Η φλουμεκίνη είναι ένα συνθετικό αντιμικροβιακό που ανήκει στην κατηγορία των κινολονών. Η παρουσία του φθορίου στη θέση 9 οδηγεί, σε σύγκριση με τις άλλες κινολόνες, σε μεγαλύτερη δραστικότητα, έναντι των ευαίσθητων μικροοργανισμών. Η φλουμεκίνη δρα μέσω της αναστολής των ενζύμων DNA-τοποϊσομεράσες, των ευαίσθητων μικροοργανισμών και η δράση της είναι βακτηριοκτόνος. Παρουσιάζει δραστικότητα έναντι των Salmonella spp., E. coli, Pasteurella spp., Pseudomonas spp., Proteus spp., Klebsiella spp., Bordetella spp., Enterobacter spp., Streptococcus spp. και Staphylococcus spp..
Η φλουμεκίνη, λόγω των λιπόφιλων ιδιοτήτων της απορροφάται από τον γαστρεντερικό σωλήνα και κατανέμεται ταχέως στο ήπαρ, στους νεφρούς, στους μύες, στους ενδοκρινείς αδένες, στους λεμφαδένες, στο κόλον, στο λεπτό έντερο και στους οφθαλμούς. Ο χρόνος ημίσειας ζωής στο πλάσμα κυμαίνεται από 5 έως 7 ώρες, ανάλογα με το είδος του ζώου. Αποβάλλεται κυρίως σε αυτούσια μορφή. Η αποβολή γίνεται κυρίως με το ούρο και σε μικρότερο βαθμό, με τα κόπρανα.
Μετά από χορήγηση από το στόμα, η φλουμεκίνη απορροφάται από το γαστρεντερικό σωλήνα (περίπου το 10% της δόσης) και η μέγιστη συγκέντρωση στο πλάσμα του αίματος επιτυγχάνεται μετά από 2 ώρες. Η σύνδεση με τις πρωτεΐνες του πλάσματος φτάνει στο 75%. Στο αίμα, είναι παρούσα είτε με την αμεταβόλιστη μορφή της, είτε ως ο υδροξυλιωμένος μεταβολίτης της, ο οποίος παρουσιάζει μειωμένη δραστικότητα. Το 40- 60% της φλουμεκίνης αποβάλλεται σε αυτούσια μορφή μέσω του ούρου και το υπόλοιπο ως ο αδρανής μεταβολίτης της. Ένα μικρό ποσοστό, αποβάλλεται με τα κόπρανα.