Βιβλιογραφική αναφορά: LEVOFLOK Διάλυμα για χορήγηση με πόσιμο νερό για ορνίθια, ινδορνίθια και κουνέλια (2023)

Φαρμακοδυναμική

Κωδικός ATCvet: QJ01MA90

Τρόπος δράσης

Δύο ένζυμα, ουσιώδη για την αντιγραφή και τη μεταγραφή του DNA, η DNA-γυράση και η τοποϊσομεράση IV, έχουν ταυτοποιηθεί ως οι μοριακοί στόχοι των φθοροκινολονών.

Τα ένζυμα αυτά διαμορφώνουν την τοπολογική κατάσταση του DNA μέσω αντιδράσεων διάσπασης και επανασύνδεσης των δεσμών. Αρχικά και οι δύο κλώνοι της διπλής έλικας του DNA διασπώνται. Στη συνέχεια, ένα απομακρυσμένο τμήμα του DNA υπεισέρχεται σε αυτόν το διαχωρισμό, προτού προλάβουν να επανασυνδεθούν οι κλώνοι.

Η στοχευμένη αναστολή (αναπαραγωγής) προκαλείται από τη σύναψη μη ομοιοπολικών δεσμών των μορίων φθοροκινολόνης σε μια ενδιάμεση κατάσταση αυτής της σειράς των αντιδράσεων, όπου διασπάται το DNA, αλλά οι δύο κλώνοι παραμένουν συνδεδεμένοι ομοιοπολικά με τα ένζυμα.

Τα αναδιπλασιαζόμενα διπλά σκέλη και σύμπλοκα μετάφρασης δεν μπορούν να προχωρήσουν πέραν των σύμπλοκων ενζύμων-DNA-φθοροκινολόνης, με συνέπεια την αναστολή της σύνθεσης DNA και mRNA, γεγονός που προκαλεί μια αλυσίδα συμβάντων που καταλήγει στην ταχεία, εξαρτώμενη από τη συγκέντρωση του φαρμάκου, εξάλειψη των παθογόνων βακτηρίων.

Αντιμικροβιακό φάσμα

Η ενροφλοξασίνη είναι δραστική κατά πολλών αρνητικών κατά Gram βακτηρίων, θετικών κατά Gram βακτηρίων και κατά του Mycoplasma spp.

Η ευαισθησία έχει αποδειχθεί in vitro σε στελέχη (i) αρνητικών κατά Gram ειδών όπως Pasteurella multocida και Avibacterium (Haemophilus) paragallinarum και (ii) Mycoplasma gallisepticum και Mycoplasma synoviae.

Τύποι και μηχανισμοί ανθεκτικότητας.

Όπως έχει αναφερθεί, η ανθεκτικότητα στις φθοριοκινολόνες προέρχεται από πέντε πηγές: (i) σημειακές μεταλλάξεις στα γονίδια κωδικοποίησης της DNA γυράσης ή/και τοποϊσομεράσης IV που οδηγούν σε αλλοίωση του αντίστοιχου ενζύμου, (ii) μεταβολές στη διαπερατότητα του φαρμάκου σε αρνητικά κατά Gram βακτήρια, (iii) μηχανισμοί εκροής, (iv) ανθεκτικότητα μέσω πλασμιδίων και (v) πρωτεΐνες για την προστασία της γυράσης. Όλοι οι μηχανισμοί οδηγούν σε μειωμένη ευαισθησία των βακτηρίων στις φθοροκινολόνες. Η διασταυρούμενη ανθεκτικότητα μεταξύ των αντιμικροβιακών της τάξης των φθοροκινολονών είναι συνήθης. Ανθεκτικότητα έχει αναφερθεί για το Mycoplasma synoviae στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Φαρμακοκινητική

Η ενροφλοξασίνη έχει σχετικά μεγάλη βιοδιαθεσιμότητα μετά από την χορήγηση από το στόμα, ενδομυϊκώς και υποδορίως, σε όλα σχεδόν τα ζωικά είδη στα οποία δοκιμάστηκε.

Μετά από χορήγηση από το στόμα σε ορνίθια και κουνέλια, το μέγιστο της συγκέντρωσης επιτυγχάνεται μεταξύ 0,5 και 2,5 ωρών. Μετά από χορήγηση της θεραπευτικής δόσης η μέγιστη συγκέντρωση είναι 1-2,5 μg/ml.

Ταυτόχρονη χορήγηση ουσιών που περιέχουν πολυσθενή κατιόντα (αντιόξινα, γάλα ή υποκατάστατα γάλακτος) ελαττώνει την από του στόματος βιοδιαθεσιμότητα των φθοροκινολονών.

Οι φθοροκινολόνες χαρακτηρίζονται από την ευρεία κατανομή στα υγρά και τους ιστούς του σώματος, όπου φθάνουν σε μεγαλύτερες συγκεντρώσεις από ότι στο πλάσμα του αίματος. Επιπλέον, κατανέμονται ευρέως στο δέρμα, τα οστά και το σπέρμα, φτάνοντας επίσης μέχρι τον εξωτερικό και τον εσωτερικό θάλαμο του ματιού και διαπερνούν τον πλακούντα και τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό. Αποθηκεύονται στα φαγοκύτταρα (κυψελικά μακροφάγα, ουδετερόφιλα), κι έτσι είναι αποτελεσματικές έναντι των διακυτταρικών μικροοργανισμών.

Ο βαθμός μεταβολισμού ποικίλλει ανάλογα με το είδος και είναι περίπου 50-60%. Η ενροφλοξασίνη στο ήπαρ μετατρέπεται σε ένα δραστικό μεταβολίτη που ονομάζεται σιπροφλοξασίνη. Γενικά ο μεταβολισμός γίνεται μέσω διαδικασιών υδροξυλίωσης και οξείδωσης σε οξοφθοριοκινολόνες. Άλλες αντιδράσεις που υφίστανται είναι η Ν-απαλκυλίωση και η σύζευξη με το γλυκουρονικό οξύ.

Η αποβολή της λαμβάνει χώρα μέσω της χοληφόρου και της νεφρικής οδού, με κυριότερη την τελευταία. Η νεφρική αποβολή βασίζεται στη σπειραματική διήθηση και στην ενεργό σωληναριακή απέκκριση μέσω άντλησης οργανικών ανιόντων.

ΟΡΝΙΘΙΑ

Με την από του στόματος χορήγηση 10 mg/kg, παρατηρήθηκε μέγιστη συγκέντρωση 2,5μg/ml σε 1,6 ώρες μετά την χορήγηση και με τη βιοδιαθεσιμότητα να είναι περίπου στο 64%.Ο μέσος χρόνος ζωής στο πλάσμα ήταν 14 ώρες, ενώ ο μέσος χρόνος παραμονής ήταν 15 ώρες.

ΚΟΥΝΕΛΙΑ

Με την χορήγηση του προϊόντος στη συνιστώμενη δόση, 10mg enrofloxacin/kg σ.β./ημέρα, για 5 συνεχείς ημέρες στο πόσιμο νερό, η μεγίστη συγκέντρωση στο αίμα (Cmax) βρέθηκε γύρω στα 350 ng/ml και η μέση τιμή του μεταβολισμού από ενροφλοξασίνη σε σιπροφλοξασίνη στο 26,5%.