Να μην χρησιμοποιείται σε περίπτωση υπερευαισθησίας στην παρομομυκίνη, σε άλλες αμινογλυκοσίδες ή σε κάποιο έκδοχο.
Να μην χρησιμοποιείται σε περίπτωση δυσλειτουργίας των νεφρών ή του ήπατος.
Να μην χρησιμοποιείται σε ζώα που μηρυκάζουν.
Να μην χρησιμοποιείται σε ινδόρνιθες λόγω του κινδύνου επιλογής μικροβιακής αντοχής των εντερικών βακτηρίων.
Έχει παρατηρηθεί στα εντερικά βακτήρια διασταυρούμενη ανθεκτικότητα μεταξύ της παρομομυκίνης και της νεομυκίνης. Η χρήση του προϊόντος πρέπει να εξετάζεται προσεκτικά όταν η δοκιμή ευαισθησίας έχει δείξει ανθεκτικότητα στις αμινογλυκοσίδες, διότι η αποτελεσματικότητά του μπορεί να μειωθεί.
Η χρήση του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος πρέπει να συνδυάζεται με καλές πρακτικές διαχείρισης, π.χ. καλή υγιεινή, κατάλληλο εξαερισμό, όχι υπερπληθυσμό.
Καθώς το προϊόν είναι δυνητικά ωτοτοξικό και νεφροτοξικό, συνιστάται να αξιολογείται η νεφρική λειτουργία.
Όταν χορηγείται το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν σε νεογέννητα ζώα πρέπει να λαμβάνεται ειδική μέριμνα, λόγω της γνωστής υψηλότερης γαστρεντερικής απορρόφησης της παρομομυκίνης στα νεογέννητα. Η υψηλότερη απορρόφηση μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένο κίνδυνο ωτο- και νεφροτοξικότητας. Η χρήση του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος σε μόσχους ηλικίας 5 ημερών ή λιγότερο πρέπει να βασίζεται στην εκτίμηση της σχέσης όφελος/κίνδυνος από τον υπεύθυνο κτηνίατρο.
Όπως με κάθε αντιπαρασιτικό, παρατεταμένη ή επαναλαμβανόμενη χρήση αντιπρωτοζωϊκών φαρμάκων της ίδιας κατηγορίας μπορεί να οδηγήσει σε ανάπτυξη ανθεκτικότητας. Όταν χρησιμοποιείται το προϊόν να λαμβάνεται υπόψη η επίσημη εθνική και τοπική αντιμικροβιακή πολιτική.
Η λήψη του φαρμάκου από τα ζώα μπορεί να ποικίλλει ως συνέπεια της ασθένειας. Σε περίπτωση ανεπαρκούς πρόσληψης νερού/γάλακτος, πρέπει να χορηγείται στα ζώα παρεντερική αγωγή χρησιμοποιώντας ένα κατάλληλο ενέσιμο προϊόν καθ' υπόδειξη του κτηνιάτρου.
Παρατεταμένη ή επαναλαμβανόμενη χρήση του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος πρέπει να αποφεύγεται με τη βελτίωση των πρακτικών διαχείρισης και με τον καθαρισμό και απολύμανση.
Το προϊόν θα πρέπει να χρησιμοποιείται κατόπιν δοκιμής ευαισθησίας των βακτηρίων που απομονώνονται από το ζώο. Εάν αυτό δεν είναι εφικτό, η θεραπεία θα πρέπει να βασίζεται σε τοπικές (επίπεδο περιοχής, εκτροφής) επιδημιολογικές πληροφορίες για την ευαισθησία των βακτηρίων στόχων. Χρήση του κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος που αποκλίνει από τις οδηγίες χρήσης μπορεί να αυξήσει τον επιπολασμό των ανθεκτικών στην παρομομυκίνη βακτηρίων και μπορεί να μειώσει την αποτελεσματικότητα της θεραπείας με τις αμινογλυκοσίδες λόγω της πιθανής διασταυρούμενης ανθεκτικότητας.
Η χρήση των αμινογλυκοσιδών στον άνθρωπο θεωρείται κρίσιμης σημασίας. Επομένως, δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται ως θεραπεία πρώτης επιλογής στην κτηνιατρική.
Οι μόσχοι πρέπει να λαμβάνουν θεραπεία μόνο κατόπιν επιβεβαίωσης της ύπαρξης ωοκύστεων κρυπτοσποριδίων στα κόπρανά τους.
Το προϊόν θα πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο σε μεμονωμένα ζώα.
Να μην χρησιμοποιείται για προφύλαξη ή μεταφύλαξη.
