Να μην χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις υπερευαισθησίας σε αντιβιοτικά ßλακτάμης ή σε οποιοδήποτε από τα έκδοχα.
Να μην χορηγείται σε ζώα σωματικού βάρους κάτω των 1,25 kg.
Να μην χρησιμοποιείται σε πουλερικά (συμπεριλαμβανομένων αυγών) λόγω του κινδύνου της εξάπλωσης της μικροβιακής αντοχής στους ανθρώπους.
Καμία.
Σε περίπτωση εκδήλωσης αλλεργικής αντίδρασης, η θεραπεία πρέπει να διακοπεί.
Η χρήση της κεφκινόμης πρέπει να περιορίζεται στην ενδεδειγμένη χρήση σύμφωνα με τις αναφερόμενες ενδείξεις στα είδη ζώων στόχους.
Το προϊόν επιλέγει ανθεκτικά στελέχη, όπως βακτήρια που φέρουν βήτα λακταμάσες ευρέος φάσματος (ESBL), τα οποία ενδέχεται να αποτελούν κίνδυνο για την υγεία του ανθρώπου εάν αυτά τα στελέχη μεταδοθούν σε ανθρώπους, π.χ., μέσω των τροφίμων. Για το λόγο αυτό, το προϊόν θα πρέπει να χρησιμοποιείται για τη θεραπεία κλινικών καταστάσεων, οι οποίες έχουν ανταποκριθεί ή αναμένεται να ανταποκριθούν ανεπαρκώς (αναφέρεται σε εξαιρετικά οξέα περιστατικά όταν η αγωγή θα πρέπει να ξεκινήσει χωρίς βακτηριολογική διάγνωση), σε θεραπεία πρώτης γραμμής.
Θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι επίσημες, εθνικές και περιφερειακές αντιμικροβιακές πολιτικές κατά τη χρήση του προϊόντος. Η αυξημένη χρήση, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης του προϊόντος η οποία παρεκκλίνει από τις οδηγίες που περιλαμβάνονται στην Π.Χ.Π , ενδέχεται να αυξήσει τον επιπολασμό της εν λόγω ανθεκτικότητας.
Όπου αυτό είναι δυνατό, το προϊόν θα πρέπει να χρησιμοποιείται αποκλειστικά κατόπιν δοκιμής ευαισθησίας. Η μη κατάλληλη χρήση του προϊόντος ενδέχεται να αυξήσει τον επιπολασμό βακτηρίων ανθεκτικών στην κεφκινόμη και να υποβαθμίσει την αποτελεσματικότητα της θεραπείας με άλλα αντιβιοτικά τύπου βήτα λακτάμης λόγω της πιθανής διασταυρούμενης ανθεκτικότητας.
Το προϊόν προορίζεται για τη θεραπεία μεμονωμένων ζώων. Να μην χρησιμοποιείται για την πρόληψη ασθενειών ή στο πλαίσιο προγραμμάτων διαχείρισης της υγείας των κοπαδιών. Η θεραπεία ζώων κατά ομάδες πρέπει να περιορίζεται αυστηρά σε εκδήλωση εστιών της νόσου σύμφωνα με τις εγκεκριμένες συνθήκες χρήσης.
Οι κεφαλοσπορίνες ενδέχεται να προκαλέσουν υπερευαισθησία (αλλεργία) κατόπιν έγχυσης, εισπνοής, κατάποσης ή επαφής με το δέρμα. Η υπερευαισθησία σε πενικιλίνες ενδέχεται να προκαλέσει διασταυρούμενη ευαισθησία στις κεφαλοσπορίνες και αντίστροφα. Αλλεργικές αντιδράσεις σε αυτές τις ουσίες ενδέχεται να είναι ενίοτε σοβαρές.
Μην χειρίζεστε αυτό το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν, εάν γνωρίζετε ότι είστε ευαίσθητοι σ' αυτό ή εάν σάς έχει γίνει σχετική σύσταση να μην εργάζεστε με τέτοια σκευάσματα.
Χειρίζεστε αυτό το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν με μεγάλη προσοχή για να αποφύγετε την έκθεση, λαμβάνοντας όλα τα συνιστώμενα μέτρα προφύλαξης.
Εάν εκδηλώσετε συμπτώματα ύστερα από έκθεση, όπως εξάνθημα, θα πρέπει να ζητήσετε ιατρική συμβουλή και να δείξετε στον ιατρό αυτήν την προειδοποίηση. Το οίδημα στο πρόσωπο, τα χείλη ή τα μάτια ή αναπνευστική δυσχέρεια είναι πιο σοβαρά συμπτώματα και απαιτούν άμεση ιατρική επέμβαση.
Πλένετε τα χέρια σας μετά τη χρήση.
Η χρήση του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος ενδέχεται να προκαλέσει τοπική αντίδραση των ιστών. Τυχόν αλλοιώσεις ιστών αποκαθίστανται 15 ημέρες μετά την τελευταία χορήγηση του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος.
Αντιδράσεις υπερευαισθησίας στις κεφαλοσπορίνες παρατηρούνται σπάνια.
Η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών καθορίζεται ως ακολούθως:
Εργαστηριακές μελέτες σε αρουραίους και κουνέλια δεν έδειξαν καμία ένδειξη τερατογένεσης, εμβρυοτοξικότητας ή τοξικότητας στη μητέρα. Η ασφάλεια του προϊόντος δεν έχει αξιολογηθεί στην αγελάδα ή στο θηλυκό χοίρο κατά την εγκυμοσύνη.
Χρήση αποκλειστικά σύμφωνα με την αξιολόγηση ωφέλειας/κινδύνου που διεξάγεται από τον υπεύθυνο κτηνίατρο.
Λόγω μιας ανεπιθύμητης φαρμακοδυναμικής αλληλεπίδρασης, μην χρησιμοποιείτε την κεφκινόμη ταυτόχρονα με φαρμακευτικά προϊόντα με βακτηριοστατική δράση.
Λόγω έλλειψης μελετών συμβατότητας, αυτό το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν δεν πρέπει να αναμειγνύεται με άλλα κτηνιατρικά φαρμακευτικά προϊόντα.