Φαρμακοθεραπευτική ομάδα: Αντιμικροβιακά για συστηματική χρήση, φθοροκινόνες
Κωδικός ATCvet: QJ01ΜΑ93
Η μαρβοφλοξασίνη είναι ένα συνθετικό, βακτηριοκτόνο αντιμικροβιακό, το οποίο ανήκει στην ομάδα των φθοροκινολών και δρα με την αναστολή της DNA γυράσης. Είναι αποτελεσματικό κατά ενός μεγάλου εύρους θετικών κατά Gram βακτηρίων, ειδικότερα του Staphylococcus και αρνητικών κατά Gram βακτηρίων (Escherichia coli, Pasteurella spp), καθώς και του Mycoplasma (Mycoplasma bovis). Διαθέτει in vitro δραστικότητα κατά των Mannheimia haemolytica, Pasteurella multocida, E. coli, Mycoplasma bovis, Actinobacillus pleuropneumoniae και Mycoplasma hyopneumoniae.
Μετά την υποδόρια ή την ενδομυϊκή χορήγηση σε βοοειδή και την ενδομυϊκή χορήγηση στους χοίρους στη συνιστώμενη δόση των 2 mg/kg, η μερβοφλοξασίνη απορροφάται αμέσως και φθάνει σε μέγιστες συγκεντρώσεις στο πλάσμα 1,5 µg/ml, εντός διαστήματος μικρότερου της 1 ώρας. Η βιοδιαθεσιμότητά του προσεγγίζει το 100%.
Δεσμεύεται ασθενώς στις πρωτεΐνες του πλάσματος (λιγότερο από 10% στους χοίρους και 30% στα βοοειδή) και κατανέμεται εκτεταμένα. Στους περισσότερους ιστούς (ήπαρ, νεφρός, δέρμα, πνεύμονας, κύστη, μήτρα) επιτυγχάνει υψηλότερη συγκέντρωση από ό,τι στο πλάσμα.
Μετά την ενδομυϊκή χορήγηση στις αγελάδες γαλακτοπαραγωγής, η μαρβοφλοξασίνη φθάνει στη μέγιστη συγκέντρωση στο γάλα 1,02 µg/ml (Cμέγ. μετά την πρώτη χορήγηση) στις 2,5 ώρες (Tμέγ. μετά την πρώτη χορήγηση).
Η μαρβοφλοξασίνη αποβάλλεται αργά στα μοσχάρια πριν τον μηρυκασμό (t1/2 = 5-9 ώρες) και στους χοίρους (t1/2 = 8-10 ώρες), ταχύτερα στα μηρυκάζοντα βοοειδή (t1/2 = 4-7 ώρες) κυρίως στη δραστική μορφή στα ούρα και στα κόπρανα.
Μετά από εφάπαξ ενδομυϊκή χορήγηση στα βοοειδή στη συνιστώμενη δόση των 8 mg/kg, η μέγιστη συγκέντρωση της μαρβοφλοξασίνης στο πλάσμα (Cμέγ.) είναι 7,3 µg/ml και επιτυγχάνεται σε = 0.78 ώρες (Tμέγ.). Η δέσμευση σε πρωτεΐνες του πλάσματος είναι περίπου 30%. Η μαρβοφλοξασίνη αποβάλλεται αργά (T1/2 = 15,60 ώρες), κυρίως στη δραστική μορφή στα ούρα και στα κόπρανα.