Να μη χρησιμοποιείται σε περίπτωση υπερευαισθησίας στα δραστικά συστατικά ή σε κάποιο από τα έκδοχα.
Λόγω της περιεχόμενης νατριούχου μεταμιζόλης, να μη χρησιμοποιείται σε περίπτωση:
Λόγω της περιεχόμενης βουτυλοβρωμιούχου υοσκίνης, να μη χρησιμοποιείται σε περίπτωση:
Καμία.
Εξαιτίας του κινδύνου αναφυλακτικού σοκ, τα διαλύματα που περιέχουν μεταμιζόλη θα πρέπει να χορηγούνται αργά όταν γίνεται ενδοφλέβια χρήση.
Σε ένα πολύ μικρό αριθμό ατόμων, η μεταμιζόλη μπορεί να προκαλέσει αναστρέψιμη, αλλά ενδεχομένως σοβαρή ακοκκιωμάτωση και άλλες αντιδράσεις, όπως αλλεργία του δέρματος. Η βουτυλοβρωμιούχος υοσκίνη, μπορεί ενδεχομένως να επιδράσει στην κινητικότητα του γαστρεντερικού σωλήνα και να προκαλέσει ταχυκαρδία. Να λαμβάνεται μέριμνα για να αποφεύγεται η αυτοένεση. Σε περίπτωση που κατά λάθος κάνετε αυτoένεση, να αναζητήσετε αμέσως ιατρική βοήθεια και να επιδείξετε στον ιατρό το εσώκλειστο φύλλο οδηγιών χρήσεως ή την ετικέτα του φαρμακευτικού προϊόντος.
Άτομα με γνωστή υπερευαισθησία στη μεταμιζόλη ή τη βενζυλική αλκοόλη, θα πρέπει να αποφεύγουν την επαφή με το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν. Αποφύγετε τη χρήση του προϊόντος, εάν γνωρίζετε ότι είστε ευαίσθητοι στις πυραζολόνες ή είστε ευαίσθητοι στο ακετυλοσαλικυλικό οξύ. Αυτό το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό του δέρματος και των οφθαλμών. Αποφύγετε την επαφή με το δέρμα και τους οφθαλμούς. Σε περίπτωση επαφής με το δέρμα, πλυθείτε αμέσως με σαπούνι και νερό. Εάν το προϊόν έρθει σε επαφή με τους οφθαλμούς, ξεπλύνετε αμέσως τους οφθαλμούς με άφθονο νερό. Εάν ο ερεθισμός των οφθαλμών επιμείνει, να αναζητήσετε ιατρική συμβουλή.
Σποραδικά παρατηρήθηκε εμβρυοτοξικότητα μετά από πρόσληψη μεταμιζόλης, στο τελευταίο τρίμηνο της εγκυμοσύνης σε ανθρώπους. Επιπλέον, η πρόσληψη μεταμιζόλης από γυναίκες που θηλάζουν, μπορεί να είναι επικίνδυνη για τα νεογνά τους. Συνεπώς, οι έγκυες γυναίκες στο τελευταίο τρίμηνο της εγκυμοσύνης και οι θηλάζουσες γυναίκες θα πρέπει να μην χορηγούν αυτό το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν.
Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, μπορούν να επισυμβούν αναφυλακτικές αντιδράσεις και καρδιαγγειακή καταπληξία. Σε σκύλους, μπορεί να επισυμβούν αντιδράσεις πόνου αμέσως μετά την ένεση, οι οποίες υποχωρούν ταχέως και δεν έχουν καμία αρνητική επίπτωση στο αναμενόμενο θεραπευτικό όφελος. Σε άλογα και βοοειδή, μπορεί να παρατηρηθεί περιστασιακά μια ελαφρά αύξηση των καρδιακών παλμών, εξαιτίας της παρασυμπαθολυτικής δράσης της βουτυλοβρωμιούχου υοσκίνης.
Η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών καθορίζεται ως ακολούθως:
Οι μελέτες σε ζώα εργαστηρίου (κουνέλια, επίμυες), δεν έχουν παρουσιάσει καμία απόδειξη τερατογόνου δράσης. Δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες για τη χρήση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης για τα είδη ζώων για τα οποία προορίζεται. Ωστόσο, η βουτυλοβρωμιούχος υοσκίνη μπορεί να επιδράσει στις λείες μυϊκές ίνες της γεννητικής οδού. Οι μεταβολίτες της μεταμιζόλης μπορούν να διέλθουν το φραγμό του πλακούντα και να διεισδύσουν στο γάλα. Επομένως, αυτό το προϊόν θα πρέπει να χρησιμοποιείται σε έγκυα και σε κατάσταση γαλουχίας ζώα, μόνο σύμφωνα με την εκτίμηση οφέλους/κινδύνου από τον υπεύθυνο κτηνίατρο.
Οι δράσεις της μεταμιζόλης και/ή της βουτυλοβρωμιούχου υοσκίνης μπορούν να ενισχυθούν από την ταυτόχρονη χρήση άλλων αντιχολινεργικών ή αναλγητικών ουσιών.
Η ταυτόχρονη χρήση επαγωγέων των ηπατικών μικροσωμικών ενζύμων (π.χ. βαρβιτουρικά, φαινυλβουταζόνη), μειώνει την ημιπερίοδο ζωής και ως εκ τούτου τη διάρκεια δράσης της μεταμιζόλης. Η ταυτόχρονη χορήγηση νευροληπτικών φαρμάκων, ειδικότερα παραγώγων της φαινοθειαζίνης, μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή υποθερμία. Επιπλέον, ο κίνδυνος γαστρεντερικής αιμορραγίας αυξάνεται με την ταυτόχρονη χρήση γλυκοκορτικοειδών. Η διουρητική δράση της φουροσεμίδης εξασθενεί. Η ταυτόχρονη χορήγηση άλλων ασθενών αναλγητικών αυξάνει τις δράσεις και της παρενέργειες της μεταμιζόλης.
Η αντιχολινεργική δράση της κινιδίνης και των αντιϊσταμινικών, καθώς και οι ταχυκαρδικές δράσεις των β-συμπαθομιμητικών, μπορούν να ενισχυθούν από αυτό το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν.
Λόγω έλλειψης μελετών ασυμβατότητας, το παρόν κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν δεν πρέπει να αναμειγνύεται με άλλα κτηνιατρικά φαρμακευτικά προϊόντα.