Άλογα, σκύλοι, γάτες.
Για την βραχυπρόθεσμη ανακούφιση του πόνου, όπως ο κολικός γαστρεντερολογικής προέλευσης.
Σε συνδυασμό με α2-αδρενεργικούς αγωνιστές (δετομιδίνη, ρομιφιδίνη ή ξυλαζίνη): Για την πραγματοποίηση θεραπευτικών ή διαγνωστικών διαδικασιών, όπως μικρές χειρουργικές επεμβάσεις σε όρθια θέση και τη συγκράτηση δύστροπων ζώων.
Για την ανακούφιση του μέτριου σπλαχνικού άλγους, π.χ. προεγχειρητικά και μετεγχειρητικά, καθώς και του μετατραυματικού άλγους.
Σε συνδυασμό με α2-αδρενεργικούς αγωνιστές (μεδετομιδίνη).
Στο πλαίσιο αναισθητικού σχήματος (μεδετομιδίνη, κεταμίνη).
Άλογα: Ενδοφλέβια χορήγηση.
Σκύλοι: Ενδοφλέβια, υποδόρια και ενδομυϊκή χορήγηση.
Γάτες: Ενδοφλέβια και υποδόρια χορήγηση.
Θεραπεία χωρίς παράλληλη χορήγηση άλλου φαρμάκου:
0,1 mg/kg (1 ml/100 kg σ. β.) ενδοφλεβίως.
Με δετομιδίνη:
Δετομιδίνη: 0,012 mg/kg ενδοφλεβίως και ακολούθως μέσα σε 5 λεπτά
Βουτορφανόλη: 0,025 mg/kg (0,25 ml/100 kg σ. β.) ενδοφλεβίως
Με ρομιφιδίνη:
Ρομιφιδίνη: 0,05 mg/kg ενδοφλεβίως και ακολούθως μέσα σε 5 λεπτά
Βουτορφανόλη: 0,02 mg/kg (0,2 ml/100 kg σ. β.) ενδοφλεβίως
Με ξυλαζίνη:
Ξυλαζίνη: 0,5 mg/kg ενδοφλεβίως, και ακολούθως μετά από 3 – 5 λεπτά
Βουτορφανόλη: 0,05 – 0,1 mg/kg (0,5 – 1 ml/100 kg σ. β.) ενδοφλεβίως
Θεραπεία χωρίς παράλληλη χορήγηση άλλου φαρμάκου:
0,1 – 0,4 mg/kg (0,01 – 0,04 ml/kg σ. β.) με αργή ενδοφλεβίως χορήγηση (στο χαμηλότερο έως μέτριο δοσολογικό εύρος) καθώς και ενδομυϊκώς, υποδόρια
Για τον έλεγχο του μετεγχειρητικού άλγους, η ένεση θα πρέπει να χορηγείται 15 λεπτά πριν από την υποχώρηση της αναισθησίας προκειμένου να επιτυγχάνεται επαρκής ανακούφιση του άλγους κατά τη διάρκεια της φάσης ανάνηψης.
Με μεδετομιδίνη:
Βουτορφανόλη: 0,1 mg/kg (0,01 ml/kg σ. β.) ενδοφλεβίως, ενδομυϊκώς
Μεδετομιδίνη: 0,01 mg/kg ενδοφλεβίως, ενδομυϊκώς.
Με μεδετομιδίνη και κεταμίνη:
Βουτορφανόλη: 0,1 mg/kg (0,01 ml/kg σ. β.) ενδομυϊκώς
Μεδετομιδίνη: 0,025 mg/kg ενδομυϊκώς, και ακολούθως μετά από 15 λεπτά
Κεταμίνη: 5 mg/kg ενδομυϊκώς.
Η χρήση ατιπαμεζόλης 0,1 mg/kg σωματικού βάρους για ανταγωνιστική δράση έναντι της
μεδετομιδίνης είναι δυνατή μόνο όταν παύσει η δράση της κεταμίνης.
Θεραπεία χωρίς παράλληλη χορήγηση άλλου φαρμάκου:
15 λεπτά πριν από την ανάνηψη
είτε: 0,4 mg/kg (0,04 ml/kg σ. β.) υποδορίως
είτε: 0,1 mg/kg (0,01 ml/kg σ. β.) ενδοφλεβίως
Με μεδετομιδίνη:
Βουτορφανόλη: 0,4 mg/kg (0,04 ml/kg σ. β.) υποδορίως
Μεδετομιδίνη: 0,05 mg/kg υποδορίως
Για το χειρουργικό καθαρισμό τραυμάτων, συνιστάται πρόσθετη τοπική αναισθησία.
