Αντενδείκνυται σε ζώα τα οποία πάσχουν είτε από οξείες ή υποξείες διαταραχές του αγγειακού συστήματος, γαστρεντερικού σωλήνα ή αναπνευστικού συστήματος. Αντενδείκνυται όταν δεν είναι επιθυμητή η αποβολή ή ο τοκετός.
Να μην χορηγείται ενδοφλέβια.
Έχουν αναφερθεί τοπικές βακτηριακές μολύνσεις μετά την έγχυση οι οποίες μπορεί να γενικευθούν. Επιθετική αντιβιοτική θεραπεία θα πρέπει να χρησιμοποιείται μετά το πρώτο σύμπτωμα μόλυνσης στο σημείο της ένεσης, που να καλύπτει ιδιαίτερα τα είδη κλωστριδίων. Πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή άσηπτες τεχνικές για τη μείωση της πιθανότητας επιμολύνσεων με βακτήρια μετά την έγχυση.
Η ανεπιθύμητη ενέργεια που παρατηρείται πιο συχνά σε χορήγηση πενταπλάσιας ή δεκαπλάσιας δόσης είναι η αυξημένη θερμοκρασία του σώματος, όπως μετρήθηκε στον πρωκτό. Ωστόσο, οι αλλαγές της θερμοκρασίας του σώματος, όπως μετρήθηκαν στον πρωκτό ήταν παροδικές σε όλα τα περιστατικά που παρατηρήθηκαν και δεν ήταν επιζήμιες για τα ζώα. Επίσης, έχει παρατηρηθεί περιορισμένη σιελόρροια σε μερικές περιπτώσεις.
Έχουν αναφερθεί τοπικές βακτηριακές μολύνσεις μετά την έγχυση που μπορεί να γενικευθούν. Επιθετική θεραπεία με αντιβιοτικά θα πρέπει να χρησιμοποιείται μετά το πρώτο σύμπτωμα μόλυνσης στο σημείο της ενέσεως, που να καλύπτει τα είδη κλωστριδίων. Θα πρέπει να χρησιμοποιούνται άσηπτες τεχνικές για να μειωθεί η πιθανότητα βακτηριακών μολύνσεων μετά την ένεση.
Οι πλέον συνήθεις ανεπιθύμητες ενέργειες είναι η εφίδρωση και η πτώση της θερμοκρασίας του σώματος, όπως μετρήθηκε στον πρωκτό. Τα συμπτώματα αυτά είναι, σε όλες τις περιπτώσεις, παροδικά και δεν προκαλούν βλάβη στο ζώο. Άλλες αντιδράσεις που έχουν παρατηρηθεί είναι ταχυκαρδία, ταχύπνοια, κοιλιακές διαταραχές, κινητική αταξία και κατάκλιση του ζώου. Τα αποτελέσματα αυτά εμφανίζονται εντός 15 λεπτών μετά την έγχυση και υποχωρούν εντός μίας ώρας. Οι φορβάδες συνήθως συνεχίζουν να λαμβάνουν τροφή κατά τη διάρκεια της περιόδου εμφάνισης των παρενεργειών.
Παροδικές παρενέργειες οι οποίες συνίστανται από αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος, αύξηση του ρυθμού αναπνοής, αυξημένη σιελόρροια, αφόδευση και διούρηση, ερύθημα και νευρικότητα (κύρτωμα της πλάτης, ξύσιμο των ποδιών, κνησμός και ροκάνισμα) συμβαίνουν περιστασιακά μετά από χορήγηση dinoprost σε έγκυες σύες και συιδες. Είναι γεγονός, ότι τα συμπτώματα αυτά είναι παρόμοια με αυτά του φυσιολογικού τοκετού, μόνο που εμφανίζονται πιο πυκνά. Αυτές οι δράσεις εμφανίζονται συνήθως μέσα σε 15 λεπτά μετά την ένεση και υποχωρούν σε μια ώρα.
Η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών καθορίζεται ως ακολούθως:
Ενδείκνυται για τερματισμό της εγκυμοσύνης.
Δεν είναι γνωστή καμία.
Δεν είναι γνωστές.