Να μην χρησιμοποιείται σε περίπτωση υπερευαισθησίας στο δραστικό συστατικό, ή σε κάποιο από τα έκδοχα.
Αυτό το προϊόν είναι ένα σταθερό γαλάκτωμα. Πριν τη χρήση, το προϊόν πρέπει να επιθεωρείται οπτικά για την απουσία ορατών σταγονιδίων ή εξωγενών ξένων σωματιδίων και να απορρίπτεται εάν υπάρχουν. Να μην χρησιμοποιείται εάν παραμένει διαχωρισμός φάσεων μετά από ήπια ανακίνηση. Εάν το προϊόν εγχέεται πολύ αργά, μπορεί να προκύψει ανεπαρκές επίπεδο αναισθησίας, λόγω μη επίτευξης του κατάλληλου ουδού φαρμακολογικής δράσης.
Κατά την επαγωγή της αναισθησίας, μπορεί να εμφανιστεί ήπια υπόταση και παροδική άπνοια.
Εάν το προϊόν εγχέεται υπερβολικά γρήγορα, μπορεί να εμφανιστεί καρδιοπνευμονική καταστολή (άπνοια, βραδυκαρδία, υπόταση).
Όταν χρησιμοποιείται το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν, θα πρέπει να υπάρχουν διαθέσιμα μέσα για τη διατήρηση ανοικτού αεραγωγού, τεχνητού αερισμού και εμπλουτισμού οξυγόνου. Μετά την επαγωγή αναισθησίας, συνιστάται η χρήση ενδοτραχειακού σωλήνα. Συνιστάται η χορήγηση συμπληρωματικού οξυγόνου κατά τη διάρκεια της διατήρησης της αναισθησίας.
Απαιτείται προσοχή σε σκύλους και γάτες με καρδιακή, αναπνευστική, νεφρική ή ηπατική δυσλειτουργία, ή σε υπογκαιμικά ή εξασθενημένα ζώα.
Όταν η προποφόλη χρησιμοποιείται ταυτόχρονα με οπιοειδή, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ένας αντιχολινεργικός παράγοντας (π.χ. ατροπίνη) σε περιπτώσεις βραδυκαρδίας σύμφωνα με την εκτίμηση οφέλους/κινδύνου από τον υπεύθυνο κτηνίατρο. Βλ. κεφάλαιο 4.8.
Απαιτείται προσοχή κατά τη χορήγηση του προϊόντος σε ασθενείς με υποπρωτεϊναιμία, υπερλιπιδαιμία ή πολύ αδύνατα ζώα, καθώς αυτά τα ζώα μπορεί να είναι πιο επιρρεπή σε ανεπιθύμητες ενέργειες.
Η προποφόλη δεν έχει αναλγητικές ιδιότητες, συνεπώς θα πρέπει να παρέχονται συμπληρωματικοί αναλγητικοί παράγοντες σε περιπτώσεις όπου οι διαδικασίες αναμένεται να είναι επώδυνες.
Έχει αναφερθεί ότι η κάθαρση της προποφόλης είναι βραδύτερη και η επίπτωση άπνοιας είναι υψηλότερη σε σκύλους ηλικίας άνω των 8 ετών από ό,τι σε νεότερα ζώα. Απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή κατά τη χορήγηση του προϊόντος σε αυτά τα ζώα, καθώς για παράδειγμα σε τέτοιες περιπτώσεις, ενδέχεται να είναι επαρκής μια χαμηλότερη δόση προποφόλης για επαγωγή.
Η ασφάλεια του προϊόντος δεν έχει αποδειχθεί σε σκύλους και γάτες ηλικίας κάτω των 4 μηνών και θα πρέπει να χρησιμοποιείται σε αυτά τα ζώα μόνο σύμφωνα με την εκτίμηση κινδύνου/οφέλους από τον υπεύθυνο κτηνίατρο.
Έχει αναφερθεί ότι οι σκύλοι που ανήκουν σε φυλές ιχνηλατών οράσεως (sighthounds) παρουσιάζουν βραδύτερη κάθαρση της προποφόλης και μπορεί να έχουν ελαφρά μεγαλύτερη διάρκεια ανάνηψης από την αναισθησία σε σύγκριση με άλλες φυλές σκύλων.
Χρησιμοποιείτε άσηπτες τεχνικές κατά τη χορήγηση του προϊόντος, καθώς δεν περιέχει αντιμικροβιακό συντηρητικό.
