Να μη χρησιμοποιείται σε περίπτωση υπερευαισθησίας στα δραστικά συστατικά ή σε κάποιο από τα έκδοχα.
Να μη χρησιμοποιείται σε ζώα ηλικίας μικρότερης των 6 μηνών ή σωματικού βάρους μικρότερου των 2 κιλών.
Να μη χρησιμοποιείται σε ζώα με ιστορικό ή εν εξελίξει κακοήθων διαταραχών.
Να μην εμβολιαστεί το ζώο με ζωντανό εμβόλιο κατά τη διάρκεια της θεραπείας ή εντός 2 εβδομάδων πριν ή μετά τη θεραπεία. (δείτε επίσης τις παραγράφους 4.5 «Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση» και 4.8 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα).
Να μην χρησιμοποιείται σε γάτες που έχουν μολυνθεί από FeLV ή FIV.
Θα πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο για χρήση άλλων μέτρων ή/και θεραπειών για τον έλεγχο του μέτριου έως σοβαρού κνησμού κατά την έναρξη της θεραπείας με κυκλοσπορίνη.
Τα κλινικά συμπτώματα της ατοπικής δερματίτιδας στους σκύλους και της αλλεργικής δερματίτιδας στις γάτες, όπως ο κνησμός και η φλεγμονή του δέρματος, δεν είναι συγκεκριμένα για αυτή τη νόσο. Συνεπώς, άλλες αιτίες δερματίτιδας όπως εκτοπαρασιτικές παρασιτώσεις, άλλες αλλεργίες οι οποίες προκαλούν δερματολογικά συμπτώματα (π.χ. αλλεργική δερματίτιδα από ψύλλους ή τροφική αλλεργία) ή βακτηριακές και μυκητιασικές λοιμώξεις θα πρέπει να αξιολογούνται και να αποκλείονται όπου είναι δυνατόν.
Αποτελεί καλή πρακτική η αποπαρασίτωση από ψύλλους πριν από και κατά τη διάρκεια της θεραπείας της ατοπικής και αλλεργικής δερματίτιδας.
Πρέπει να διενεργείται ολοκληρωμένη κλινική εξέταση πριν από τη θεραπεία.
Τυχόν λοιμώξεις πρέπει να αντιμετωπίζονται κατάλληλα πριν από την έναρξη της θεραπείας. Οι λοιμώξεις που εκδηλώνονται κατά τη διάρκεια της θεραπείας δεν αποτελούν απαραίτητα λόγο για να διακοπεί η χορήγηση του φαρμάκου, εκτός αν η λοίμωξη είναι σοβαρή.
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στον εμβολιασμό. Η θεραπεία με το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν ενδέχεται να επηρεάσει την αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού. Στην περίπτωση των αδρανοποιημένων εμβολίων, δεν συνιστάται ο εμβολιασμός κατά τη διάρκεια της θεραπείας ή εντός χρονικού διαστήματος δύο εβδομάδων πριν από και μετά τη χορήγηση του προϊόντος. Για τα ζωντανά εμβόλια ανατρέξτε επίσης στην παράγραφο 4.3 «Αντενδείξεις».
Δεν συνιστάται η ταυτόχρονη χρήση άλλων ανοσοκατασταλτικών παραγόντων.
Σε πειραματόζωα η κυκλοσπορίνη μπορεί να επηρεάσει τα επίπεδα κυκλοφορίας της ινσουλίνης και να προκαλέσει αύξηση της γλυκαιμίας. Σε περίπτωση εμφάνισης συμπτωμάτων που υποδηλώνουν σακχαρώδη διαβήτη, πρέπει να παρακολουθείται η επίδραση της θεραπείας στη γλυκαιμία. Εάν παρατηρηθούν συμπτώματα σακχαρώδη διαβήτη μετά τη χρήση του προϊόντος, π.χ. πολυουρία ή πολυδιψία, πρέπει να ελαττώνεται ή να διακόπτεται η δόση και να ζητείται κτηνιατρική φροντίδα. Η χρήση κυκλοσπορίνης δεν συνιστάται σε διαβητικά ζώα.
