Βιβλιογραφική αναφορά: PROCAMIDOR DUO Ενέσιμο διάλυμα για άλογα, βοοειδή, χοίρους και πρόβατα

Αντενδείξεις

Να μη χρησιμοποιείται:

  • σε καταστάσεις καταπληξίας
  • σε ζώα με καρδιαγγειακά νοσήματα
  • σε ζώα υπό θεραπεία με σουλφοναμίδες
  • σε ζώα που υποβάλλονται σε θεραπεία με φαινοθειαζίνες (βλ. επίσης παράγραφο 4.8).

Να μη χρησιμοποιείται σε περίπτωση υπερευαισθησίας στα τοπικά αναισθητικά που ανήκουν στην υποομάδα των εστέρων ή σε περίπτωση πιθανών αλλεργικών διασταυρούμενων αντιδράσεων στο παρα-αμινοβενζοϊκό οξύ και τις σουλφοναμίδες.

Να μη χορηγείται δια της ενδοφλέβιας ή της ενδοαρθρικής οδού.

Να μη χορηγείται για την αναισθητοποίηση περιοχών με τελική κυκλοφορία (π.χ. αφτιά, ουρά, πέος, κ.λπ.), λόγω του κινδύνου νέκρωσης ιστών έπειτα από πλήρη παύση της κυκλοφορίας που οφείλεται στην παρουσία της αδρεναλίνης (αγγειοσυσταλτικό).

Να μη χρησιμοποιείται με αναισθητικά με βάση το κυκλοπροπάνιο ή το αλοθάνιο (βλ. επίσης παράγραφο 4.8).

Ειδικές προειδοποιήσεις

Καμία.

Ειδικές προφυλάξεις κατά τη χρήση

Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση σε ζώα

Προς αποφυγή της ακούσιας ενδοφλέβιας χορήγησης, η ορθή τοποθέτηση της βελόνας θα πρέπει να επιβεβαιώνεται με αναρρόφηση.

Λόγω τοπικής βλάβης ιστών, ενδέχεται να είναι δύσκολη η αναισθητοποίηση τραυμάτων ή αποστημάτων με χρήση τοπικών αναισθητικών.

Να πραγματοποιείτε την τοπική αναισθησία σε θερμοκρασία περιβάλλοντος. Σε υψηλότερες θερμοκρασίες, ο κίνδυνος τοξικών αντιδράσεων είναι υψηλότερος λόγω της υψηλότερης απορρόφησης της προκαΐνης.

Όπως και με άλλα τοπικά αναισθητικά που περιέχουν προκαΐνη, το προϊόν θα πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε ζώα με επιληψία, διαταραχές της καρδιακής αγωγιμότητας, βραδυκαρδία, υπογκαιμική καταπληξία ή με μεταβολές στην αναπνευστική ή τη νεφρική λειτουργία.

Όταν ενίεται πλησίον των ορίων του τραύματος, το προϊόν μπορεί να προκαλέσει νέκρωση κατά μήκος των ορίων.

Το προϊόν θα πρέπει να χρησιμοποιείται με προσοχή σε αποκλεισμούς των κάτω άκρων λόγω του κινδύνου ισχαιμίας των δακτύλων.

Να χρησιμοποιείται με προσοχή στους ίππους λόγω του κινδύνου μόνιμης λεύκανσης του χρώματος του τριχώματος στο σημείο της ένεσης.

Ιδιαίτερες προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνονται από το άτομο που χορηγεί το φαρμακευτικό προϊόν σε ζώα

Άτομα με γνωστή υπερευαισθησία στην αδρεναλίνη, στην προκαΐνη ή σε άλλα τοπικά αναισθητικά της ομάδας των εστέρων, καθώς και στα παράγωγα του παρα-αμινοβενζοϊκού οξέος και των σουλφοναμιδών θα πρέπει να αποφεύγουν την επαφή με το προϊόν.

Το παρόν προϊόν μπορεί να είναι ερεθιστικό για το δέρμα, τα μάτια και τον στοματικό βλεννογόνο. Αποφύγετε την επαφή με το δέρμα, τα μάτια και τον στοματικό βλεννογόνο. Σε περίπτωση τυχόν διαβροχής, πλύνετε αμέσως με άφθονο νερό. Αν ο ερεθισμός επιμένει, αναζητήστε ιατρική συμβουλή.

Τυχαία αυτοένεση μπορεί να οδηγήσει σε καρδιοαναπνευστικές επιδράσεις ή/και επιδράσεις στο ΚΝΣ. Θα πρέπει να επιδεικνύεται προσοχή για την αποφυγή της τυχαίας αυτοένεσης. Σε περίπτωση τυχαίας αυτoένεσης, να αναζητήσετε αμέσως ιατρική βοήθεια και να επιδείξετε στον ιατρό το εσώκλειστο φύλλο οδηγιών χρήσεως ή την ετικέτα του φαρμακευτικού προϊόντος. Μην οδηγείτε. Πλένετε τα χέρια σας μετά τη χρήση.

Ανεπιθύμητες ενέργειες

Η προκαΐνη μπορεί να οδηγήσει σε υπόταση. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ιδιαίτερα στους ίππους, μπορεί να παρατηρηθούν φαινόμενα διεγερσιμότητας του ΚΝΣ (διέγερση, τρόμος, σπασμοί) έπειτα από τη χορήγηση προκαΐνης.