Η προποφόλη είναι ένα ισχυρό φάρμακο: απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή για να αποφευχθεί η περίπτωση τυχαίας αυτοένεσης. Θα πρέπει κατά προτίμηση να χρησιμοποιείται βελόνα με προστατευτικό χιτώνιο μέχρι τη στιγμή της ένεσης.
Σε περίπτωση τυχαίας αυτoένεσης, να αναζητήσετε αμέσως ιατρική βοήθεια και να επιδείξετε στον ιατρό το εσώκλειστο φύλλο οδηγιών χρήσεως ή την ετικέτα του φαρμακευτικού προϊόντος, αλλά ΜΗΝ ΟΔΗΓΗΣΕΤΕ καθώς μπορεί να προκύψει καταστολή.
Αποφεύγετε την επαφή με το δέρμα και τα μάτια, καθώς αυτό το προϊόν μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό. Πλύνετε τυχόν πιτσιλίσματα από το δέρμα και τα μάτια αμέσως με άφθονο νερό. Να αναζητήσετε ιατρική βοήθεια εάν ο ερεθισμός επιμένει.
Αυτό το προϊόν μπορεί να προκαλέσει αντιδράσεις υπερευαισθησίας (αλλεργίας) σε άτομα που έχουν ήδη ευαισθησία στην προποφόλη ή σε άλλα φάρμακα, στη σόγια ή στο αυγό. Άτομα με γνωστή υπερευαισθησία σε αυτές τις ουσίες πρέπει να αποφεύγουν την επαφή με το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν.
Συμβουλή προς τον ιατρό:
Μην αφήνετε τον ασθενή ανεπιτήρητο. Διατηρείτε τους αεραγωγούς ανοικτούς και χορηγείτε συμπτωματική και υποστηρικτική θεραπεία.
Η επαγωγή είναι γενικά ομαλή, ωστόσο ενδείξεις διέγερσης (π.χ. κινήσεις ποδηλατισμού των άκρων, νυσταγμός, εστιακές μυϊκές συσπάσεις/μυόκλονος, οπισθότονος) έχουν παρατηρηθεί συχνά σε σκύλους και γάτες. Παροδική άπνοια και ήπια υπόταση μπορεί να συμβούν πολύ συχνά κατά τη διάρκεια της επαγωγής της αναισθησίας. Μπορεί να παρατηρηθεί αύξηση της αρτηριακής πίεσης ακολουθούμενη από μείωση. Βλ. κεφάλαιο 4.5. Μείωση του ποσοστού αιμοσφαιρίνης που είναι κορεσμένη με οξυγόνο (SpO2) μπορεί να παρατηρηθεί υπό την απουσία άπνοιας.
Περιπτώσεις υπερβολικής σιελόρροιας και εμέτου έχουν αναφερθεί όχι συχνά κατά τη διάρκεια της φάσης ανάνηψης σε σκύλους. Διέγερση κατά τη διάρκεια της φάσης ανάνηψης έχει παρατηρηθεί σπάνια σε σκύλους.
Δυσκαμψία των άκρων και επίμονος λόξυγκας έχει παρατηρηθεί πολύ σπάνια σε σκύλους.
Υπήρξε μια μεμονωμένη αναφορά σκύλου με πράσινη δυσχρωμία των ούρων μετά από παρατεταμένη έγχυση προποφόλης.
Στις γάτες, φτέρνισμα, περιστασιακή τάση για έμετο και χαρακτηριστικές κινήσεις γλειψίματος ποδιών/προσώπου κατά τη διάρκεια της ανάνηψης έχουν παρατηρηθεί σε ένα μικρό ποσοστό περιπτώσεων (μη συνηθισμένο).
Επαναλαμβανόμενη, μακράς διάρκειας (>20 λεπτών) αναισθησία με προποφόλη σε γάτες μπορεί να προκαλέσει οξειδωτική βλάβη και τον σχηματισμό σωματίων Heinz, καθώς επίσης και μη ειδικά συμπτώματα όπως ανορεξία, διάρροια και ήπιο οίδημα του προσώπου. Η ανάνηψη μπορεί επίσης να παραταθεί. Ο περιορισμός της επαναλαμβανόμενης αναισθησίας σε διαστήματα μεγαλύτερα των 48 ωρών θα μειώσει αυτήν την πιθανότητα.
Η συχνότητα των ανεπιθύμητων ενεργειών καθορίζεται ως ακολούθως:
Η ασφάλεια του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος δεν έχει αποδειχθεί κατά τη διάρκεια της κύησης (σε έμβρυα/νεογνά) και κατά τη διάρκεια της γαλουχίας.