Παρόλο που η κυκλοσπορίνη δεν προκαλεί όγκους, αναστέλλει τα Τ-λεμφοκύτταρα και ως εκ τούτου η θεραπεία με κυκλοσπορίνη ενδέχεται να οδηγήσει σε αυξημένη συχνότητα εμφάνισης κλινικά προφανούς κακοήθειας, λόγω της μείωσης της αντικαρκινικής ανοσολογικής απόκρισης. Ο δυνητικά αυξημένος κίνδυνος ανάπτυξης όγκου πρέπει να σταθμιστεί ως προς το κλινικό όφελος. Εάν παρατηρηθεί λεμφαδενοπάθεια σε ζώα που λαμβάνουν θεραπεία με κυκλοσπορίνη, συνιστάται η διενέργεια περαιτέρω κλινικών εξετάσεων και η διακοπή της θεραπείας, εφόσον απαιτηθεί.
Επιβάλλεται στενή παρακολούθηση των επιπέδων κρεατινίνης σε σκύλους με σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια.
Η αλλεργική δερματίτιδα στις γάτες μπορεί να έχει διάφορες εκδηλώσεις, συμπεριλαμβανομένων των εωσινοφιλικών πλακών, της εκδοράς στην κεφαλή και στον τράχηλο, της συμμετρικής αλωπεκίας ή/και της κεγχροειδούς δερματίτιδας.
Πριν από τη θεραπεία πρέπει να αξιολογηθεί η ανοσολογική κατάσταση της γάτας στις λοιμώξεις από FeLV και FIV.
Οι γάτες που είναι οροαρνητικές για T. gondii ενδέχεται να διατρέξουν κίνδυνο ανάπτυξης κλινικής τοξοπλάσμωσης, εάν μολυνθούν κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Σε σπάνιες περιπτώσεις αυτό μπορεί να προκαλέσει το θάνατο. Συνεπώς, πρέπει να ελαχιστοποιηθεί η πιθανή έκθεση σε Toxoplasma οροαρνητικής γάτας ή γάτας για την οποία υπάρχει υποψία ότι είναι οροαρνητική (π.χ. παραμονή σε εσωτερικό χώρο, αποφυγή κατανάλωσης ωμού κρέατος ή πτωματοφαγίας). Σε μια ελεγχόμενη εργαστηριακή μελέτη φάνηκε ότι η κυκλοσπορίνη δεν αυξάνει την αποβολή των ωοκυττάρων του T. gondii. Στην περίπτωση κλινικής τοξοπλάσμωσης ή άλλης σοβαρής συστηματικής πάθησης, διακόψτε τη θεραπεία με κυκλοσπορίνη και ξεκινήστε κατάλληλη θεραπεία.
Κλινικές μελέτες σε γάτες έχουν δείξει ότι μπορεί να εμφανιστεί μειωμένη όρεξη και απώλεια βάρους κατά τη διάρκεια της θεραπείας με κυκλοσπορίνη. Συνιστάται η παρακολούθηση του σωματικού βάρους. Σημαντική μείωση του σωματικού βάρους μπορεί να οδηγήσει σε ηπατική λιπίδωση. Εάν η απώλεια βάρους κατά τη διάρκεια της θεραπείας είναι εμμένουσα και προοδευτική, συνιστάται η διακοπή της θεραπείας μέχρι να αναγνωριστεί το αίτιο. Η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια της κυκλοσπορίνης δεν εχουν αξιολογηθεί σε γάτες ηλικίας κάτω των 6 μηνών και βάρους κάτω των 2,3 kg.
Η κατά λάθος κατάποση αυτού του προϊόντος μπορεί να οδηγήσει σε ναυτία ή/και έμετο. Για την αποφυγή κατά λάθος κατάποσης, το προϊόν πρέπει να χρησιμοποιείται και να φυλάσσεται σε θέση, την οποία δεν προσεγγίζουν τα παιδιά. Μην αφήνετε χωρίς επιτήρηση γεμισμένες σύριγγες παρουσία παιδιών. Πρέπει να απορρίπτεται αμέσως η τροφή για γάτες που περιέχει φάρμακο και δεν έχει καταναλωθεί και να πλένεται επιμελώς το δοχείο.
