Βιβλιογραφική αναφορά: EFICUR Ενέσιμο εναιώρημα για χοίρους και βοοειδή (2014)

Φαρμακοδυναμική

Φαρμακοθεραπευτική ομάδα: Αντιβακτηριακό, κεφαλοσπορίνες τρίτης γενεάς
Κωδικός ATCvet: QJ01DD90

Η κεφτιοφούρη είναι τρίτης γενεάς κεφαλοσπορίνη, η οποία είναι δραστική κατά των Gram-αρνητικών και Gram-θετικών βακτηρίων. Όπως όλα τα β- λακταμικά αντιβιοτικά, η κεφτιοφούρη αναστέλλει τη σύνθεση του βακτηριακού κυτταρικού τοιχώματος, ασκώντας έτσι βακτηριοκτόνο δράση.

Η σύνθεση του κυτταρικού τοιχώματος εξαρτάται από ένζυμα που καλούνται δεσμευτικές της πενικιλλίνης πρωτεϊνες (PBPs). Τα βακτήρια μπορεί να αναπτύξουν ανθεκτικότητα στις κεφαλοσπορίνες μέσω του 1) να διαθέτουν δεσμευτικές της πενικιλλίνης πρωτεϊνες (PBP’s) μη ευαίσθητες, σε μια κατά τα άλλα δραστική βλακτάμη, 2) να μεταβάλλουν τη διαπερατότητα της κυτταρικής μεμβράνης στις βλακτάμες 3) να παράγουν β-λακταμάσες που διασπούν τον β-λακταμικό δακτύλιο του αντιβιοτικού, ή 4) με ενεργητική εκροή.

Ορισμένες β-λακταμάσες, όπως έχει τεκμηριωθεί σε Gram-αρνητικούς εντερικούς οργανισμούς, μπορεί να οδηγήσουν σε διαφόρων βαθμών διασταυρούμενη ανθεκτικότητα μεταξύ των κεφαλοσπορινών όπως επίσης και με τις με πενικιλίνες, αμπικιλίνες και τους συνδυασμούς αναστολής της β-λακτάμης.

Η κεφτιοφούρη είναι δραστική κατά των ακόλουθων μικροοργανισμών που εμπλέκονται στις αναπνευστικές νόσους των χοίρων: Pasteurella multocida, Actinobacillus pleuropneumoniae και Streptococcus suis. Η Bordetella bronchiseptica είναι, ουσιαστικά, ανθεκτική στην κεφτιοφούρη.

Η κεφτιοφούρη είναι επίσης δραστική κατά των ακόλουθων μικροοργανισμών που εμπλέκονται στις αναπνευστικές νόσους των βοοειδών: Pasteurella multocida, Mannheimia haemolytica, Histophillus somni. Επιπλέον στα βακτήρια που εμπλέκονται στην οξεία ποδοδερματίτιδα των βοοειδών (μεσοδακτυλική νεκροβακίλλωση): Fusobacterium necrophorum, Bacteroides melaninogenicus (Porphyromonas asaccharolyitica.; Επιπλέον και στα βακτήρια που σχετίζονται με την οξεία επιλόχεια μητρίτιδα των βοοειδών: Escherichia coli, Arcanobacterium pyogenes και Fusobacterium necrophorum.

Για την κεφτιοφούρη έχουν προσδιοριστεί οι ακόλουθες ελάχιστες συγκεντρώσεις αναστολής (Minimum Inhibitory Concentrations (MIC)) για Ευρωπαϊκά στελέχη των βακτηρίων στόχοι:

ΧΟΙΡΟΙ

Οργανισμός(αριθμός
απομονωθέντων στελεχών)
MIC εύρος (μg/mL) MIC90 (μg/mL)
em>A. pleuropneumoniae (28) ≤ 0.03* ≤ 0.03
em>Pasteurella multocida (37) ≤ 0.03-0.13 ≤ 0.03
em>Streptococcus suis (495) ≤ 0.03-0.25 ≤ 0.03

ΒΟΟΕΙΔΗ

Οργανισμός(αριθμός
απομονωθέντων στελεχών)
MIC εύρος (μg/mL) MIC90 (μg/mL)
em>Mannheimia spp. (87) ≤ 0.03* ≤ 0.03
em>P. multocida (42) ≤ 0.03-0.12≤ 0.03
em>H. somni (24) ≤ 0.03* ≤ 0.03
em>Arcanobacterium pyogenens (123) ≤ 0.03-0.50.25
em>Escherichia coli (188) 0.13 - > 32.00.5
em>Fusobacterium necrophorum (67)
(από περιπτώσεις λοιμώδους
ποδοδερματίτιδας)
≤ 0.06-0.13ND
em>Fusobacterium necrophorum (2)
(από περιπτώσεις οξείας μητρίτιδας)
≤ 0.03-0.06ND

* Χωρίς εύρος: όλα τα απομονωθέντα έδωσαν την ίδια τιμή.
ND: δεν προσδιορίστηκαν.

