Φαρμακοθεραπευτική Ομάδα: Ενδο-εξωπαρασιτοκτόνα, Μακροκυκλικές λακτόνες, Αβερμεκτίνες, ιβερμεκτίνη, συνδυασμοί
Κωδικός ATCvet: QP54AA51
Η ivermectin είναι ένα ενδο-εξωπαρασιτοκτόνο με δραστικότητα εναντίον ενός ευρέος φάσματος ενδο- και εξωπαρασίτων. Η ivermectin είναι μία μακροκυκλική λακτόνη και δρά αναστέλλοντας τις νευρικές ώσεις. Δεσμεύεται επιλεκτικά εμφανίζοντας υψηλού βαθμού συγγένεια με τις γλουταμικές πύλες των διαύλων ιόντων χλωρίου, οι οποίες υπάρχουν στα νευρικά και μυϊκά κύτταρα των ασπόνδυλων. Αυτό οδηγεί σε αύξηση της διαπερατότητας της κυτταρικής μεμβράνης στα ιόντα χλωρίου και την υπερπόλωση των νευρικών ή μυϊκών κυττάρων, έχοντας ως αποτέλεσμα την παράλυση και το θάνατο των σχετικών παρασίτων. Ουσίες της ομάδας αυτής μπορούν επίσης να αλληλεπιδρούν με άλλους διαύλους χλωρίου που ελέγχονται από άλλες ουσίες όπως ο νευροδιαβιβαστής γ-αμινοβουτυρικό οξύ (GABA). Το περιθώριο ασφαλείας για ουσίες αυτής της ομάδας, αποδίδεται στο γεγονός ότι τα θηλαστικά δεν έχουν γλουταμινο-εξαρτώμενους διαύλους χλωρίου. Οι μακροκυκλικές λακτόνες έχουν μικρή συγγένεια με άλλους ελεγχόμενους από πρόσδεμα διαύλους ιόντων χλωρίου των θηλαστικών και δεν διαπερνούν αμέσως τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό.
Ανθεκτικότητα σε μακροκυκλικές λακτόνες έχει αναφερθεί για την Teladorsagia και Trichostrongylus σε πρόβατα σε διάφορες χώρες. Ως εκ τούτου, η χρήση αυτού του φαρμακευτικού προϊόντος πρέπει να βασίζεται σε τοπικές (περιφερειακές, αγροκτήματος) επιδημιολογικές πληροφορίες για την ευαισθησία των παρασίτων, στο ιστορικό των θεραπειών και συστάσεις σχετικά με τον τρόπο χρήσης του φαρμάκου υπό βιώσιμες συνθήκες προκειμένου να περιοριστεί η πιθανότητα ανάπτυξης ανθεκτικότητας στα ανθελμινθικά.
Οι Ρ-γλυκοπρωτεΐνες (Pgps) εμπλέκονται συχνά στην εμφάνιση ανθεκτικότητας στην ιβερμεκτίνη και αποτελούν από τους πιο σημαντικούς λόγους εμφάνισης ανθεκτικότητας σε πρωτόζωα και έλμινθες.
To closantel είναι μέλος της τάξης των σαλικυλανιλιδών των ανθελμινθικών. Οι σαλικυλανίδες είναι ιοντοφόρα υδρογόνου (πρωτόνια) (αναφέρονται και ως αναστολείς της οξειδωτικής φωσφορυλίωσης).
Η χημική δομή των σαλικυλανιδών απεικονίζει την κατοχή αποσπώμενου πρωτονίου. Αυτός ο τύπος μορίου είναι λιπόφιλος και μεταφέρει πρωτόνια δια μέσου της μεμβράνης και συγκεκριμένα στην έσω μιτοχονδριακή μεμβράνη. Η κλοσαντέλη δρα διασπώντας την οξειδωτική φωσφορυλίωση.
Το closantel είναι παρασιτοκτόνο με δράση εναντίον των τρηματωδών και αποτελεσματικότητα ενάντια συγκεκριμένων άλλων ελμίνθων και αρθροπόδων.
Θεραπευτική αγωγή με το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν σε τρηματώδη ηλικίας πέντε εβδομάδων και παραπάνω έχει δείξει ότι μειώνει την μετέπειτα αναπαραγωγική ικανότητα και την εναπόθεση των αυγών.
Μετά από υποδόρια χορήγηση του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος σε ζώα με δόση 200 μg ιβερμεκτίνη ανά kg και 5 mg closantel ανά kg παρατηρήθηκαν τα ακόλουθα: Ivermectin Cmax 24.52 ng/ml και AUC 2082.93 ng.h/ml;
Closantel Cmax 70.4 μg/ml και AUC of 41043 μg.h/ml.
Η ivermectin δεσμεύεται εκτεταμένα με τις πρωτεΐνες του πλάσματος. Λόγω της υψηλής λιπόφιλης φύσης της, η ivermectin κατανέμεται ευρέως. Τείνει να συσσωρεύεται στον λιπώδη ιστό, ο οποίος δρα ως δεξαμενή φαρμάκου. Τα υψηλότερα επίπεδα ivermectin παρατηρήθηκαν στο ήπαρ και το λιπώδη ιστό. Η ivermectin μεταβολίζεται μερικώς. Η ivermectin αποβάλλεται κυρίως με τα περιττώματα ως αμετάβλητη ουσία. Το 90% της χορηγειθήσας δόσης αποβάλλεται με τα περιττώματα, ενώ το <2% με τα ούρα. Η ivermectin αποβάλλεται επίσης με τον μαστικό αδένα.
Οι σαλικυλανιλίδες μεταβολίζονται ελάχιστα και απεκκρίνονται κυρίως αμετάβλητες. Η κύρια οδός απέκκρισης είναι τα περιττώματα μέσω της χολής. Το closantel δεσμεύεται εκτεταμένα από τις πρωτεΐνες του πλάσματος, σχεδόν αποκλειστικά με την λευκωματίνη. Η κατανομή στους ιστούς είναι ελάχιστη. Το closantel έχει μεγάλο χρόνο ημίσειας ζωής.