Σε περίπτωση που κατά λάθος υπάρξει κατάποση, ιδίως από ένα παιδί, να αναζητήσετε αμέσως ιατρική βοήθεια και να επιδείξετε στον ιατρό το εσώκλειστο φύλλο οδηγιών χρήσεως ή την ετικέτα του φαρμακευτικού προϊόντος. Η κυκλοσπορίνη μπορεί να πυροδοτήσει αντιδράσεις υπερευαισθησίας (αλλεργικές αντιδράσεις). Άτομα με γνωστή υπερευαισθησία στην κυκλοσπορίνη θα πρέπει να αποφεύγουν την επαφή με το προϊόν.
Δεν είναι πιθανόν να παρατηρηθεί οφθαλμικός ερεθισμός. Ως προληπτικό μέτρο, αποφεύγετε την επαφή με τα μάτια. Σε περίπτωση επαφής, ξεπλύνετε καλά με καθαρό νερό. Πλύνετε τα χέρια και τυχόν εκτεθειμένο δέρμα μετά τη χρήση.
Γαστρεντερικές διαταραχές όπως έμετος, βλεννώδη ή μαλακά κόπρανα και διάρροια, παρατηρούνται πολύ συχνά. Είναι ήπιες και παροδικές και γενικά δεν απαιτούν τη διακοπή της θεραπείας.
Άλλες ανεπιθύμητες ενέργειες μπορεί να παρατηρηθούν όχι συχνά: λήθαργος ή υπερκινητικότητα, ανορεξία, ήπια έως μέτρια υπερπλασία των ούλων, δερματικές βλάβες όπως θηλωματώδεις αλλοιώσεις ή αλλαγή του τριχώματος, φλεγμονή και ερυθρότητα των πτερυγίων των αυτιών, μυϊκή αδυναμία ή μυϊκές κράμπες.
Οι επιδράσεις αυτές γενικά υποχωρούν μετά τη διακοπή της θεραπείας.
Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, έχει παρατηρηθεί σακχαρώδης διαβήτης, αναφέρθηκε κυρίως σε Γουέστ Χάιλαντ Γουάιτ Τεριέ. Όσο για το θέμα της κακοήθειας, δείτε τις παραγράφους 4.3 «Αντενδείξεις» και 4.5 «ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση».
Σε δύο κλινικές μελέτες με 98 γάτες που έλαβαν θεραπεία με κυκλοσπορίνη παρατηρήθηκαν οι ακόλουθες ανεπιθύμητες ενέργειες:
Πολύ συχνές: διαταραχές του γαστρεντερικού, όπως έμετος και διάρροια. Γενικά είναι ήπιες και παροδικές και δεν απαιτείται διακοπή της θεραπείας.
Συχνές: λήθαργος, ανορεξία, υπερβολική έκκριση σιέλου, απώλεια βάρους και λεμφοπενία. Γενικά, αυτές οι ανεπιθύμητες ενέργειες υποχωρούν αυτόματα μετά τη διακοπή της θεραπείας ή τη μείωση της συχνότητας δοσολογίας. Σχετικά με την κακοήθεια, ανατρέξτε στις παραγράφους 4.3 «Αντενδείξεις» και 4.5 «Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση».
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες ενδέχεται να είναι σοβαρές σε μεμονωμένα ζώα.
Η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών καθορίζεται ως ακολούθως:
Σε πειραματόζωα, σε δόσεις που δεν προκαλούν τοξικότητα της μητέρας (σε αρουραίους με δόση 30 mg/kg σωματικού βάρους και κουνέλια με 100 mg/kg σωματικού βάρους) η κυκλοσπορίνη παρουσίασε εμβρυο-τοξικότητα, όπως υποδεικνύεται από την αυξημένη προ- και μεταγεννητική θνησιμότητα, το μειωμένο βάρος του εμβρύου και τις επιβραδύνσεις στην ανάπτυξη του σκελετού. Στα επίπεδα καλά ανεκτών δόσεων (σε αρουραίους και δόσεις έως και 17 mg/kg σωματικού βάρους και σε κουνέλια με δόσεις μέχρι και 30 mg/kg σωματικού βάρους) η κυκλο σπορίνη δεν παρουσίασε εμβρυική θνησιμότητα ή τερατογόνο δράση. Η ασφάλεια του φαρμάκου δεν έχει μελετηθεί σε αρσενικούς σκύλους ή γάτες αναπαραγωγής, ούτε σε έγκυες ή θηλάζουσες μητέρες. Λόγω απουσίας τέτοιων μελετών στα είδη-στόχους, συνιστάται να χρησιμοποιήσετε το φάρμακο σε σκύλους και γάτες αναπαραγωγής μόνο κατόπιν θετικής αξιολόγησης του κινδύνου/οφέλους από τον κτηνίατρο. Η κυκλοσπορίνη περνά το φραγμό του πλακούντα και απεκκρίνεται μέσω του γάλακτος. Ως εκ τούτου, η θεραπεία σε θηλυκούς σκύλους ή γάτες κατά τη διάρκεια της γαλουχίας δεν συνιστάται.
