Να μην χρησιμοποιείται σε σκύλους ηλικίας μικρότερης των 12 εβδομάδων.
Να μην χορηγείται ενδοφλέβια.
Να μην χρησιμοποιείται σε περίπτωση υπερευαισθησίας στο δραστικό συστατικό ή σε κάποιο από τα έκδοχα.
Πρέπει να λαµßάνεται µέριµνα για την αποφυγή των παρακάτω χειρισµών, οι οποίοι αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης ανθεκτικότητας στα ανθελµινθικά και µπορεί να οδηγήσουν σε αναποτελεσµατική θεραπεία.
Κλινικά περιστατικά ύποπτα για ανθεκτικότητα στα ανθελµινθικά πρέπει να διερευνώνται περαιτέρω χρησιµοποιώντας τις κατάλληλες τεχνικές. Εφόσον τα αποτελέσµατα των δοκιµών αυτών υποδηλώνουν ανθεκτικότητα σε κάποιο ανθελµινθικό, πρέπει να χρησιµοποιείται ανθελµινθικό προϊόν διαφορετικής φαρµακολογικής οµάδας και µε διαφορετικό τρόπο δράσης κατά των παρασίτων.
Το προϊόν πρέπει να χορηγείται μόνο σε ελεγμένους σκύλους, οι οποίοι βρέθηκαν αρνητικοί σε εξέταση για διροφιλαρίωση. Πριν από την έναρξη της προφυλακτικής αγωγής με το προϊόν, οι μολυσμένοι σκύλοι πρέπει να υπόκεινται σε αγωγή για να απομακρύνονται ενήλικοι σκώληκες και μικροφιλάριες. Οι αγωγές αυτές πρέπει να πραγματοποιούνται υπό την ευθύνη του κτηνιάτρου.
Η μοξιδεκτίνη και οι εστέρες παραϋδροξυβενζοϊκού οξέος μπορεί να προκαλέσουν αλλεργικές αντιδράσεις. Άτομα με γνωστή υπερευαισθησία στη μοξιδεκτίνη ή σε οποιοδήποτε από τα έκδοχα θα πρέπει να αποφεύγουν την επαφή με το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν.
Αποφύγετε την επαφή με το δέρμα ή τους οφθαλμούς. Πλύνετε καλά τα χέρια μετά από τη χρήση. Σε περίπτωση τυχαίας επαφής στο δέρμα, ξεπλύνετε αμέσως με σαπούνι και νερό. Εάν το προϊόν έρθει τυχαία σε επαφή με τα μάτια, θα πρέπει να ξεπλύνετε καλά με άφθονο νερό.
Να δίνετε προσοχή για να αποφύγετε τυχόν αυτοένεση. Στην περίπτωση τυχαίας αυτοένεσης ζητήστε άμεσα ιατρική συμβουλή και δείξτε το φύλλο οδηγιών ή την ετικέτα στον ιατρό.
Οδηγίες προς τον ιατρό σε περίπτωση τυχαίας αυτοένεσης: χορηγήστε συμπτωματική αγωγή.
Σε σπάνιες περιπτώσεις, μπορεί να προκληθεί άλγος σύντομης διάρκειας στο σημείο της έγχυσης ή μία ελαφρώς ήπια τοπική αντίδραση (διόγκωση) για 2- 3 εβδομάδες. Κοκκιωματώδεις αλλοιώσεις, συνήθως σαφώς περιγεγραμμένες και μικρών διαστάσεων, εντοπίστηκαν συχνά σε ζώα που χορηγήθηκε αγωγή στη συνιστώμενη δόση. Η κατά μέσον όρο σοβαρότητα των αλλοιώσεων καταγράφηκε ως «μέτρια».
Σε σπάνιες περιπτώσεις, είναι δυνατόν να παρατηρηθούν τοπικές αντιδράσεις υπερευαισθησίας (π.χ. στο πρόσωπο, στους βλεννογόνους, στα πόδια, στους όρχεις, στα βλέφαρα, στα χείλη) ή γενικευμένο αγγειοοίδημα, κνίδωση, κνησμός ή αναφυλαξία.
Σπανίως αναφέρθηκαν διάρροια, έμετοι, παροδική αταξία, τρόμος ή λήθαργος.
Το προϊόν έχει αποδειχθεί πολύ ασφαλές για είδη που είναι ευαίσθητα στις ιβερμεκτίνες και σε ζώα που διαγνώστηκαν θετικά στη διροφιλαρίωση.
Η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών καθορίζεται ως ακολούθως:
Η ασφάλεια της ενέσιμης μοξιδεκτίνης έχει αποδειχθεί σε έγκυες σκύλες.
Η δράση των αγωνιστών GABA αυξάνονται από τη μοξιδεκτίνη.
Λόγω έλλειψης μελετών συμβατότητας, το παρόν κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν δεν πρέπει να αναμειγνύεται με άλλα κτηνιατρικά φαρμακευτικά προϊόντα.