθεί από το υπεύθυνο κτηνίατρο, καθώς μπορεί να χρειαστεί κατάλληλη θεραπεία.
Σε σκύλους με παρατεταμένο έμετο (πάνω από 60 λεπτά) και με άλλα κλινικά σημεία που σχετίζονται με τη φαρμακολογική δράση της δραστικής ουσίας (π.χ. υπεραιμία του οφθαλμού, ταχυκαρδία, τρόμος ή ρίγη), μπορούν να χρησιμοποιηθούν ανταγωνιστές της ντοπαμίνης, όπως η μετοκλοπραμίδη ή η δομπεριδόνη για τη διαχείριση αυτών των κλινικών σημείων.
Η μαροπιτάντη δεν αναστρέφει τα κλινικά σημεία που σχετίζονται με τη φαρμακολογική δράση της ροπινιρόλης.
Μη συνηθισμένες ανεπιθύμητες ενέργειες: Έλκος κερατοειδούς.
Η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών καθορίζεται ως ακολούθως:
Η ασφάλεια του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος δεν έχει αποδειχθεί κατά τη διάρκεια της κύησης και της γαλουχίας στα είδη ζώων. Η ροπινιρόλη αναστέλλει την έκκριση προλακτίνης μέσω της ενεργοποίησης των Δ2 υποδοχέων της ντοπαμίνης οι οποίοι ευρίσκονται στο ραβδωτό σώμα και στα λακτοτρόφα κύτταρα της υπόφυσης. Ως εκ τούτου, δεν συνιστάται η χρήση αυτού του προϊόντος κατά τη διάρκεια της κύησης ή της γαλουχίας.
Οι ανταγωνιστές της ντοπαμίνης (όπως η μετοκλοπραμίδη), τα νευροληπτικά φάρμακα (π.χ. χλωροπρομαζίνη, ακεπρομαζίνη) και άλλα φαρμακευτικά προϊόντα με αντιεμετικές ιδιότητες (π.χ. μαροπιτάντη ή αντιισταμινικά) ενδέχεται να μειώσουν την αποτελεσματικότητα αυτού του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος.
Δεν απαιτείται.