Να μην χρησιμοποιείται σε ζώα με γνωστή υπερευαισθησία σε πενικιλλίνες και κεφαλοσπορίνες.
Να μην χρησιμοποιείται σε περίπτωση υπερευαισθησίας στο δραστικό συστατικό, ή σε κάποιο από τα έκδοχα.
Περιστασιακά, σε θηλάζοντα και παχυνόμενα χοιρίδια, η χορήγηση προϊόντων που περιέχουν προκαϊνούχο πενικιλλίνη μπορεί να προκαλέσει παροδικά πυρεξία, έμετο, ρίγος, ατονία και αταξία.
Η προκαϊνούχος πενικιλλίνη, κάτω από ορισμένες συνθήκες, μπορεί να είναι τοξική και θανατηφόρος σε χοίρους. Αυτό θα μπορούσε να οφείλεται σε αιφνίδια αποδέσμευση τοξικών ποσοτήτων ελεύθερης προκαΐνης. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν ρίγος, κατάπτωση, ανορεξία, έμετο, κυάνωση των άκρων και έντονο πυρετό (40 ο C και άνω). Επίσης, μετά τη χορήγηση, μπορεί να παρατηρηθεί κολπικό έκκριμα και μερικά ζώα να αποβάλλουν.
Κατόπιν απορρόφησης, η βενζυλοπενικιλλίνη διεισδύει πλημμελώς στις βιολογικές μεμβράνες (π.χ. αιματο-εγκεφαλικός φραγμός) καθώς είναι ιονισμένη και ασθενώς διαλυτή στα λιπίδια. Η χρήση του προϊόντος για τη θεραπεία της μηνιγγίτιδας ή των λοιμώξεων του ΚΝΣ λόγω π.χ. Streptococcus suis ή Listeria monocytogenes μπορεί να μην είναι αποτελεσματική. Επιπλέον, η βενζυλοπενικιλλίνη διεισδύει πλημμελώς στα κύτταρα των θηλαστικών, επομένως, το προϊόν αυτό μπορεί να έχει μικρή επίδραση στη θεραπεία των ενδοκυτταρικών παθογόνων, π.χ., της Listeria monocytogenes.
Έχουν αναφερθεί αυξημένες τιμές MIC ή προφίλ κατανομής με δύο μέγιστα που υποδηλώνουν επίκτητη ανθεκτικότητα για τα ακόλουθα βακτήρια: Glaesserella parasuis, Staphylococcus spp. που προκαλούν MMA/PPDS, Streptococcus spp. και S. suis στους χοίρουςꞏ
Fusobacterium necrophorum που προκαλεί μητρίτιδα και Mannheimia haemolytica (μόνο σε ορισμένα κράτη μέλη), καθώς και Bacteroides spp., Staphylococcus chromogenes, Actinobacillus lignieresii και Trueperella pyogenes στα βοοειδή· S. aureus, αρνητικοί στην πηκτάση Staphylococci και Enterococcus spp. στους σκύλους Staphylococcus aureus και Staphylococcus felis στις γάτες.
Η χρήση του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος ενδέχεται να έχει ως αποτέλεσμα την έλλειψη κλινικής αποτελεσματικότητας κατά τη θεραπεία λοιμώξεων που προκαλούνται από τα εν λόγω βακτήρια.
Η χρήση του προϊόντος πρέπει να βασίζεται σε δοκιμές ευαισθησίας των βακτηρίων που απομονώνονται από το ζώο. Αν αυτό δεν είναι δυνατόν η αγωγή θα πρέπει να βασίζεται σε τοπικές (επίπεδο περιφέρειας, μονάδας) επιδημιολογικές πληροφορίες όσον αφορά την ευαισθησία του βακτηρίου στόχος.
Δεν ισχύει.
Σε περίπτωση που κατά λάθος κάνετε αυτoένεση, να αναζητήσετε αμέσως ιατρική βοήθεια και να επιδείξετε στον ιατρό το εσώκλειστο φύλλο οδηγιών χρήσεως ή την ετικέτα του φαρμακευτικού προϊόντος.
Άτομα με γνωστή υπερευαισθησία σε πενικιλλίνες πρέπει να χορηγούν το προϊόν με προσοχή.
Δεν ισχύει.
Βοοειδή, πρόβατα, χοίροι.
Πολύ σπάνια (<1 ζώο / 10.000 υπό θεραπεία ζώα, συμπεριλαμβανομένων μεμονωμένων αναφορών) | Περιστασιακή αλλεργία στις πενικιλλίνες1 |
1 Οι αντιδράσεις υπερευαισθησίας (αλλεργικές) στις πενικιλλίνες μπορεί να ποικίλουν από μία τοπική εξοίδηση έως αναφυλαξία και θάνατο.
Έχουν παρατηρηθεί συστημικές τοξικές δράσεις σε νεαρά χοιρίδια, οι οποίες είναι παροδικές αλλά μπορούν να θεωρηθούν δυνητικά θανατηφόρες, ιδίως σε υψηλότερες δόσεις.
Η αναφορά ανεπιθύμητων συμβάντων είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της ασφάλειας ενός κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος. Οι αναφορές πρέπει να αποστέλλονται, κατά προτίμηση μέσω κτηνιάτρου, είτε στον κάτοχο της άδειας κυκλοφορίας, είτε στην εθνική αρμόδια αρχή μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς. Ανατρέξτε επίσης στην παράγραφο 16 του φύλλου οδηγιών χρήσης για τα αντίστοιχα στοιχεία επικοινωνίας.
Μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά τη διάρκεια της κύησης.
Να μην χορηγείται σε προβατίνες σε γαλακτική περίοδο, που παράγουν γάλα για ανθρώπινη κατανάλωση.
Να μη χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με τετρακυκλίνες.
Οι τετρακυκλίνες είναι βακτηριοστατικά αντιβιοτικά που μπορεί να επηρεάσουν ένα βακτηριοκτόνο αντιβιοτικό όπως η πενικιλλίνη. Δεδομένου ότι η πενικιλλίνη δρα αναστέλλοντας τη σύνθεση του κυτταρικού τοιχώματος, παράγοντες όπως π.χ οι τετρακυκλίνες, οι οποίες αναστέλλουν την πρωτεϊνική σύνθεση, θα μπορούσαν να καλύψουν τη βακτηριοκτόνο δράση της πενικιλλίνης.
Δεν είναι γνωστή καμία.