Να μην χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις υπερευαισθησίας στο δραστικό συστατικό ή σε κάποιο από τα έκδοχα.
Τα παράσιτα για να εκτεθούν στη φλουραλανέρη πρέπει να αρχίσουν να τρέφονται πάνω στον ξενιστή· άρα, δεν μπορεί να αποκλειστεί εντελώς ο κίνδυνος μετάδοσης των ασθενειών που μεταδίδονται από παράσιτα (συμπεριλαμβανομένου του Babesia canis canis και του D. caninum).
Η άσκοπη χρήση αντιπαρασιτικών ή η αποκλίνουσα χρήση από τις οδηγίες που δίνονται, δύναται να αυξήσει την πίεση επιλογής προς ανάπτυξη ανθεκτικότητας και να οδηγήσει σε μειωμένη αποτελεσματικότητα. Η απόφαση για τη χρήση του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος πρέπει να βασίζεται στην επιβεβαίωση του παρασιτικού είδους και του φορτίου, ή του κινδύνου παρασίτωσης με βάση τα επιδημιολογικά χαρακτηριστικά (λαμβάνοντας υπόψη ότι η διάρκεια δράσης του προϊόντος είναι 12 μήνες), για κάθε ζώο ξεχωριστά.
Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η πιθανότητα άλλα ζώα στην ίδια οικία να αποτελούν εστία επαναμόλυνσης με παράσιτα, και σε αυτά πρέπει να χορηγείται η απαραίτητη θεραπεία με ενδεδειγμένο κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν.
Η ασφάλεια του προϊόντος δεν έχει αξιολογηθεί σε σκύλους με προϋπάρχουσα επιληψία. Επομένως, να χρησιμοποιείται με προσοχή σε αυτούς τους σκύλους με βάση την εκτίμηση οφέλους/κινδύνου από τον υπεύθυνο κτηνίατρο.
Λόγω έλλειψης διαθέσιμων μελετών, το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε σκύλους ηλικίας μικρότερης των 6 μηνών.
Έχουν αναφερθεί αντιδράσεις υπερευαισθησίας στη φλουραλανέρη ή στη βενζυλική αλκοόλη σε ανθρώπους, οι οποίες δύναται να είναι σοβαρές. Επίσης, ενδέχεται να εμφανιστούν αντιδράσεις στο σημείο της ένεσης. Όταν χορηγείτε αυτό το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν πρέπει να λαμβάνετε προφυλάξεις για την αποφυγή κατά λάθος αυτοένεσης και έκθεσης του δέρματος. Σε περίπτωση κατά λάθος αυτοένεσης με ανεπιθύμητα συμβάντα, αντιδράσεις υπερευαισθησίας ή αντιδράσεις στο σημείο της ένεσης, να επικοινωνήσετε με ιατρό και να επιδείξετε την ετικέτα ή το εσώκλειστο φύλλο οδηγιών χρήσεως. Πλύνετε τα χέρια μετά από τη χρήση.
Αυτό το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν πρέπει να χορηγείται μόνο από κτηνιάτρους ή να χορηγείται υπό τη στενή επίβλεψή τους.
Δεν ισχύει.
Σκύλοι:
Συχνά (1 έως 10 ζώα / 100 υπό θεραπεία ζώα) | Διόγκωση στο σημείο της ένεσης1 |
Όχι συχνά (1 έως 10 ζώα / 1.000 υπό θεραπεία ζώα) | Μειωμένη όρεξη Κόπωση Υπεραιμικοί βλεννογόνοι |
Πολύ σπάνια (<1 ζώο / 10 000 υπό θεραπεία ζώα, συμπεριλαμβανομένων των μεμονωμένων αναφορών) | Μυϊκός τρόμος, Αταξία, Σπασμοί |
1 Ψηλαφητές και/ή εμφανείς διογκώσεις, μη φλεγμονώδεις, μη επώδυνες, που υποχωρούν από μόνες τους με την πάροδο του χρόνου.
Η αναφορά ανεπιθύμητων συμβάντων είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της ασφάλειας ενός κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος. Οι αναφορές πρέπει να αποστέλλονται, κατά προτίμηση μέσω κτηνιάτρου, είτε στον κάτοχο της άδειας κυκλοφορίας είτε στην εθνική αρμόδια αρχή μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς. Ανατρέξτε στο φύλλο οδηγιών χρήσης για τα αντίστοιχα στοιχεία επικοινωνίας.
Η ασφάλεια του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος δεν έχει αποδειχθεί κατά τη διάρκεια της κύησης και της γαλουχίας.
To προϊόν να χορηγείται μόνον σύμφωνα με την εκτίμηση οφέλους-κινδύνου από τον υπεύθυνο κτηνίατρο.
Η φλουραλανέρη συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τις πρωτεΐνες του πλάσματος του αίματος και μπορεί να ανταγωνιστεί με άλλα υψηλής σύνδεσης δραστικά συστατικά όπως τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ) και τη βαρφαρίνη, παράγωγο της κουμαρίνης. Η επώαση της φλουραλανέρης σε παρουσία καρπροφένης ή βαρφαρίνης στο πλάσμα του αίματος του σκύλου στις μέγιστες αναμενόμενες συγκεντρώσεις στο πλάσμα, δεν μείωσε την σύνδεση στις πρωτεΐνες του πλάσματος της φλουραλανέρης, της καρπροφένης ή της βαρφαρίνης. Κατά τη διάρκεια κλινικών δοκιμών πεδίου, δεν παρατηρήθηκαν αλληλεπιδράσεις μεταξύ του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος και των κτηνιατρικών φαρμακευτικών προϊόντων που χρησιμοποιούνται συνήθως.
Λόγω έλλειψης μελετών ασυμβατότητας, το παρόν κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν δεν πρέπει να αναμειγνύεται με άλλα κτηνιατρικά φαρμακευτικά προϊόντα.