Η ανταγωνιστική δράση έναντι της μεδετομιδίνης είναι δυνατή με χρήση ατιπαμεζόλης 0,125 mg/kg σωματικού βάρους.
Με μεδετομιδίνη και κεταμίνη:
Βουτορφανόλη: 0,1 mg/kg (0,01 ml/kg σ. β.) ενδοφλεβίως
Μεδετομιδίνη: 0,04 mg/kg ενδοφλεβίως
Κεταμίνη: 1,5 mg/kg ενδοφλεβίως.
Η χρήση ατιπαμεζόλης 0,1 mg/kg σωματικού βάρους για ανταγωνιστική δράση έναντι της μεδετομιδίνης είναι δυνατή μόνο όταν παύσει η δράση της κεταμίνης.
Η βουτορφανόλη προορίζεται για χρήση σε περιπτώσεις κατά τις οποίες απαιτείται βραχυπρόθεσμη (άλογα και σκύλοι) και βραχυπρόθεσμη έως μεσοπρόθεσμη (γάτες) αναλγησία. Η δόση μπορεί να επαναληφθεί εάν αυτό απαιτείται. Η ανάγκη και η χρονική στιγμή της επανάληψης της θεραπείας, θα πρέπει να βασίζεται στα κλινικά αποτελέσματα. Βλέπε επίσης παράγραφο 5.1. για πληροφορίες σχετικές με τη διάρκεια της αναλγησίας.
Η ταχεία ενδοφλέβια έγχυση θα πρέπει να αποφεύγεται.
Το ελαστικό πώμα εισχώρησης δεν πρέπει να τρυπηθεί πάνω από 25 φορές.
Αυξημένη δοσολογία μπορεί να οδηγήσει σε αναπνευστική καταστολή, ως γενικό αποτέλεσμα της δράσης των οπιοειδών. Ενδοφλέβιες δόσεις του 1,0 mg/kg (10 x την προτεινόμενη δόση), επαναλαμβανόμενες σε 4ωρα διαστήματα για 2 ημέρες, οδήγησαν σε παροδικές ανεπιθύμητες ενέργειες που περιλάμβαναν πυρετό, ταχύπνοια, συμπτώματα από το ΚΝΣ (υπερδιέγερση, ανησυχία, ήπια αταξία ακολουθούμενη από υπνηλία) και γαστρεντερική υποκινητικότητα, συνοδευόμενη σε ορισμένες περιπτώσεις από ενοχλήσεις στην κοιλιακή χώρα. Ένας οπιοειδής ανταγωνιστής (π.χ. ναλοξόνη), μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως αντίδοτο.
Μύση (σκύλοι)/μυδρίαση (γάτες), αναπνευστική καταστολή, υπόταση, διαταραχές του καρδιαγγειακού συστήματος και, σε σοβαρές περιπτώσεις, αναπνευστική ανεπάρκεια, καταπληξία και κώμα. Ανάλογα με την κλινική κατάσταση, θα πρέπει να λαμβάνονται αντίμετρα υπό προσεκτική ιατρική παρακολούθηση. Απαιτείται παρακολούθηση για τουλάχιστον 24 ώρες.
Κρέας και εδώδιμοι ιστοί: μηδέν ημέρες.
Γάλα: μηδέν ώρες.
Διάρκεια ζωής του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος σύμφωνα με τη συσκευασία πώλησης: 3 έτη.
Διάρκεια ζωής μετά το πρώτο άνοιγμα της στοιχειώδους συσκευασίας: 28 ημέρες.
Το εν λόγω κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν δεν απαιτεί ιδιαίτερες συνθήκες θερμοκρασίας για την φύλαξή του.
Φυλάσσετε το φιαλίδιο στο εξωτερικό κουτί, για να το προστατεύσετε από το φως.
Φιαλίδια από διαφανές γυαλί τύπου I με πώμα από βρωμοβουτυλικό καουτσούκ και καπάκι από αλουμίνιο.
Μεγέθη συσκευασίας: 1 × 10 ml, 5 × 10 ml, 10 × 10 ml, 1 × 50 ml.
Μπορεί να μην κυκλοφορούν όλες οι συσκευασίες.
Κάθε μη χρησιμοποιηθέν κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν ή μη χρησιμοποιηθέντα υπολείμματά του πρέπει να απορρίπτονται σύμφωνα με τις ισχύουσες εθνικές απαιτήσεις.