Τα ακόλουθα σημεία διακοπής συστήνονται από τον NCCLS για παθογόνους οργανισμούς του αναπνευστικού των βοοειδών και χοίρων

Διάμετρος Ζώνης (mm) MIC (μg/mL) Ερμηνεία
≥ 21 ≤ 2.0 (S) Ευαίσθητο
18-20 4.0 (I) Ενδιάμεσο
≤ 17 ≥ 8.0 ( R ) Ανθεκτικό

Σημεία διακοπής δεν έχουν προσδιοριστεί ως σήμερα για τους παθογόνους οργανισμούς που σχετίζονται με τη ποδοδερματίτιδα ή την οξεία επιλόχεια μητρίτιδα στις αγελάδες.

Φαρμακοκινητική

Μετά την χορήγηση, η κεφτιοφούρη μεταβολίζεται ταχύτατα σε desfuroylceftiofur, που είναι ο κύριος ενεργός μεταβολίτης.

Η desfuroylceftiofur έχει ισοδύναμη αντιμικροβιακή δράση με την κεφτιοφούρη κατά των βακτηρίων, που εμπλέκονται στα αναπνευστικά νοσήματα των ζώων. Προσκολλάται αντιστρεπτά στις πρωτεΐνες του πλάσματος και ως αποτέλεσμα αυτού ο μεταβολίτης συγκεντρώνεται στις εστίες λοίμωξης. Παραμένει δραστικός σε παρουσία νεκρωτικών ιστών και των υπολειμμάτων τους.

Χοίροι

Μία μόνη ενδομυϊκή χορήγηση του προϊόντος 3 mg κεφτιοφούρης/kg σωματικού βάρους είχε ως αποτέλεσμα μέση μέγιστη συγκέντρωση (C max.) περίπου 9 μg/mL μετά από περίπου από 1 ώρα. Ο τελικός χρόνος ημίσειας ζωής (t1/2) της desfuroylceftiofur ήταν περίπου 23 ώρες. Δεν παρατηρήθηκε συσσώρευση desfuroylceftiofur μετά από δόση 3 mg κεφτιοφούρης / kg σ.β./ημέρα που χορηγήθηκε καθημερινά για 3 μέρες. Η αποβολή πραγματοποιείται κυρίως διαμέσου του ούρου (περισσότερο από 70%). 12-15% απομακρύνεται διαμέσου των κοπράνων. Η κεφτιοφούρη είναι πλήρως βιοδιαθέσιμη μετά από ενδομυϊκή χορήγηση.

Βοοειδή

Μία μόνη υποδόρια χορήγηση του προϊόντος 1 mg κεφτιοφούρης/kg σωματικού βάρους είχε ως αποτέλεσμα μέση μέγιστη συγκέντρωση ( Cmax) περίπου 2μg/mL μετά από περίπου από 2,5 ώρες. Μετά τη χορήγηση του προϊόντος ο τελικός χρόνος ημίσειας ζωής (t1/2) της desfuroylceftiofur ήταν περίπου 18 ώρες στα βοοειδή.

Σε άλλες μελέτες σε υγιείς αγελάδες, μια μέση μέγιστη συγκέντρωση (Cmax) περίπου 2.25 microgram/mL επιτεύχθηκε στο ενδομήτριο περίπου 5 ώρες μετά τη χορήγηση μιάς μόνο δόσης κεφτιοφούρης. Η μέση μέγιστη συγκέντρωση (Cmax) που βρέθηκε στα φύματα του ενδομητρίου και στα λόχεια των υγιών αγελάδων ήταν περίπου 1 μg/mL

Δεν παρατηρήθηκε συσσώρευση desfuroylceftiofur μετά από καθημερινή χορήγηση κεφτιοφούρης για 5 μέρες. Η αποβολή πραγματοποιείται κυρίως διαμέσου των ούρων ( περισσότερο από 55%). Το 31% αποβάλλεται από τα κόπρανα.

Η κεφτιοφούρη είναι πλήρως βιοδιαθέσιμη μετά από υποδόρια χορήγηση.