Να μη χρησιμοποιείται σε ζώα με σοβαρή ηπατική ή νεφρική ανεπάρκεια.
Να μη χρησιμοποιείται σε ωοτόκες όρνιθες.
Σε περίπτωση νόσησης, παρατηρείται και μεταβολή της ποσότητας του νερού, που καταναλώνουν τα πτηνά. Για τις περιπτώσεις αυτές θα πρέπει να προσαρμόζεται η συγκέντρωση της φλουμεκίνης στο πόσιμο νερό, έτσι ώστε τα πτηνά να λαμβάνουν την απαραίτητη δόση, ημερησίως.
Κατά τη χρήση του προϊόντος, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη η επίσημη και περιφερειακή πολιτική σχετικά με τη χρήση αντιμικροβιακών ουσιών.
Οι κινολόνες πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο με βάση τα αποτελέσματα της δοκιμής ευαισθησίας, όπου αυτό είναι εφικτό.
Η χρήση του προϊόντος κατά παρέκκλιση των οδηγιών που περιλαμβάνονται στην ΠΧΠ ενδέχεται να αυξήσει τον επιπολασμό της αντοχής των βακτηρίων στις κινολόνες και να μειώσει την αποτελεσματικότητα της θεραπείας με άλλες (φθοριο)κινολόνες, λόγω της δυνητικής διασταυρούμενης αντοχής.
Άτομα με γνωστή υπερευαισθησία στη φλουμεκίνη πρέπει να αποφεύγουν την επαφή με το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν. Πρέπει να χρησιμοποιείται προστατευτικός εξοπλισμός (γάντια) κατά την επαφή με το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν.
Πιθανόν να παρατηρηθούν αρθρίτιδες.
Η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών καθορίζεται ως ακολούθως:
Η ασφάλεια του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος δεν έχει αποδειχθεί κατά τη διάρκεια της ωοτοκίας.
Να μη χρησιμοποιηθεί σε πτηνά σε περίοδο ωοτοκίας.
Η φλουμεκίνη δεν πρέπει να χορηγείται ταυτόχρονα με τριμεθοπρίμη, σουλφοναμίδες, φαινυλβουταζόνη και υδροκορτιζόνη, γιατί είναι δυνατό να επιταχυνθεί η απέκκρισή της. Η ταυτόχρονη χορήγηση θειικής κολιστίνης μειώνει τη βιοδιαθεσιμότητα της φλουμεκίνης, που χορηγείται από το στόμα.
Δεν είναι γνωστή καμία.