Είναι γνωστές διάφορες ουσίες που λειτουργούν ανταγωνιστικά και είτε αναστέλλουν ή επάγουν τα ένζυμα που εμπλέκονται στο μεταβολισμό της κυκλοσπορίνης, ειδικότερα του κυτοχρώματος Ρ450 (CYP 3Α 4). Σε ορισμένες κλινικά αιτιολογημένες περιπτώσεις, μπορεί να απαιτείται προσαρμογή της δόσης του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος. Η κετοκοναζόλη είναι γνωστό ότι αυξάνει τη συγκέντρωση της κυκλοσπορίνης στο αίμα σε γάτες και σκύλους, το οποίο θεωρείται κλινικά σημαντικό. Κατά την ταυτόχρονη χρήση της κετοκοναζόλης και της κυκλοσπορίνης, ο κτηνίατρος θα πρέπει να εξετάσει, ως ένα πρακτικό μέτρο, το διπλασιασμό του μεσοδιαστήματος μεταξύ των δόσεων, εάν το ζώο βρίσκεται σε ημερήσια θεραπευτική αγωγή.
Τα μακρολίδια, όπως η ερυθρομυκίνη, μπορεί να αυξήσουν τα επίπεδα της κυκλοσπορίνης έως και δύο φορές.
Ορισμένοι επαγωγείς του κυτοχρώματος P450, αντισπασμωδικά και αντιβιοτικά (π.χ. τριμεθοπρίμη/σουλφαδιμιδίνη) μπορεί να μειώσουν τη συγκέντρωση της κυκλοσπορίνης στο πλάσμα.
Η κυκλοσπορίνη είναι ένα υπόστρωμα και ένας αναστολέας του μεταφορέα της MDR1 Ρ-γλυκοπρωτεϊνης. Ως εκ τούτου, η συγχορήγηση κυκλοσπορίνης με υποστρώματα Ρ-γλυκοπρωτεΐνης όπως οι μακροκυκλικές λακτόνες (π.χ. ιβερμεκτίνη και μιλμπεμυκίνη) θα μπορούσε να μειώσει την εκροή τέτοιων φαρμάκων από τα κύτταρα του αίματο-εγκεφάλικού φραγμού, με πιθανό αποτέλεσμα συμπτώματα τοξικότητας του ΚΝΣ. Σε κλινικές μελέτες με γάτες που έλαβαν θεραπεία με κυκλοσπορίνη και σελαμεκτίνη ή μιλβεμυκίνη, δεν φάνηκε να υπάρχει σύνδεση μεταξύ της ταυτόχρονης χρήσης των εν λόγω φαρμάκων και της νευροτοξικότητας.
Η κυκλοσπορίνη μπορεί να αυξήσει τη νεφροτοξικότητα των αντιβιοτικών αμινογλυκοσίδης και της τριμεθοπρίμης. Η ταυτόχρονη χρήση της κυκλοσπορίνης δεν συνιστάται με αυτά τα δραστικά συστατικά.
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στον εμβολιασμό (δείτε τις παραγράφους 4.3 «Αντενδείξεις» και 4.5 «Ιδιαιτέρες προφυλάξεις κατά τη χρήση").
Ταυτόχρονη χρήση ανοσοκατασταλτικών παραγόντων: βλέπε παράγραφο 4.5 «Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη χρήση».
Λόγω απουσίας μελετών συμβατότητας, το προϊόν αυτό δεν πρέπει να αναμιγνύεται με άλλα κτηνιατρικά φαρμακευτικά προϊόντα.