Εάν είναι εφικτό, να προτιμάται θεραπεία χωρίς αντιβιοτικά, σε συμμόρφωση με την υπεύθυνη χρήση των αντιβιοτικών.
Να μην χορηγείται σε ζώα με άδειο στομάχι. Για τη θεραπεία ανορεξικών μόσχων, το προϊόν πρέπει να χορηγείται με μισό λίτρο ενός διαλύματος ηλεκτρολυτών. Τα ζώα πρέπει να λαμβάνουν επαρκήποσότητα πρωτογάλακτος σύμφωνα με την καλή πρακτική αναπαραγωγής.
Το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν περιέχει παρομομυκίνη και βενζυλική αλκοόλη, που μπορούν σε κάποια άτομα να προκαλέσουν αλλεργικές αντιδράσεις.
Άτομα με γνωστή υπερευαισθησία (αλλεργία) στην παρομομυκίνη ή σε οποιαδήποτε άλλη αμινογλυκοσίδη και/ή στη βενζυλική αλκοόλη πρέπει να αποφεύγουν την επαφή με το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν.
Το προϊόν είναι ελαφρά ερεθιστικό για τους οφθαλμούς. Αποφύγετε την επαφή με το δέρμα και τους οφθαλμούς.
Άτομα που χειρίζονται το προϊόν πρέπει να φέρουν προστατευτικό εξοπλισμό από προστατευτικό ρουχισμό και αδιαπέραστα γάντια.
Σε περίπτωση τυχαίας επαφής με το δέρμα ή τους οφθαλμούς, ξεπλύνετε με άφθονο νερό.
Εάν παρουσιάσετε συμπτώματα μετά από έκθεση στο προϊόν, όπως δερματικό εξάνθημα, να αναζητήσετε ιατρική συμβουλή και να δείξετε στο γιατρό το φύλλο οδηγιών χρήσης. Οίδημα του προσώπου, των χειλέων και οφθαλμών ή δυσκολία στην αναπνοή είναι περισσότερο σοβαρά συμπτώματα και απαιτούν επείγουσα ιατρική αντιμετώπιση.
Μην το καταπίνετε. Σε περίπτωση τυχαίας κατάποσης, αναζητήστε αμέσως ιατρική συμβουλή και δείξτε στο γιατρό το φύλλο οδηγιών χρήσης.
Πλύνετε τα χέρια μετά τη χρήση.
Μην τρώτε, πίνετε και καπνίζετε όταν χειρίζεστε το κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν.
Δεν ισχύει.
Βοοειδή (πριν την έναρξη λειτουργίας της μεγάλης κοιλίας και νεογέννητοι μόσχοι) και χοίροι
Σπάνια (1 έως 10 ζώα / 10.000 υπό θεραπεία ζώα) | Μαλακά κόπρανα |
Άγνωστη συχνότητα | Οι αμινογλυκοσίδες όπως η παρομομυκίνη μπορούν να προκαλέσουν ωτο- και νεφροτοξικότητα. |
Η αναφορά ανεπιθύμητων συμβάντων είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της ασφάλειας ενός κτηνιατρικού φαρμακευτικού προϊόντος. Οι αναφορές πρέπει να αποστέλλονται, κατά προτίμηση μέσω κτηνιάτρου, είτε στον κάτοχο της άδειας κυκλοφορίας, είτε στην εθνική αρμόδια αρχή μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς. Ανατρέξτε επίσης στην τελευταία παράγραφο του φύλλου οδηγιών χρήσης για τα αντίστοιχα στοιχεία επικοινωνίας.
Από τις εργαστηριακές μελέτες σε επίμυες και κουνέλια δεν διαπιστώθηκαν ενδείξεις τερατογένεσης, εμβρυοτοξικότητας ή τοξικότητας στη μητέρα. Δεν συνιστάται η χρήση κατά την κύηση.
Τα γενικά αναισθητικά και τα μυοχαλαρωτικά αυξάνουν τη δράση νευρο-αποκλεισμού των αμινογλυκοσιδών. Αυτό μπορεί να προκαλέσει παράλυση και άπνοια.
Να μη χρησιμοποιείται ταυτόχρονα με ισχυρές διουρητικές και δυνητικά ωτο- ή νεφροτοξικές ουσίες.
Λόγω έλλειψης μελετών συμβατότητας, το παρόν κτηνιατρικό φαρμακευτικό προϊόν δεν πρέπει να αναμειγνύεται με άλλα κτηνιατρικά φαρμακευτικά προϊόντα.