Η προποφόλη διαπερνά τον πλακούντα. Μελέτες με χρήση προποφόλης σε εγκύους αρουραίους και κουνέλια δεν έχουν καταδείξει επιβλαβείς επιδράσεις στην κύηση των υπό θεραπεία ζώων ή στην αναπαραγωγική απόδοση των απογόνων τους. Ωστόσο, σύμφωνα με τη διαθέσιμη επιστημονική βιβλιογραφία, η έκθεση (μη ανθρώπινα πρωτεύοντα: μέτριο επίπεδο αναισθησίας για 5 ώρες· αρουραίοι: 0,3-0,6 mg/kg/min για 1-2 ώρες) στην προποφόλη κατά τη διάρκεια της περιόδου ανάπτυξης του εγκεφάλου μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς τη νευρολογική ανάπτυξη στα έμβρυα και στα νεογνά.
Μελέτες σε ανθρώπους έδειξαν ότι μικρές ποσότητες (<0,1% της δόσης της μητέρας εντός 24 ωρών μετά τη χορήγηση) προποφόλης απεκκρίνονται στο ανθρώπινο μητρικό γάλα.
Χρησιμοποιήστε το προϊόν μόνο σύμφωνα με την εκτίμηση οφέλους/κινδύνου από τον υπεύθυνο κτηνίατρο.
Η προποφόλη έχει χρησιμοποιηθεί με ασφάλεια σε σκύλους για την επαγωγή αναισθησίας πριν από τη γέννα κουταβιών με καισαρική τομή. Λόγω του κινδύνου θανάτου των νεογνών, η χρήση προποφόλης για τη διατήρηση της αναισθησίας κατά τη διάρκεια της καισαρικής τομής δεν συνιστάται.
Η προποφόλη έχει χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με τα κοινώς χρησιμοποιούμενα φάρμακα προνάρκωσης (π.χ. ατροπίνη, ακεπρομαζίνη, βενζοδιαζεπίνες [π.χ. διαζεπάμη, μιδαζολάμη], α2-αγωνιστές [π.χ. μεδετομιδίνη, δεξμεδετομιδίνη], οπιοειδή [π.χ. μεθαδόνη, βουπρενορφίνη]), άλλους παράγοντες επαγωγής (π.χ. κεταμίνη) και πριν τη διατήρηση με εισπνεόμενους παράγοντες (π.χ. αλοθάνιο, υποξείδιο του αζώτου, ισοφλουράνιο, σεβοφλουράνιο).
Η ταυτόχρονη χρήση κατασταλτικών ή αναλγητικών φαρμάκων είναι πιθανό να μειώσει τη δόση της προποφόλης που απαιτείται για την επαγωγή και τη διατήρηση της αναισθησίας. Βλ. κεφάλαιο 4.9. Η ταυτόχρονη χρήση προποφόλης και οπιοειδών μπορεί να προκαλέσει σημαντική αναπνευστική καταστολή και σημαντική μείωση του καρδιακού ρυθμού. Έχει παρατηρηθεί καρδιακή ανακοπή σε σκύλους που έλαβαν προποφόλη ακολουθούμενη από αλφαιντανύλη. Για να μειωθεί ο κίνδυνος άπνοιας, η προποφόλη πρέπει να χορηγείται αργά, για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια 40-60 δευτερολέπτων. Βλ. επίσης κεφάλαιο 4.5.
Η συγχορήγηση εγχύσεων προποφόλης και οπιοειδών (π.χ. φαιντανύλη, αλφαιντανύλη) για τη διατήρηση της γενικής αναισθησίας μπορεί να οδηγήσει σε παρατεταμένη ανάνηψη.
Η συγχορήγηση προποφόλης με άλλα φάρμακα που μεταβολίζονται από το κυτόχρωμα P450 (ισοένζυμο 2B11 στον σκύλο) όπως π.χ. χλωραμφενικόλη, κετοκοναζόλη και λοπεραμίδη, μειώνει την κάθαρση της προποφόλης και παρατείνει την ανάνηψη από την αναισθησία.
Να μην αναμειγνύεται με άλλα κτηνιατρικά φαρμακευτικά προϊόντα, με εξαίρεση την ενδοφλέβια έγχυση 5% δεξτρόζης ή την ενδοφλέβια έγχυση 0,9% χλωριούχου νατρίου.