Οι αλλεργικές αντιδράσεις στην προκαΐνη είναι συχνές. Σε σπάνιες περιπτώσεις, έχουν παρατηρηθεί αναφυλακτικές αντιδράσεις.

Είναι γνωστή μια υπερευαισθησία στα τοπικά αναισθητικά της υποομάδας των εστέρων. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, μπορεί να υπάρξει ταχυκαρδία (αδρεναλίνη).

Σε περίπτωση ακούσιας ενδαγγειακής ένεσης, συχνά εμφανίζονται τοξικές αντιδράσεις. Αυτές εκδηλώνονται με τη μορφή διέγερσης του κεντρικού νευρικού συστήματος (ανησυχία, τρόμος, σπασμοί), ακολουθούμενη από καταστολή. Ο θάνατος επέρχεται λόγω αναπνευστικής παράλυσης. Σε περίπτωση διέγερσης του ΚΝΣ, θα πρέπει να χορηγούνται βαρβιτουρικά βραχείας δράσης, καθώς και προϊόντα για την οξίνιση των ούρων, προς υποστήριξη της νεφρικής απέκκρισης. Σε περίπτωση αλλεργικών αντιδράσεων, μπορούν να χορηγηθούν αντιισταμινικά ή κορτικοειδή. Η αλλεργική καταπληξία αντιμετωπίζεται με αδρεναλίνη.

Η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών καθορίζεται ως ακολούθως:

  • πολύ συχνή (περισσότερο από 1 στα 10 ζώα παρουσιάζουν ανεπιθύμητες ενέργειες κατά τη διάρκεια της θεραπείας)
  • συχνή (περισσότερο από 1 αλλά λιγότερο από 10 ζώα στα 100 υπό θεραπεία ζώα)
  • μη συνηθισμένη (περισσότερο από 1 αλλά λιγότερο από 10 ζώα στα 1000 υπό θεραπεία ζώα)
  • σπάνια (περισσότερο από 1 αλλά λιγότερο από 10 ζώα στα 10.000 υπό θεραπεία ζώα)
  • πολύ σπάνια (λιγότερο από 1 στα 10.000 υπό θεραπεία ζώα, συμπεριλαμβανομένων μεμονωμένων αναφορών).

Χρήση κατά την κύηση, τη γαλουχία ή την ωοτοκία

Η ασφάλεια του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος δεν έχει αποδειχθεί κατά τη διάρκεια της κύησης και της γαλουχίας στα είδη ζώων. Χρησιμοποιήστε το προϊόν μόνο σύμφωνα με την εκτίμηση οφέλους/κινδύνου από τον υπεύθυνο κτηνίατρο κατά τη διάρκεια της κύησης ή της γαλουχίας. Η προκαΐνη διαπερνά τον πλακουντιακό φραγμό και απεκκρίνεται στο γάλα.

Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης

Η προκαΐνη αναστέλλει τη δράση των σουλφοναμιδών λόγω της βιομετατροπής σε παρααμινοβενζοϊκό οξύ, έναν ανταγωνιστή των σουλφοναμιδών. Η προκαΐνη παρατείνει την επίδραση των μυοχαλαρωτικών. Η προκαΐνη αυξάνει τη δράση των αντιαρρυθμικών, π.χ. της προκαϊναμίδης. Η αδρεναλίνη ενισχύει τη δράση των αναλγητικών αναισθητικών στην καρδιά.

Να μη χρησιμοποιείται με αναισθητικά με βάση το κυκλοπροπάνιο ή το αλοθάνιο, καθώς αυτά αυξάνουν την ευαισθησία της καρδιάς στην αδρεναλίνη (ένα συμπαθομιμητικό) και μπορεί να προκαλέσουν αρρυθμία.

Να μη χορηγείται με άλλους συμπαθομιμητικούς παράγοντες, καθώς μπορεί να προκύψει αυξημένη τοξικότητα.

Μπορεί να προκύψει υπέρταση αν η αδρεναλίνη χρησιμοποιηθεί με παράγοντες ωκυτοκίνης.

Μπορεί να υπάρξει αυξημένος κίνδυνος αρρυθμιών αν η αδρεναλίνη χρησιμοποιηθεί ταυτόχρονα με γλυκοσίδη δακτυλίτιδας (όπως η διγοξίνη).

Ορισμένα αντιισταμινικά (όπως η χλωροφαινιραμίνη) μπορεί να ενισχύσουν την επίδραση της αδρεναλίνης.

Λόγω αυτών των αλληλεπιδράσεων, ο κτηνίατρος μπορεί να προσαρμόσει τη δοσολογία, ενώ θα πρέπει να παρακολουθεί προσεκτικά τις επιδράσεις στο ζώο.

Κύριες ασυμβατότητες

Λόγω έλλειψης μελετών συμβατότητας, το παρόν κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν δεν πρέπει να αναμειγνύεται με άλλα κτηνιατρικά φαρμακευτικά προϊόντα.

Το διάλυμα δεν είναι συμβατό με αλκαλικά προϊόντα, δεψικό οξύ ή μεταλλικά ιόντα.